Ρέθυμνο: Καταπέλτης η εισαγγελέας για τον 61χρονο που σκότωσε τη σύζυγό του – «Δεν έχει μετανιώσει»
Ολοκληρώνεται η δίκη για τη δολοφονία της 56χρονης από τον σύζυγό της, τον Ιούλιο του 2022, στο Άνω Μαλάκι του Δήμου Ρεθύμνου, με την εισαγγελέα της έδρας στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο Χανίων να προτείνει την ενοχή του κατηγορούμενου για ανθρωποκτονία με δόλο σε ήμερη ψυχική κατάσταση.
«Τα όσα είπε ήταν απόλυτα διαφωτιστικά του συμβάντος και του χαρακτήρα του. Δεν έχει κάνει την αυτοκριτική του, δεν έχει μετανιώσει. Μας περιγράφει μία γυναίκα καταπιεστική και ζηλιάρα. Περιέγραψε όσα ο ίδιος είναι», σημείωσε η εισαγγελέας, κάνοντας λόγο για μία πολύ ξεκάθαρη περίπτωση.
Στις 31/07/2022, ο 61χρονος κτηνοτρόφος σκότωσε την 56χρονη γυναίκα του και μητέρα των τεσσάρων παιδιών τους, σφάζοντάς την με 14 μαχαιριές στον λαιμό, επειδή όπως προκύπτει, είχε αποφασίσει να τον αφήσει.
Όσο για το μοιραίο συμβάν, η εισαγγελέας εκτίμησε πως δεν υπήρχε κανένας βρασμός ψυχικής ορμής: «Στο συμβάν ήταν κατακλεισμένος από θυμό και οργή, συναισθήματα που προϋπήρχαν.
Πήγε και πήρε το μαχαίρι και επανήλθε στο χώρο της κουζίνας. Η Γεωργία κοιτούσε προς τον τοίχο. Την αιφνιδίασε», εκτιμώντας πως η επίθεση ήταν πισώπλατη και δεν άφησε στην 56χρονη κανένα περιθώριο αντίδρασης και διαφυγής. «Δεν υπήρξε πάλη, έπεσε νεκρή στο σημείο που έκανε δουλειές», υποστήριξε, προσθέτοντας πως ειδικά το τελευταίο χτύπημα που έφθασε στον πνεύμονα, δείχνει ότι είχε απόλυτη συνείδηση.
«Ήταν η ώρα η κακή», ισχυρίσθηκε ο 61χρονος
Νωρίτερα το πρωί, ο 61χρονος άρχισε την απολογία του, λέγοντας: «Ζητώ συγνώμη από το δικαστήριο, τα κοπέλια μου και τα αδέλφια μου. Θα ήθελα να είμαι στη θέση της κι αυτή στη δικιά μου».
Αναφερόμενος στις σχέσεις του ζευγαριού, τόνισε πως ήταν πολύ αγαπημένοι, από την αρχή της γνωριμίας τους μέχρι την απόκτηση των παιδιών: «Πότε δεν της είπα μαύρα μάτια. Εκείνη με έλεγε ανίκανο. Πότε δεν της είπα να φύγει από το σπίτι» τόνισε.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην περίοδο που η 56χρονη αρρώστησε με κορονοϊό και χρειάστηκε να νοσηλευτεί: «Δεν ήθελε να πάει στο νοσοκομείο. Τελικά την πήγα. Ήταν πολύ άσχημα. Είχε οξυγόνο 65, αν καθυστερούσε θα είχε πεθάνει», τόνισε, σημειώνοντας πως η συμπεριφορά του ήταν άψογη.
Αντίθετα, όπως προσέθεσε, η 56χρονη ήταν πολύ νευρική και δεν του είχε εμπιστοσύνη: «Ήταν καιρό νευρική κι επιθετική, τη ρωτούσα τι παράπονο έχει και μου είπε πως δεν έχει. Της είπα ότι δεν πάει άλλο έτσι κι αν θέλει ας φύγει να πάει με την αδελφή της και με τις φιλενάδες της» τόνισε και προσέθεσε πως «έλεγε ψέματα στις αδελφές της και τα παιδιά πως της φερόμουν άσχημα κι ότι με το ζόρι είχαμε σεξουαλική σχέση. «Εγώ τη λάτρευα ότι κι αν μου έλεγε. Δεν είχα τη δύναμη να τη στεναχωρήσω».
Για τα γεγονότα της μέρας της δολοφονίας, είπε:
Γύρισα για να κόψω το τυρί. Κάθισα και μου έφερε ένα τοστ αν κι εγώ ποτέ δεν τρώω τοστ. (…) Ύστερα άρχισε να μου λέει διάφορα. Πήρε το τοστ αφού δεν το έτρωγα. Μου είπε ότι κάθε μέρα πάει και με άλλον, όπως η αδερφή μου, αλλά ότι δεν θα τον πάρω ποτέ χαμπάρι. Μου πέταξε ύστερα το πιάτο με το τοστ.
Της είπα: “Τι είναι αυτά που κάνεις;”. Με έπιασε και με λύγισε. Φοβήθηκα γιατί ήταν μια γυναίκα δύο μέτρα. Πήρα το μαχαίρι κι έγινε ότι έγινε. Τα έχασα. Θόλωσε ο νους μου. Δεν ήξερα τι έκανα. Έχασα τον κόσμο. Δεν αισθανόμουνα τι έκανα. Ήταν κακή ώρα. Κακή στιγμή και με κατάστρεψε.