Εκβιασμοί και απειλές για ασυλία στα Golden boys του ΤΑΙΠΕΔ
Θα μπλοκάρουν τη δόση αν δεν απαλλαγούν οι τρεις υπόδικοι
Η απειλή «παγώματος» της καταβολής της δόσης των 8,5 δισ. ευρώ, αν δεν τεθούν υπό καθεστώς «αμνήστευσης» οι 3 αλλοδαποί τεχνοκράτες του ΤΑΙΠΕΔ, εκτοξεύθηκε χθες δια στόματος του Ισπανού υπουργού Οικονομικών Luis de Guindos Jurado, ο οποίος προσερχόμενος στο Ecofin του Λουξεμβούργου τόνισε επί λέξει πως «αν δεν υπάρξει λύση γι’ αυτούς τους κυρίους, η εκταμίευση δεν θα λάβει χώρα».
Λίγες ώρες αργότερα το Μαξίμου με non paper επιχειρώντας να καθησυχάσει τους δανειστές ανέφερε πως «η Ελλάδα θα κάνει ό,τι είναι απαραίτητο προκειμένου, στο πλαίσιο της έννομης τάξης και της δικαιοκρατίας, το θέμα που έχει προκύψει με τους τρεις εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ, να διευθετηθεί άμεσα και αποτελεσματικά. Δεν υφίσταται κανένας λόγος ανησυχίας».
Για την ιστορία το ζήτημα της «ασυλίας» επί των ευθυνών των εμπειρογνωμόνων έχει καλυφθεί με νομοθετική ρύθμιση επί διακυβέρνησης Σαμαρά, αλλά η επίμαχη υπόθεση προηγείται της εν λόγω ρύθμισης και συνεπώς ο νόμος δεν έχει αναδρομική ισχύ για την περίπτωση αυτή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτό δεν ήταν το μοναδικό θέμα που τέθηκε και μάλιστα με ιδιαίτερη σφοδρότητα στην ελληνική κυβέρνηση, καθώς κάποιες χώρες φέρονται να έθεσαν στο EuroWorking Group της Πέμπτης ακόμη και ζήτημα αποζημίωσης του πρώην επικεφαλής της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου για τα δικαστικά έξοδα που δαπάνησε προκειμένου να αντιμετωπίσει τις διώξεις εναντίον του σχετικά με την τεχνητή διόγκωση του ελλείμματος του 2009! Όπως είναι γνωστό ο Α. Γεωργίου απαλλάχθηκε τελικά για δεύτερη φορά με βούλευμα (υπ΄αριθμ.969/2017) του Συμβουλίου Εφετών.
Ποιοι είναι οι αλλοδαποί τεχνοκράτες – Γιατί κατηγορούνται
Ο φάκελος της δικογραφίας αφορά τα 28 ακίνητα, πέντε κτίρια των υπουργείων Πολιτισμού, Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, Υγείας και Παιδείας, 13 κτίρια ΔΟY και πέντε κτίρια της Αστυνομίας, που μεταβιβάστηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ με σκοπό την πώληση και λειτουργική μίσθωσή τους (sale-and-lease-back), για 20 χρόνια.
Συνολικά στην υπόθεση, κατηγορούνται έξι μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ, της περιόδου 2013-2014, για απιστία με τις επιβαρυντικές περιστάσεις του νόμου περί καταχραστών του Δημοσίου. Οι τρεις εξ αυτών είναι αλλοδαποί. Πρόκειται για τον Ισπανό Πρόεδρο της Κτηματικής Υπηρεσίας του Ισπανικού Δημοσίου,Pedro Pablo Nunez Domingo, τον ομόλογό του της Ιταλίας, Paolo Maranca και τον Σλοβάκο Πρόεδρο του Χρηματιστηρίου της χώρας του, Ivan Gransky. Οι υπόλοιποι τρείς είναι οι Γκίκας Μάναλης, Σπύρος Λιούκας και Γρηγόριος Δούνης. Όλοι συμμετείχαν στο Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων που εισηγήθηκε στο ΔΣ του ΤΑΙΠΕΔ την πώληση των ακινήτων και κατηγορούνται για κακουργηματική απιστία. Μάλιστα πριν από λίγες ημέρες εκδόθηκε το υπ’ αριθμόν 999/2017 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών, με το οποίο παραπέμπονται σε δίκη. Σύμφωνα με αυτό τα μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων «παρότι μπορούσαν λόγω των γνώσεων και των ικανοτήτων τους να εισηγηθούν τροποποίηση των όρων της συναλλαγής ώστε η αξιοποίηση της περιουσίας να καταστεί συμφέρουσα για το Δημόσιο, δεν το έπραξαν και ομόφωνα γνωμοδότησαν προς το ΔΣ ότι η διαδικασία που τηρήθηκε ήταν επωφελής».
Και τα έξι μέλη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων του ΤΑΙΠΕΔ απολογούμενοι ενώπιον του έμπειρου ανακριτή κατά της Διαφθοράς Κώστα Σαργιώτη είχαν αφεθεί ελεύθεροι. Οι κατηγορούμενοι ισχυρίστηκαν πως ο ρόλος τους ήταν απλώς γνωμοδοτικός και συνεπώς όχι δεσμευτικός για το ΔΣ το οποίο είχε και τον τελευταίο λόγο.
Το... ξεπούλημα
Η υπόθεση έφτασε στην ανάκριση μετά το πόρισμα «καταπέλτη» των εισαγγελέων Τριανταφύλλου-Σέβη, στο οποίο βασίστηκαν εν πολλοίς και τα κατηγορητήρια του κ. Σαριώτη. Βάση αυτού, η πώληση και επαναμίσθωση των 28 ακινήτων ήταν “προσαρμοσμένη” στα συμφέροντα των δύο εταιρειών στις οποίες κατοχυρώθηκαν: την Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ και την Eurobank Properties.
Η συνολική ζημία του Δημοσίου ανέρχεται σε τουλάχιστον 575.856.504 ευρώ, διότι οι μεν τιμές πώλησης ήταν σημαντικά μικρότερες από τις τρέχουσες αντικειμενικές/αγοραίες, τα δε τιμήματα επαναμίσθωσης και οι όροι που τα συνόδευαν-20ετής διάρκεια μίσθωσης, ενοίκια για άδεια κτίρια, κ.α- ουσιαστικά ήταν “χάρισμα” στις εταιρείες που τα απέκτησαν.
Όπως χαρακτηριστικά αναφερόταν στο εισαγγελικό πόρισμα: «Καθόλα τα στάδια της συναλλαγής διαφαίνεται η συνεχής προσπάθεια των χρηματοοικονομικών και λοιπών συμβούλων να εκμηδενιστεί το ρίσκο του επενδυτή αλλά και να «αισθάνεται» αυτός ασφαλής. Οι όροι της συναλλαγής διαμορφώθηκαν στο πλαίσιο μιας εμπορικής διαπραγμάτευσης, κατά την οποία οι ισχυροί διαπραγματευτές/επενδυτές εξέφραζαν τις «επιθυμίες» τους, τις οποίες μετέφεραν οι σύμβουλοι στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου και οι οποίες είχαν καθοριστική σημασία για το περιεχόμενο των περιληφθησομένων στις συμβάσεις όρων. Αντιθέτως το Δημόσιο έμοιαζε να μην έχει αγορητή.»