Σκληραίνει η κόντρα στο χώρο της Δικαιοσύνης
Μετά την αντίδραση της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων που αποδοκίμασε τη σχετική πρωτοβουλία ως αντισυνταγματική, ακόμη δύο δικαστικές ενώσεις, η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας αλλά και η Ένωση Διοικητικών Δικαστών, με αντίστοιχες ανακοινώσεις τους εκφράζουν την έντονη διαφωνία τους σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο επικαλούμενες τις επιταγές του Συντάγματος.
Μάλιστα η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας, επιτίθεται με ιδιαίτερη σφοδρότητα στην πρόεδρο του Αρείου Πάγου αφού όπως τονίζει μεταξύ άλλων: «Ο καθορισμός από το Σύνταγμα του 1975 συγκεκριμένου ορίου ηλικίας αποτρέπει παρεμβάσεις του νομοθέτη που θα αποσκοπούσαν είτε στην παράταση παραμονής ήδη υπηρετούντων ανώτατων δικαστών είτε στην πρόωρη απομάκρυνσή τους με την μείωση του ορίου, ενώ ταυτόχρονα διασφαλίζει την ανανέωση των προσώπων στις ανώτατες θέσεις της δικαστικής ιεραρχίας που αποτελεί βασική επιλογή ενός δημοκρατικού πολιτεύματος. Η επιλογή του Συντάγματος 1975 οφείλεται στις πικρές εμπειρίες που έζησε το δικαστικό σώμα και γενικότερα η ελληνική πολιτεία και κοινωνία, από τις παρεμβάσεις του νομοθέτη στον καθορισμό του ορίου ηλικίας με σκοπό την εκκαθάριση του δικαστικού σώματος από πρόσωπα "μη αρεστά" στην εκτελεστική εξουσία και την προώθηση άλλων που θεωρούνταν "ημέτεροι". Οι παρεμβάσεις αυτές παρατηρούνται από τη δικτατορική κυβέρνηση Μεταξά (ΑΝ 1912/1939), από τις κατοχικές κυβερνήσεις (ΝΔ 266/1941, ΝΔ 1380/1942) και από κυβερνήσεις κατά την περίοδο του εμφυλίου πολέμου (ΑΝ 721/1945)».
Από την πλευρά της η Ένωση Διοικητικών Δικαστών επισημαίνει ότι ενόψει του περιεχομένου της ρύθμισης του άρθρου 88 παρ. 5 του Συντάγματος, μόνο στο πλαίσιο συνταγματικής αναθεώρησης είναι δυνατό να μεταβληθεί το όριο αποχώρησης από την υπηρεσία των δικαστικών λειτουργών.
Απάντηση προέδρου Αρείου Πάγου
Σε ανακοίνωση - απάντηση η πρόεδρος του Αρείου Πάγου Βασιλική Θάνου-Χριστοφίλου εμμένει στην πρωτοβουλία της για την αύξηση των ηλικιακών ορίων συνταξιοδότησης των δικαστικών λειτουργών κατηγορώντας τις Ενώσεις για προσπάθεια στοχοποίησης της ίδιας, «παρότι -όπως τονίζει- γνωρίζουν πολύ καλά ότι:
1) Το αίτημα αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης των Δικαστών δεν είναι αίτημα προσωπικό, αλλά αίτημα της συντριπτικής πλειοψηφίας των Ανώτατων και Ανώτερων Δικαστικών Λειτουργών, οι οποίοι κατ’ επανάληψη είχαν απευθυνθεί και εξακολουθούν να απευθύνονται και στην Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, ζητώντας να στηρίξει το δίκαιο και νόμιμο αίτημά τους.
2) Ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου διαθέτει απόλυτα νόμιμο δικαίωμα (άρθ. 14 παρ. 2 και 4 ΚΟΔΚΔΛ – Ν. 1756/1988) να συγκαλεί την Ολομέλεια, για να γνωμοδοτήσει επί νομικών ζητημάτων, δικαίωμα το οποίο και κατά το παρελθόν συχνά έχει ασκήσει ο εκάστοτε Πρόεδρος. Τα μέλη της Ολομέλειας είναι εκείνα, τα οποία θα αποφασίσουν για την νομική ορθότητα, τη βασιμότητα και τη συνταγματικότητα ή μη των τεθέντων ερωτημάτων.
Ας αφήσουν λοιπόν ανεπηρέαστους τους Δικαστές του Αρείου Πάγου, οι οποίοι δεν έχουν ανάγκη ούτε υποδείξεων ούτε παραινέσεων, για να εκφράσουν την επιστημονική τους άποψη.
Οι ανακοινώσεις των ως άνω φορέων λίγες μόλις ημέρες πριν τη συνεδρίαση της Ολομέλειας και χωρίς να αναμένουν για να ακουσθεί και η αντίθετη προς τη δική τους νομική άποψη, μπορούν δικαιολογημένα να θεωρηθεί ότι συνιστούν ανεπίτρεπτη προσπάθεια επηρεασμού και παρεμπόδισης της ελεύθερης έκφρασης γνώμης των μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αποτελούν σαφή παρέμβαση, για την έκδοση της απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου».