Ανατροπή στην παραπομπή Παπαγγελόπουλου-Τουλουπάκη – Δεν θα δικαστούν για τη Novartis
«Αυλαία» έπεσε στην υπόθεση παραπομπής του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρη Παπαγγελόπουλου για παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη και τη διερεύνηση δικαστικών υποθέσεων.
Με απόφαση του αρμόδιου δικαστικού συμβουλίου και παρά τις χθεσινοβραδινές λάθος διαρροές από ανώτατες δικαστικές πηγές, με αμετάκλητο βούλευμα ο πρώην αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος και η πρώην επικεφαλής της εισαγγελίας διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη παραπέμπονται στο εδώλιο του Ειδικού Δικαστηρίου, όχι όμως για αδικήματα που σχετίζονται με την υπόθεση εμπλοκής των 10 πολιτικών προσώπων στη Novartis, αλλά για παρεμβάσεις στο έργο των εισαγγελέων Παναγιώτη Αθανασίου, Ελένης Ράικου και Γεωργίας Τσατάνη.
Ειδικότερα, για την Ελένη Τουλουπάκη το δικαστικό συμβούλιο αποφάσισε να παραπεμφθεί ενώπιον του ειδικού δικαστηρίου για κατάχρηση εξουσίας, καθώς δεν διαβίβασε εν γνώση της αμελλητί στη Βουλή το φάκελο δικογραφίας που σχηματίστηκε κατόπιν της από τις 22 Φεβρουαρίου 2017 μηνυτήριας αναφοράς στην εισαγγελία εγκλημάτων διαφθοράς οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Λοβέρδος, Βασίλης Κεγκέρογλου και Εύη Χριστοφιλοπούλου σχετικά με τιμή τιμολόγηση φαρμάκων δύο φορές για το έτος 2015 από τον υπουργό υγείας Παναγιώτη Κουρουμπλή και τον αναπληρωτή υπουργό Ανδρέα ξανθό, που αποσκοπούσε στην μείωση των τιμών αυτόν.
Σχετικά με τον Δημήτρη Παπαγγελόπουλο το συμβούλιο έκρινε ότι πρέπει να παραπεμφθεί για ηθική αυτουργία στην κακουργηματική κατάχρηση εξουσίας, με το σκεπτικό ότι η Ελένη Τουλουπάκη παρέλειψε να ενεργήσει κατόπιν των δικών του προτροπών, παραινέσεων, συμβούλων, πειθούς και φορτικότητας στις οποίες προέβη εκμεταλλευόμενος την επιρροή που ασκούσε λόγω της ιδιότητας του ως αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης αλλά και ως πρώην συνάδελφος και προϊστάμενος στην εισαγγελία πρωτοδικών της Αθήνας.
Την ίδια στιγμή, ο πρώην υπουργός παραπέμπεται και για παράβαση καθήκοντος επειδή «παρότρυνε με απειλές την τότε εισαγγελέα εφετών Αθηνών Γεωργία Τσατάνη που διενεργούσε προκαταρτική εξέταση όπως διακριβώσει την τέλεση αξιόποινων πράξεων σε βάρος του Ανδρέα Βγενόπουλου και της υπέδειξε με φορτικότητα συγκεκριμένο δικονομικό χειρισμό της υπόθεσης, ήτοι την επιστροφή της δικογραφίας στην τότε εισαγγελέα διαφθοράς Ελένη Ράικου προκειμένου να ασκηθούν ποινικές διώξεις, όπως της δήλωσε».
Σύμφωνα με το σκεπτικό των δικαστών, ο ίδιος φερεται να πίεσε «την τότε εισαγγελέα εγκλημάτων διαφθοράς Ελένη Ράικου, αντιεισαγγελέα εφετών, οι οποία ενεργούσε προκαταρτική εξέταση για τυχόν διάπραξη των αδικημάτων της απιστίας, δωροληψίας και δωροδοκίας από πρόσωπα, που εμπλέκονται στην διαδικασία έγκρισης τιμολόγησης αποζημιώσεις και συνταγογράφησης φαρμακευτικών σκευασμάτων της φαρμακευτικής εταιρείας Novartis, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε μαζί της στις αρχές Μαρτίου του 2017, της άσκησε πίεση απαιτώντας από αυτήν επιτακτικά να διαβίβαση το φάκελο της Novartis στη Βουλή προς ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης των υπουργών, χωρίς να υπάρχουν στοιχεία κατά πολιτικών προσώπων, που να δικαιολογούν την ενέργεια αυτή, πράγμα που ίδιος γνώριζε προτρέποντας την όπως από αυτήν εξελέχθη να κατασκευάσει στοιχεία».
Μάλιστα, όπως σημειώνουν, ο κ. Παπαγγελόπουλος «παρενέβη στο έργο του τότε οικονομικού εισαγγελέα Παναγιώτη Αθανασίου με διάφορες ενέργειες απαιτώντας να περατωθεί τάχιστα ο φορολογικός έλεγχος του Ιωάννη Αλαφούζου και του Ανδρέα Βγενόπουλου και προς τούτο να πιέσει ο εισαγγελέας τους αρμόδιους φορολογικούς ελεγκτές, διατυπώνοντας απειλές», ενώ φέρεται και να «παρενέβη επανειλημμένα στο έργο του συγκεκριμένου οικονομικού εισαγγελέα για τις υποθέσεις του διοικητή της τράπεζας Πειραιώς Μιχάλη Σάλλα».
Οι απαλλαγές
Με το ίδιο βούλευμα, το δικαστικό συμβούλιο αποφάνθηκε να μη γίνει κατηγορία κατά των κατηγορουμένων Δημ. Παπαγγελόπουλο, Ελένης Τουλουπάκη, Χρήστου Ντζούρα, Στυλιανού Μανώλη, για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης σε βάρος των 10 πολιτικών προσώπων για το ποια υπόθεση μπήκε στο αρχείο.
Απαλλακτική ήταν και η απόφαση και ως προς τους εκδότες και δημοσιογράφους που είχαν καταστεί κατηγορούμενοι για δημοσιεύματα τους και για τις καταγγελίες στις οποίες είχε προχωρήσει ο επιχειρηματίας Σάμπυ Μιωνή.