Κατ' αντιπαράσταση εξέταση των δυο Ρουμάνων για τη δολοφονία Κουμανταρέα
Η εξέτασή τους ενώπιον της 3ης τακτικής ανακρίτριας πραγματοποιήθηκε ύστερα από σχετικό αίτημα που είχε υποβάλει η υπεράσπιση του 29χρονου Ρουμάνου, Κοσμίν Γκαϊτάν, προκειμένου να έρθει πρόσωπο με πρόσωπο με τον συγκατηγορούμενο και ομοεθνή του Στεφάν Ματασαρενάου.
Και οι δύο, επανέλαβαν όσα είχαν υποστηρίξει και στις απολογίες τους για το τι ακριβώς διαδραματίστηκε το βράδυ της 5ης Δεκεμβρίου στο διαμέρισμα του συγγραφέα στην Κυψέλη.
Ο 29χρονος κατηγορούμενος, στην απολογία του, έχει υποστηρίξει πως ο συγκατηγορούμενος του, ο 26χρονος Στεφάν, χτύπησε πολλές φορές τον άτυχο συγγραφέα στην είσοδο της πολυκατοικίας του.
Όπως έχει ισχυριστεί πήγαν μαζί με τον Στεφάν στην πολυκατοικία που διέμενε ο συγγραφέας προκειμένου να του ζητήσει ο 26χρονος δανεικά, 20 με 30 ευρώ. Ωστόσο, ο Μένης Κουμανταρέας αρνήθηκε να δώσει τα χρήματα και τσακώθηκαν.
Πρόσθεσε πως ο Στεφάν χτύπησε τον συγγραφέα, έξω από το ασανσέρ σε σημείο που δεν φαινόταν από το δρόμο, με αποτέλεσμα το θύμα να λιποθυμήσει.
Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο 29χρόνος ήθελε να τον αφήσουν εκεί και να φύγουν, αλλά, εκείνος επέμενε και τελικά τον μετέφεραν στο διαμέρισμα.
Μάλιστα και ενώπιον της ανακρίτριας σήμερα (24/02/2015), ο κατηγορούμενος φέρεται να αναπαράστησε τα όσα συνέβησαν μπροστά από το ασανσέρ, ισχυριζόμενος ότι ο συγκατηγορούμενός του έβαλε τα γόνατά του στο λαιμό και στο στήθος του πεσμένου θύματος, και συνέχισε να τον χτυπάει με γροθιές στο πρόσωπο.
Από την πλευρά του πάντως, ο 26χρονος Ματασαρενάου έχει υποστηρίξει δύο διαφορετικά πράγματα ενώπιον των αρχών, κάτι το οποίο έχει ήδη τεθεί στη ζυγαριά της δικαιοσύνης.
Στην απολογία ο 26χρονος έριξε όλη την ευθύνη στον συγκατηγορούμενό του, υποστηρίζοντας ότι λάτρευε τον συγγραφέα σαν πατέρα και δεν θα του έκανε κακό.
Όμως, ενώπιον των αστυνομικών αρχών ο Στ. Ματασαρενάου είχε πει ότι διαπληκτίστηκε με τον συγγραφέα:
«Εκείνος όμως συνέχιζε να φωνάζει και εγώ τσατίστηκα και τον έσπρωξα με το ένα μου χέρι. Δεν ήθελα να του κάνω κανένα κακό, ούτε τον χτύπησα. Ο Μένης έπεσε δίπλα από μία πολυθρόνα και τον άκουσα που έβγαλε ένα βογγητό σαν "αχ".
Έμεινε εκεί πεσμένος και δεν τον είδα να σηκώνεται. Τότε εγώ τσαντισμένος, είπα του Κοσμίν να φύγουμε και βγήκαμε από το διαμέρισμα. Δεν έψαξα τίποτα και δεν πήρα χρήματα ή κοσμήματα που μου λέτε».