Ζητείται… Ντογιάκος
Στα τέλη του 2022 ο Ισίδωρος Ντογιάκος έχοντας την ιδιότητα του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και απευθυνόμενος στους συναδέλφους του από το βήμα της Γενικής Συνέλευση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, είχε πει το περίφημο «Έλληνες εισαγγελείς γρηγορείτε».
Τόνιζε ταυτόχρονα ότι αυτό που απαιτείται είναι να αλλάξει ριζικά η νοοτροπία των δικαστών και εκουσίως να αναλάβουν μεγαλύτερες ευθύνες καθώς η ραγδαία αύξηση των οργανικών θέσεων δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών δεν είναι ο μόνος τρόπος για την επίλυση ή βελτίωση των προβλημάτων της Δικαιοσύνης».
Ο κ. Ντογιάκος είχε μιλήσει τότε για τις τηλεδίκες και την επίπτωσή τους στη λειτουργία της δικαιοσύνης.
Σήμερα τα λόγια του είναι πιο επίκαιρα παρά ποτέ, καθώς η Δικαιοσύνη βρίσκεται στο στόχαστρο για κάθε τι που έχει πολιτική χροιά, με όπλο όσων την πολεμούν την τηλεοπτική τους προβολή και τη δημιουργία μύθων μέσω της τηλεόρασης. Όμως, από ότι φαίνεται το θάρρος της γνώμης και της διατύπωσής της δημόσια είναι σπάνιο ή ανύπαρκτο φαινόμενο και ίσως μερικές αναφορές από την πλούσια και πολυτάραχη διαδρομή Ντογιάκου να θυμίσουν ότι οι δικαστές δεν δικάζουν μόνο αλλά είναι και κομμάτι της κοινωνίας.
Ο κ. Ντογιάκος μπορεί να αφυπηρέτησε από το δικαστικό σώμα αλλά η διαδρομή του τον κάνει απαραίτητο περισσότερο από ποτέ. Άλλωστε, όταν είχε αναλάβει τη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, η αποδοχή ήταν καθολική. Και πως να μην ήταν, αφού ο Ντογιάκος πολλές φορές στη διαδρομή του δεν δίστασε να συγκρουστεί και να κερδίσει, ενώ έγινε και στόχος απειλών.
Ο ίδιος πάντως, είχε πει ότι «οι αντιδράσεις, οι απειλές, οι ύβρεις δεν με απογοητεύουν. Αντίθετα με γοητεύουν», εξηγώντας την ικανότητα που είχε να χειρίζεται καυτές υποθέσεις.
Αυτό που έμεινε στην ιστορία είναι ο πόλεμος με τη Βασιλική Θάνου η οποία εκκίνησε πειθαρχική διαδικασία σε βάρος του ως προς τη συνθήκη εκλογής του στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, με βασικό επιχείρημα ότι δεν είχε το δικαίωμα του εκλέγεσθαι αλλά στην πραγματικότητα γιατί τόλμησε να της κάνει κριτική.
Η Επιθεώρηση του Αρείου Πάγου και η μεγάλη πλειοψηφία των αντιεισαγγελέων είχε άλλη γνώμη, αποφαινόμενοι ότι η εκλογή Ντογιάκου ήταν καθ’ όλα νόμιμη, αλλά η Πρόεδρος όμως επέμενε. Στο ζήτημα των ποινών είχε εμπλακεί ακόμη και ο πολιτικός προϊστάμενος της Δικαιοσύνης, τότε αρμόδιος υπουργός Νίκος Παρασκευόπουλος, ζητώντας – δια της εφέσεως – ποινή βαρύτερη από αυτή που είχε επιβληθεί στον κ. Ντογιάκο.
Όμως η απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου δεν του επιδόθηκε έγκαιρα και ο κ. Ντογιάκος ξαναέβαλε υποψηφιότητα και βγήκε με μεγάλη αποδοχή από 39 συναδέλφους του, αλλά με την εμμονή της Θάνου εξέπεσε του αξιώματός του. Ο κ. Ντογιάκος τελικά δικαιώθηκε από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο το οποίο επιδίκασε στην κα Θάνου αποζημίωση 7.000 ευρώ.
Ο κ. Ντογιάκος δεν έχει μείνει στην ιστορία για μόνο για τις υποθέσεις που προαναφέθηκαν. Ήταν ο δικαστής που μεταξύ άλλων απασχολήθηκε με την περίφημη βίλα της Εκάλης και την πηγή των χρημάτων ανοικοδόμησής της από τον Ανδρέα Παπανδρέου, την υπόθεση των δομημένων ομολόγων αλλά και το περίφημο παραδικαστικό.