Εισαγγελέας Μάτι: Ενοχή ζητά για Χιώνη - Απαλλαγές για Πορτοζούδη και Κολοκούρη
«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι η καλύτερη υπηρεσία του Κράτους ήταν να αφεθεί ανεξέλεγκτη η φωτιά χωρίς καμία προειδοποίηση στους κατοίκους μετά αποτελέσματα που όλοι ξέρουμε», ήταν τα λόγια του εισαγγελέα της έδρας Παναγιώτη Μανιάτη που συνεχίζει την αγόρευση του στη δίκη για τους 104 νεκρούς στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018.
Μέχρι αυτή την ώρα ο εισαγγελέας έχει ζητήσει την ενοχή του Χαράλαμπου Χιώνη για τρεις παραλείψεις, την πλήρη απαλλαγή των Χρήστου Λάμπρη, Χρήστου Δροσοπούλου, Γεωργίου Πορτοζουδη και Στέφανου Κολοκούρη.
Η περίπτωση Χιώνη
Την καταδίκη του Χαραλάμπου Χιώνη, τότε διοικητή πυροσβεστικών υπηρεσιών Ανατολικής Αττικής για δυο κατηγορίες και την απαλλαγή του για άλλες δυο ζήτησε ο εισαγγελέας της έδρας Παναγιώτης Μανιάτης. Ωστόσο, ο εισαγγελικός λειτουργός ζήτησε επιπλέον την ενοχή του κ. Χιώνη αλλά και του προηγούμενου κατηγορούμενου Νίκου Παναγιωτόπουλου για την υποχρέωση πληροφόρησης προς τους πολίτες την οποία δεν εκπλήρωσαν.
«Προκύπτει ότι κατέφθασε στο σημείο στις 17.57 κι ανέλαβε επίγειος επικεφαλής. Αποδείχθηκε ότι είχε δει τον καπνό στις 16.50 και ειδοποίησε. Το σημείο έναρξης της φωτιάς δεν υπαγόταν στη δίκη του αρμοδιότητα. Επομένως αφού ήταν εκτός του τομέα ευθύνης του, με την έναρξη, ειδοποίησε δεν μπορούσε να κάνει κάτι άλλο. Η εντολή μετάβασης δόθηκε από τον Ματθαιόπουλο στις 17.32 και προκύπτει από το gps του ότι ξεκίνησε τότε και ο χρόνος ανταπόκρισης κρίνεται ικανοποιητικός. Η αποδιδόμενη κατηγορία ότι ξεκίνησε και έφτασε καθυστερημένα καταρρίπτεται» ανέφερε ο Εισαγγελέας.
Σχετικά με την τρίτη κατηγορία, ότι δηλαδή δεν έδωσε εισήγηση για προληπτική απομάκρυνση ο εισαγγελέας ανέφερε: «Κατά τη γνώμη μου έπρεπε να δοθεί ώρα 17.20 με 17.30 όταν έγινε αντιληπτή η ένταση της φωτιάς και η κατεύθυνση στα ανατολικά. Ο χρόνος που ανέλαβε ήταν αργότερα και μπορεί να ήταν ακόμη και λάθος να δώσει τέτοια εισήγηση εκείνη τη στιγμή».
Ενοχή για δυο κατηγορίες
Αναφερόμενος στις κατηγορίες ότι δεν αξιοποίησε τις επίγειες δυνάμεις της πυροσβεστικής υπηρεσίας και ότι δεν συνέβαλλε προσωπικά και ότι δεν έδωσε οδηγίες διαδώσεις προς τους πυροσβέστες. σημείωσε πως ο κατηγορούμενος, «σε ατομικό επίπεδο ότι δεν αποδείχθηκε ότι δεν προσπάθησε με τις δυνάμεις που είχε να πραγματοποιήσει διασώσεις. Θα ήταν υπερβολικά αυστηρό να ζητά ένας πυροσβέστης να ζητά τα στοιχεία του προσώπου που διασώζει. Αποδείχθηκε ότι οι πυροσβέστες που ήταν στο σημείο έκαναν ότι ήταν δυνατό για σώσουν ζωές. Όμως, πέρα της ατομικής συνεισφοράς ο κατηγορούμενος βαρυνόταν και με το συντονισμό του έργου των επίγειων δυνάμεων. Ανέφερα ήδη ότι υπήρχε ένα γενικότερο πρόβλημα συντονισμού. Ως προς τα οχήματα αποδείχθηκε ότι κατέφθαναν χωρις να ενημερώνεται κανείς για την άφιξη τους ή πήγαιναν σε άσχετα σημεία, ενώ αλλά οχήματα επιχειρήσουν αν αυτοβούλως. Δεν υπήρχε καμία επικοινωνία με τροχαία. Αποδείχθηκε πλήρως ότι οι φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης δεν είχαν καμία ενημέρωση ως προς την πορεία της φωτιάς. Το πρόβλημα εκείνης της ημέρας ήταν η έλλειψη συντονισμού και η ασυνεννοησία».
Ο εισαγγελέας χρησιμοποίησε και την κατάθεση του μάρτυρα Παντελή, που
κατέθεσε ότι έλαβε εντολή για να συνδράμει και στις 18.30 ήταν στη διασταύρωση Ραφήνας και δεν είχε οδηγίες. «Η μόνη εντολή που ειχε ήταν «κάντε ότι μπορείτε για να σωθεί ότι μπορεί να σωθεί». Με αλλά λόγια ενεργούσε με το «κάντε ο,τι μπορείτε». Το κυρίαρχο στην υπόθεση αυτή είναι το πρόβλημα επικοινωνίας και συντονισμού. Μια παρόμοια κατάσταση θεωρώ ότι επικράτησε γενικότερα στην περιοχή και έτσι οι ήδη ανεπαρκείς δυνάμεις έγιναν ανεπαρκέστερες λόγω της αδυναμίας των υπευθύνων» είπε ο κ. Μανιάτης ζητώντας την ενοχή του κατηγορουμένου γιατί δεν αξιοποίησε ορθά τις υφιστάμενες δυνάμεις και δεν οδήγησε σε διασώσεις.
Υποχρέωση πληροφόρησης
Εκτός κατηγορητηρίου κινήθηκε ο εισαγγελέας προσθέτοντας μια ακόμα παράλειψη. «Δεν έχει κανένα πεδίο εφαρμογής και βασιμότητας ο ισχυρισμός ότι ο κατηγορούμενος δεν είχε χρόνο εισήγησης για απομάκρυνση. Η ελάχιστη οφειλόμενη νόμιμη ενέργεια είναι να παράσχει ενημέρωση στους πολίτες των οικισμών που επρόκειτο να πληγούν. Ακόμα και η απλή αναγγελία ότι η πυρκαγιά έρχεται θα έθετε τους πολίτες σε ετοιμότητα και τα πράγματα οπωσδήποτε θα εξελισσόταν καλύτερα απ’ ότι εξελίχθηκαν. Τι θα είχε συνέβη διαφορετικό αν οι Παναγιώτοπουλος και Χιώνης πληροφορούσαν τους πολίτες; Υπάρχει χρόνος 1-2 ώρες να σταθμίσουν οι πολίτες την κατάσταση για να λάβουν μέτρα πυροπροστασίας. Να αναζητήσουν καταφύγιο, να φύγουν προς ασφαλή κατεύθυνση. Υπήρχε και ο χρόνος και οι εναλλακτικές για τους πολίτες αν ο μηχανισμός τους ενημέρωνε νωρίτερα».
Όπως εξήγησε, «σε κάθε περίπτωση αυτό που προκρίθηκε και τελικά έγινε ήταν μια κακή επιλογή, αν όχι η χειρότερη από τις διαθέσιμες. Το να αφήνεται ο πληθυσμός ανενημέρωτος για τον κίνδυνο είναι απαράδεκτο και αδικαιολόγητο. Δεν μπορώ να πεισθώ ότι η καλύτερη υπηρεσία που προσέφερε το κράτος στους πολίτες ήταν αυτή που δόθηκε. Μπορούσε και έπρεπε να έχει ακολουθηθεί διαφορετικός τρόπος κινητοποίησης και ενημέρωσης των Αρχών. Το ίδιο ισχύει για τον κατηγορούμενο Παναγιωτόπουλο. Υπήρχε χρόνος για στοιχειώδη ενημέρωση των πολιτών. Οι επίγειοι επικεφαλής είχαν την υποχρέωση. Κρίνω ότι αποδείχτηκε την παράλειψη των Παναγιωτόπουλου και Χιώνη να προβούν ως όφειλαν στην έγκαιρη ενημέρωση των κατοίκων και ότι η παράλειψη τους συνέβαλε στο έπελθον αξιόποινο αποτέλεσμα. Πρέπει να χρεωθεί και στον κ. Παναγιωτοπουλο και η παράλειψη συντονισμού, πρέπει να κηρυχθούν ένοχοι».
Απαλλαγές για τα ελικόπτερα
Την απαλλαγή του Χρήστου Λάμπρη, εναέριου συντονιστή στο ελικόπτερο «Φλόγα 1» ζήτησε ο εισαγγελέας.
«Αποδείχθηκε με σαφήνεια ότι ο εναέριος συντονιστή δεν καθίσταται ο αρχαιότερος. Είναι πρόσωπο με ειδικά καθήκοντα και αρμοδιότητες και δε μπορεί να τα ασκήσει ανώτερος ιεραρχικά αξιωματικός. Κατά την ημέρα εκείνη δεν ήταν ο Χρήστος Λάμπρης ο εναέριος συντονιστής αλλά ο κ. Αναστασοπουλος. Του ανατέθηκε να κατοπτεύσει την πυρκαγιά και να παράσχει ενημερώσει για την εικόνα των πυρκαγιών. Δεν του ανατέθηκε ο εναέριος συντονισμός. Οποίος και να ήταν όμως ο εναέριος συντονιστής, είχε δυνατότητα να πει στο χειριστή να παραμείνει στο σημείο ενώ ζητούσε να κατέβει για ανεφοδιασμό; Όχι. Κανείς δε μπορεί να έχει λόγο ή γνώμη για ζητήματα ασφαλείας του πτητικού μέσου» σημείωσε.
Απαλλαγή ζήτησε και τον Χρήστο Δροσόπουλο, κυβερνήτη του ελικοπτέρου «Φλόγα 1» λέγοντας πως «αποδείχθηκε πως ο 10ος κατηγορούμενος έλαβε την απόφαση να πετάξει και με δυσκολίες κατάφερε μετά να προσγειωθεί στην Ελευσίνα. Είναι σφάλμα να μετράμε τα καύσιμα που έφερε το ελικόπτερο. Αυτό που πρέπει να αναζητηθεί είναι η ποσότητα καυσίμων στην χειρότερη περίπτωση, δηλαδή αν δεν μπορούσε να προσγειωθεί στα διαθέσιμα αεροδρόμια και έπρεπε να επιστρέψει στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Έχω την γνώμη ότι δεν αποδείχθηκε ότι έγινε αδικαιολόγητη σύντμηση του πτητικού χρόνου. Οι ενέργειες του δεν μπορούν να καταδείξουν διάθεση υπεκφυγής ή φυγομαχίας. Βαρύτερα πτητικά μέσα δεν αποδέχθηκαν οι κυβερνήτες τους να πετάξουν εξαιτίας των καιρικών συνθηκών. Αν ειχε τη διάθεση να κρυφτεί θα δήλωνε αδυναμία απογείωσης. Αυτός αποδείχθηκε την αποστολή και πέτυχε να απογειώσει το ελικόπτερο».
Απαλλαγές για Πορτοζούδη - Κολοκούρη
Απαλλαγή για την κατηγορία της εισήγησης για εναέρια επιτήρηση για τον τότε διοικητή της Υ.Ε.Μ.Π.Σ., Γεώργιο Πορτοζούδη ζήτησε ο εισαγγελέας αφού δεν ήταν στην αρμοδιότητα του κατηγορουμένου, αλλά και από το γεγονός ότι τελικά εναέρια επιτήρηση έγινε.
Αναφερόμενος στη συνέχεια στον τότε επικεφαλής της ΕΜΑΚ Στέφανος Κολοκούρης, ο οποίος φέρεται να καθυστέρησε να φτάσει στη φωτιά παρά τη σχετική εντολή που του δόθηκε, ο εισαγγελέας ανέφερε: «Αν και βρισκόταν σε άδεια ανταποκρίθηκε στο τηλεφώνημα που του έγινε να συνδράμει την επόμενη ημέρα λόγω επικινδυνότητας. Επιχείρησε στην Κινέττα και αποδείχθηκε ότι στις 17.01 έλαβε τηλεφώνημα από τον Ματθαιόπουλο «να ετοιμάζεται». Στις 17.42 δίνει την ευθεία εντολή να πάει στην Ανατολική Αττική μαζί με δυνάμεις. Το κρίσιμο σημείο είναι εάν έγινε κοινωνός ο κατηγορούμενος του τηλεφωνήματος και της εντολής που δόθηκε σε τρίτο πρόσωπο (Αχιλλέα Τζουβάρα) στις 17.16. Ο τελευταίος στην προδικασία δεν είπα ποτέ πως είδε τον Κολοκούρη, ενώ στο δικαστήριο είπα αλλά. Υπήρχε προφανής δυσαρμονία. Το πιθανότερο κατά τη γνώμη μου είναι ότι τα δυο πρόσωπα δεν ήρθαν σε επικοινωνία στο πεδίο, καθώς έτσι δεν θα χρειαζόταν η επικοινωνία Ματθαιόπουλου με Κολοκούρη αργότερα. Υπάρχουν αμφιβολίες για το αν του δόθηκε η εντολή σε εκείνο το χρόνο. Δεν προκύπτει η διάθεση του κατηγορουμένου να παρακούσει ή να υπεκφύγει. Η συμπεριφορά του εκείνη την ημέρα δεν έδειξε κάτι τέτοιο» είπε ο εισαγγελέας και ζήτησε την απαλλαγή του για την κατηγορία αυτή.
Απαλλαγή ζήτησε για τον Στέφανο Κολοκούρη και για την κατηγορία της μη χρήσης πλωτών σωστικών μέσω της 1ης ΕΜΑΚ, ζητώντας όμως η πράξη να καταλογιστεί στον Βασίλη Ματθαιόπουλο. «Δεν ισχύει το επιχείρημα για αδυναμία προσέγγισης των σκαφών αυτών. Ήταν ενδεδειγμένα σωστικά μέσα και θα βοηθούσαν σημαντικά στην περισυλλογή και διάσωση. Ποιος έπρεπε να δώσει την εντολή μετακίνησης; Την εντολή μπορούσε να δώσει ο κ. Ματθαιόπουλος και ο Αχιλλέας Τζουβάρας και όχι ο Κολοκούρης. Η παράλειψη αυτή πρέπει να καταλογιστεί στον Βασίλη Ματθαιόπουλο» συμπλήρωσε ο εισαγγελέας.