Δίκη Πισπιρίγκου – Απάντηση εισαγγελέων σε Κούγια: «Απαξιωτικές δηλώσεις»
Το απόγευμα (26/01), ο Αλέξης Κούγιας σχολίασε τα λόγια που ειπώθηκαν από την Εισαγγελέα στη χθεσινή αγόρευση για τη Ρούλα Πισπιρίγκου, ότι η κόρη της, Τζωρτζίνα, ήταν άτυχη που την είχε για μητέρα. Ο γνωστός ποινικολόγος σχολίασε ότι άποψη αυτή ήταν «ατυχέστατη» και «προσβλητική».
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος απάντησε στην τοποθέτηση του Αλέξη Κούγια, σημειώνοντας ότι επιχειρείται προσπάθεια υποβάθμισης και απαξίωσης του εισαγγελικού θεσμού, μεταξύ άλλων.
Ολόκληρη η γραπτή δήλωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος:
«Με αφορμή δημόσιες, απαξιωτικές δηλώσεις συνηγόρου υπεράσπισης σε βάρος εισαγγελικής λειτουργού, για το περιεχόμενο της κατά νόμο πρότασής της επί της ενοχής κατηγορουμένης, σε υπόθεση που εκδικάζεται και εκκρεμεί η έκδοση απόφασης του δικαστηρίου, επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Έχει καταστεί σύνηθες φαινόμενο η εκ μέρους του συνηγόρου έκφραση αρνητικής κριτικής σε βάρος παραγόντων της δίκης , αλλά και ως προς την προσφορά, την αναγκαιότητα και την ποιότητα συμμετοχής εισαγγελικών λειτουργών στην ποινική δικαιοσύνη, όταν θεωρεί ότι νόμιμες δικονομικές ενέργειές τους δεν “εξυπηρετούν” τις θέσεις των εντολέων του.
Τονίζουμε ότι οι επαναλαμβανόμενοι υποτιμητικοί χαρακτηρισμοί και οι σκοπιμότητες που αυτοί ενέχουν, δεν επιφέρουν και δεν πρόκειται να επιφέρουν τις επιδιωκόμενες και επιθυμητές «παρενέργειες», τον κλονισμό δηλαδή της εμπιστοσύνης των πολιτών προς την εισαγγελική αρχή και την πρόκληση οιασδήποτε αμφιβολίας στη συνείδηση του δικαστή.
Η διατύπωση δε της άποψης περί μη υιοθέτησης των εισαγγελικών προτάσεων από τα αρμόδια δικαστικά συμβούλια και δικαστήρια, εντάσσεται στα όρια της έννοιας της εικονικής πραγματικότητας, αφού οι εισαγγελικές προτάσεις δεν αποτελούν προϊόν ανεξέλεγκτης συλλογής και αξιοποίησης ενοχοποιητικών στοιχείων και αυθαίρετης κρίσης, αλλά αντικείμενο βαθιάς και ενδελεχούς επεξεργασίας αυτών και γνώσεων και για το λόγο αυτό, υιοθετούνται, κατά κανόνα, από το αρμόδιο δικαστικό όργανο, στο οποίο απευθύνονται.
Η δε επιχειρούμενη με τις δηλώσεις αυτές, για μια ακόμη φορά, προσπάθεια υποβάθμισης και απαξίωσης του εισαγγελικού θεσμού, αποτελεί μορφή συγκρουσιακής υπεράσπισης, που επανεμφανίζεται στις περιπτώσεις νόμιμων, αλλά μη αρεστών εισαγγελικών ενεργειών, εκφεύγει των ορίων της ενάσκησης του υπερασπιστικού έργου και επιδιώκει τη ματαίωση του σκοπού της ποινικής δίκης, που είναι η έκδοση ορθών και δίκαιων αποφάσεων».