Kατάθεση - σοκ στη δίκη της Χρυσής Αυγής: «Μαθήματα σφαγής και εντολές ξυλοδαρμού»
Η προστατευόμενη μάρτυρας κατέθεσε όσα αντιλήφθηκε από το 2004 που άρχισε να πηγαίνει στα κεντρικά της Χρυσής Αυγής μέχρι και το 2010 οπότε «εξαφανίστηκε» από το ιδιόκτητο σπίτι της και τη δουλειά της, για να μην την εντοπίσουν μέλη της οργάνωσης καθώς, όπως είπε στο δικαστήριο, κινδύνευε με άγριο ξυλοδαρμό.
Όπως είπε το πρώην μέλος της Χρυσής Αυγής, η βίαιη συμπεριφορά των μελών απέναντι σε ξένους και όποιον διαφωνούσε μαζί τους ήταν σταδιακά κλιμακούμενη από το 2006 και μετά ενώ όπως ανέφερε χαρακτηριστικά «από το 2010 άρχισαν να τραβάνε επισήμως μαχαίρια».
Η «μάρτυρας Ε» κατέθεσε επίσης πως άκουγε για εκπαιδεύσεις με νυχτερινές πεζοπορίες γύρω από την Αθήνα, αναρριχήσεις και «μαθήματα σφαγής και εξουδετέρωσης του εχθρού». Η ίδια όπως ανέφερε στο δικαστήριο δεν συμμετείχε σε όλα αυτά «λόγω της φύσης μου», εξηγώντας πως είχε ρωτήσει γιατί δεν λάμβανε μέρος στις δραστηριότητες αυτές και της είχαν απαντήσει ότι η «ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού δεν το επιτρέπει». Είπε επίσης πως ήταν παρούσα στα γραφεία της οργάνωσης «όταν ο Μίχος ακύρωσε ένα μάθημα σφαγής όπου θα τους έδειχνε πώς θα χρησιμοποιούν μαχαίρια για να βρίσκουν και να χτυπούν αρτηρίες».
Κατέθεσε, επίσης, πως οι ανώτεροί τους στην οργάνωση τους έλεγαν ότι πρέπει να έχουν όπλα γιατί «κινδυνεύουν» και ότι αυτό εντάθηκε μετά από «μία βόμβα που είχε βρεθεί τάχα στα γραφεία της Χρυσής Αυγής». Μάλιστα, κατέθεσε πως ο κατηγορούμενος βουλευτής Νίκος Μίχος της είχε προτείνει να της πουλήσει όπλο και σφαίρες. Τόνισε επίσης πως όλοι οι «μεγαλοσχήμονες» της οργάνωσης κουβαλούσαν πάνω τους όπλα.
Σε ερωτήσεις της Έδρας αν δέχθηκε απειλές όταν άρχισε να αποστασιοποιείται από τη Χρυσή Αυγή, η μάρτυρας αναφέρθηκε σε «εντολή ξυλοδαρμού» που είχε βγει εναντίον της, στην παρουσία του αδελφού του κατηγορούμενου βουλευτή Ηλία Κασιδιάρη έξω από το σπίτι της «να με κοιτάει με σταυρωμένα χέρια» και σε «επιτηρήτρια» που της είχαν, στην οποία «έπρεπε να δίνω λογαριασμό για τα πάντα». Όπως μάλιστα ανέφερε η γυναίκα, «η εντολή (σ.σ. ξυλοδαρμού) δεν φεύγει. Οποιοσδήποτε μικρότερος ξέρει πως όπου με βρει, θα πρέπει να μου σπάσει τα πόδια».