Ολομέλεια ΣτΕ: Άκυρη η ηλεκτρονική υποβολή πόθεν έσχες
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 2649/2017 απόφαση του ΣτΕ που έκανε δεκτή σχετική αίτηση ακύρωσης όλων των Δικαστικών Ενώσεων, είναι παράνομη η από 13.10.2016 Υπουργική Απόφαση, η οποία καθόριζε τον «τύπο και περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης (Δ.Π.Κ.) και της δήλωσης οικονομικών συμφερόντων (Δ.Ο.Σ.) και τον ηλεκτρονικό τρόπο υποβολής των δηλώσεων αυτών».
Η μη νομιμότητα της απόφασης των συναρμόδιων υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών ανάγεται στο γεγονός ότι δεν δημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως οι παραμετρικές τιμές και οι οδηγίες συμπλήρωσης πεδίων των Δ.Π.Κ. και Δ.Ο.Σ. που περιλαμβάνονται στην ηλεκτρονική εφαρμογή «πόθεν έσχες», με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος νομιμότητας των ουσιωδών αυτών στοιχείων της κανονιστικής ρύθμισης.
Ειδικότερα, κρίθηκε αντισυνταγματική η διάταξη που προβλέπει υποχρέωση για όλους τους υπόχρεους (δικαστές, δημοσιογράφοι, εκδότες, λιμενικοί κτλ.) υποβολής δηλώσεων πόθεν έσχες να συμπεριληφθούν στη Δ.Π.Κ., ποσά σε μετρητά που υπερβαίνουν τα 15.000 ευρώ και φυλάσσονται εκτός πιστωτικών ιδρυμάτων ή εντός θυρίδων, καθώς και κινητά περιουσιακά στοιχεία, των οποίων η αξία υπερβαίνει τα 30.000 ευρώ. Επίσης, κρίθηκε ότι η παράλειψη της Υπουργικής Απόφασης να προβλέψει εύλογο χρονικό περιορισμό (που δεν μπορεί να υπερβεί την πενταετία) για τη διενέργεια και ολοκλήρωσης του ελέγχου, καθώς και για τη διατήρηση των προσωπικών δεδομένων των υπόχρεων αντίκεινται στην κατοχυρωμένη συνταγματικώς αρχή της ασφάλειας του δικαίου και στη δυνατότητα διατήρησης των προσωπικών δεδομένων μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο για τις ανάγκες της επεξεργασίας.
Για τους δικαστές
Για τους δικαστικούς λειτουργούς η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ότι ο έλεγχος του πόθεν έσχες γι’ αυτούς πρέπει να γίνεται από συγκεκριμένο όργανο στο οποίο να μετέχουν, συμπεριλαμβανομένου και του Προέδρου του, κατά πλειοψηφία ανώτατοι δικαστές από τα τρία ανώτατα δικαστήρια της χώρας.
«Το Δικαστήριο, έκρινε η Ολομέλεια του ΣτΕ, όσον αφορά ειδικώς τους δικαστικούς λειτουργούς, λαμβάνοντας υπόψη ότι ο έλεγχος της περιουσιακής κατάστασης αυτών συνδέεται άμεσα με την εκπλήρωση του υπηρεσιακού τους καθήκοντος και πρέπει να διενεργείται κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η συνταγματικώς επιβαλλόμενη ανεξαρτησία αυτών έναντι των οργάνων των δύο άλλων λειτουργιών, κατέληξε, κατ’ αποδοχή σχετικού λόγου, στο ότι το επιφορτισμένο με τον έλεγχο όργανο πρέπει να συγκροτείται, τουλάχιστον κατά πλειοψηφία, συμπεριλαμβανομένου του Προέδρου του, από ανώτατους τακτικούς δικαστές, μέλη των τριών Ανωτάτων Δικαστηρίων».