«Βόμβα» ΣτΕ: Παράνομος ο υπολογισμός αντικειμενικών αξιών και ΕΝΦΙΑ σε τέσσερις περιοχές
Παράνομος κρίθηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ο τρόπος προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων και κατά συνέπεια και ο προσδιορισμός του ΕΝΦΙΑ σε 4 περιοχές της χώρας: Φιλοθέη, Ψυχικό, Νέο Βουτσά και Δελφοί Άμφισσας, γεγονός που αναγκάζει την κυβέρνηση να τις επαναπροσδιορίσει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου.
Ως εκ τούτου, όπως προβλέπει το ΣτΕ, ανοίγοντας το δρόμο και για άλλες περιοχές, πρέπει να επανεκτιμηθεί ο ΕΝΦΙΑ για το 2017, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να επιστραφεί ο φόρος του 2016 στους ιδιοκτήτες των συγκεκριμένων ακινήτων.
Ειδικότερα, η αυξημένη σύνθεση του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με μια σειρά αποφάσεών του, ακύρωσε την υπουργική απόφαση καθορισμού των συγκεκριμένων αντικειμενικών αξιών καθώς ο προσδιορισμός έγινε οριζόντια χωρίς να υπάρχει διαφανής, ορισμένη, πρόσφορη και οικονομετρικά άρτια μεθοδολογία προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών, όπως προβλέπεται από τη νομοθεσία (νόμος 3852/2010), αλλά ούτε λήφθηκε υπόψη η γνώμη του κάθε Δήμου ή Κοινότητας, όπως προβλέπεται.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ δεν σημαίνουν ωστόσο ότι πρέπει να επιστραφεί ο ΕΝΦΙΑ του 2016 στους ιδιοκτήτες ακινήτων των τεσσάρων αυτών περιοχών και αυτό γιατί κρίθηκε ότι δεν μπορεί ένα μήνα πριν την εκπνοή του 2016 να τροποποιηθεί ο κρατικός προσυλλογισμός.
Σύμφωνα με τις υπ΄ αριθμ. 2334-2337/2016 αποφάσεις «κατά την έννοια των εξουσιοδοτικών διατάξεων του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, ερμηνευoμένων υπό το φως των άρθρων 4 (παρ. 5) και 78 (παρ. 1) του Συντάγματος, ο προσδιορισμός από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση των αντικειμενικών αξιών των ακινήτων πρέπει να διενεργείται με βάση ενιαία (για το σύνολο των περιοχών που έχουν ενταχθεί στο σύστημα αντικειμενικού προσδιορισμού), διαφανή, αρκούντως ορισμένη, πρόσφορη και οικονομετρικά άρτια μεθοδολογία, ώστε να παρέχονται στους βαρυνόμενους επαρκή εχέγγυα ορθού καθορισμού της φορολογούμενης (ελάχιστης εύλογης αγοραίας) αξίας των ακινήτων τους και να τηρείται από τα αρμόδια διοικητικά όργανα το ίσο μέτρο (γνωμοδοτικής και αποφασιστικής) κρίσης. Η τοιαύτη ειδική μέθοδος πρέπει, ιδίως, να λαμβάνει προσηκόντως υπόψη την παρατεταμένη και σταδιακά εντεινόμενη ύφεση της αγοράς ακινήτων, συνεπεία της οικονομικής κρίσης και της επιβάρυνσης της ακίνητης περιουσίας με νέους φόρους, από το 2010 και μετά».
Παράλληλα , οι σύμβουλοι Επικρατείας αναφέρουν: «Κατά την κοινή πείρα, ιδιαίτερα σημαντικό στοιχείο προσδιορισμού της αγοραίας αξίας ενός ακινήτου είναι η τοποθεσία του, ο ως άνω ορισμός πρέπει να γίνεται τουλάχιστον σε επίπεδο δημοτικής ενότητας ή κοινότητας δήμου, κατόπιν συνεκτίμησης (διενεργούμενης κατ’ εφαρμογή της προαναφερόμενης ειδικής μεθόδου) συγκεκριμένων, περιλαμβανόμενων στο διοικητικό φάκελο, πρόσφορων και επίκαιρων στοιχείων για την πραγματική αγοραία αξία των ακινήτων στη σχετική ζώνη ή, σε περίπτωση αιτιολογημένης διαπίστωσης της ανυπαρξίας τέτοιων στοιχείων, με συνεκτίμηση ανάλογων υφιστάμενων στοιχείων για τις όμορες/γειτονικές ζώνες ή για άλλες ζώνες που κρίνονται αιτιολογημένα ότι παρουσιάζουν ουσιώδεις ομοιότητες όσον αφορά την αγορά ακινήτων.
Μεταξύ των στοιχείων που (πρέπει να) λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο αυτό, είναι και η προβλεπόμενη στο άρθρο 261 παρ. 4 του ν. 3852/2010 (απλή) γνώμη του οικείου Δημοτικού Συμβουλίου».
Επομένως, υπογραμμίζεται στις αποφάσεις του ΣτΕ, «η πρόταση ή/και ο κανονιστικός καθορισμός των τιμών εκκίνησης δεν χωρεί νομίμως, αν γίνεται (κατά παραγνώριση των προαναφερόμενων, συναγόμενων από το άρθρο 41 του ν. 1249/1982, όρων) συλλήβδην για όλες τις ζώνες ορισμένης περιφέρειας ή του συνόλου της επικράτειας, κατά γενική επίκληση και εκτίμηση στοιχείων αναγόμενων σε διάφορες περιοχές και δίχως συγκεκριμένη μεθοδολογία, που να έχει τα προαναφερόμενα χαρακτηριστικά».
Τέλος, ως προς τις αιτήσεις ακυρώσεως και τις περιοχές που απασχόλησαν τους δικαστές, στις αποφάσεις του ΣτΕ αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Ο καθορισμός των τιμών εκκίνησης στην επίδικη ζώνη έγινε στο πλαίσιο συλλήβδην προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών για τις ζώνες του συνόλου της επικράτειας, αναλόγως της τιμής που είχαν πριν από την επίδικη αναπροσαρμογή, βάσει εισήγησης της αρμόδιας επιτροπής του άρθρου 41 του ν. 1249/1982, η οποία πρότεινε οριζόντιες ποσοστιαίες μεταβολές ανά ομάδα τιμών ζώνης γενικά των ακινήτων της οικείας περιφέρειας, χωρίς να εκφέρει εξατομικευμένη κρίση για τις επιμέρους ζώνες της, ειδικότερα, δε, για την επίδικη ζώνη, με παράθεση των συγκεκριμένων στοιχείων που έλαβε υπόψη της σχετικά με τη ζώνη αυτή, και χωρίς να προκύπτει η εφαρμογή (από την επιτροπή και, περαιτέρω, από τον υπουργό) ορισμένης, οικονομετρικά άρτια μεθοδολογίας προσδιορισμού των αντικειμενικών αξιών».
Κατόπιν αυτών έγιναν δεκτές οι αιτήσεις των κατοίκων των τεσσάρων αυτών περιοχών και οι σύμβουλοι Επικρατείας ακύρωσαν την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση, κατά το μέρος της με το οποίο καθορίστηκαν οι τιμές εκκίνησης.