Αναβίωσε στο δικαστήριο η δολοφονία Σαρακίνη που είχε συγκλονίσει τη Ζάκυνθο
Ένοχο για ανθρωποκτονία από πρόθεση εν βρασμώ ψυχικής ορμής κήρυξε το δικαστήριο (ΜΟΔ Πάτρας) τον πρώτο κατηγορούμενο για την δολοφονία του Γιώργου Σαρακίνη.
Στο άκουσμα της απόφασης η οικογένεια του έδειξε ανακουφισμένη μια και θα "σπάσουν" τα ισόβια δεδομένου ότι κρίθηκε πως ήταν εν βρασμώ.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος κρίθηκε αθώος για την κατηγορία της απλής συνέργειας και της χρήσης όπλου στη δολοφονία και ένοχος για παράνομη οπλοκατοχή.
Αναμένονται οι ποινές ενώ εξετάζονται καθαρά ελαφρυντικά .
Τι είχε πει στην απολογία του
«Αυτή η έχθρα με τον Γιώργο Σαρακίνη δεν ξεκίνησε από τον δεύτερο κατηγορούμενο και το γεγονός ότι ο πατέρας του πρώτου είχε σκοτώσει τον πατέρα του δεύτερου αλλά από τη σχέση που είχε στο παρελθόν ο αδελφός του με τη σύζυγό μου».
Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την απολογία του στο Μικτό Ορκωτό δικαστήριο της Πάτρας.
Ο καθ΄ ομολογίαν δράστης της δολοφονίας του Γιώργου Σαρακίνη κάθισε στο εδώλιο του κατηγορούμενου μαζί με το φίλο και κουμπάρο του, έξω από το βενζινάδικο του οποίου έγινε η δολοφονία, σε κεντρικό δρόμο του νησιού.
Ο δεύτερος κατηγορούμενος αντιμετωπίζει την κατηγορία της απλής συνέργειας στην ανθρωποκτονία από πρόθεση, της παράνομης οπλοκατοχής και παραποίησης όπλου κατά την απολογία του υποστήριξε ότι αν γνώριζε τι θα έκανε ο πρώτος κατηγορούμενος θα τον σταματούσε.
Ο πρώτος κατηγορούμενος που είναι ο άνθρωπος που πυροβόλησε το θύμα εξήγησε στο δικαστήριο ότι ο Γιώργος Σαρακίνης είχε κάνει τη ζωή του μαρτύριο και ότι απειλούσε τον ίδιο, τη γυναίκα του και τα παιδιά του καθώς στο παρελθόν η σύζυγός του διατηρούσε ερωτική σχέση με τον αδελφό του θύματος.
«Κάθε φορά που βρισκόμασταν ένιωθα απειλή» ανέφερε χαρακτηριστικά. Δήλωσε μετανιωμένος για την πράξη του στην οποία έφτασε καθώς βρισκόταν σε ένα συνεχή φόβο που του είχε προκαλέσει η συνεχής πίεση και βία από το θύμα και το περιβάλλον του.
Ο ίδιος εξήγησε ότι με το που έγινε γνωστή η σχέση του με τη σύζυγο του δεχόταν απειλές από μέλη της οικογένειας του θύματος ακόμα και μέσα από τη φυλακή. «Ήξερα ότι προερχόταν από οικογένεια που είχε προβλήματα με το νόμο αλλά δεν έδινα βάση. Στην πορεία κατάλαβα ότι εννοούσε τις απειλές και έφυγα για την Αυστραλία. Νόμιζα ότι η ιστορία είχε λήξει, επέστρεψα στο νησί και άνοιξα μία επιχείρηση. Δεν σταμάτησαν όμως ποτέ να με κυνηγάνε» ανέφερε ο κατηγορούμενος.
Στη συνέχεια εξιστόρησε διάφορα περιστατικά όπου σύμφωνα πάντα με τον ίδιο το θύμα σήκωσε μέχρι και όπλο εναντίον του. Απειλές για τον ίδιο, τη γυναίκα του και τα παιδιά του αλλά και πυροβολισμοί έξω από σπίτι της οικογένειας του δημιούργησαν όπως είπε ένα συνεχή φόβο. Μάλιστα εξήγησε ότι χρειάστηκε ψυχιατρική υποστήριξη και φαρμακευτική αγωγή προκειμένου να αντιμετωπίσει την κατάσταση.
«Δεν είμαι άνθρωπος της βίας. Πήγα αρκετές φορές την αστυνομία, στο λιμενικό, στον εισαγγελέα όμως δε με βοήθησε κανείς. Δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Ήμουν πάντα απειλούμενος χωρίς βοήθεια από κανέναν» ανέφερε τονίζοντας ότι ο Γιώργος Σαρακίνης «δε δέχτηκε ποτέ να του αντισταθεί άνθρωπος». Εξήγησε ότι άρχισε να οπλοφορεί και να έχει μία καραμπίνα- που του είχε δηλώσει κάποτε ο πατέρας του γι κυνήγι -στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου, 15 μέρες πριν τη δολοφονία.
Η μοιραία μέρα της δολοφονίας
Το πρωί της δολοφονίας ο πρώτος κατηγορούμενος βρισκόταν στο βενζινάδικο του δεύτερου κατηγορούμενου έχοντας λάβει φαρμακευτική αγωγή. Την πρώτη φορά που το θύμα πέρασε από εκεί οδηγώντας το μαύρο smart αυτοκίνητο, όπως είπε ο ίδιος στην απολογία του, τον κοίταξε προκλητικά και ο ίδιος ένιωσε αγανάκτηση.
«Όταν μετά από ένα τέταρτο πέρασε ξανά, πήρα την καραμπίνα από το αυτοκίνητο και στάθηκα στη μέση του δρόμου. Δεν ήθελα να τον σκοτώσω. Ήθελα να τον αποτρέψω από το να με πλησιάσει. Ήταν λάθος μου να πάρω την καραμπίνα αλλά δεν είχα τι άλλο να κάνω. Με πλησίασε, είδα το πρόσωπο του. Είχε χαμηλή ταχύτητα, σαν να περπατούσε. Τον είδα να απλώνει το χέρι του στο παρ μπριζ. Νόμιζα ότι τραβούσε όπλο για να με πυροβολήσει. Άρχισα να χτυπάω το αυτοκίνητο χωρίς να σκεφτώ». Έτσι περιέγραψε τη σκηνή του φόνου συμπληρώνοντας:
«Δεν έπρεπε να έχω αφαιρέσει μία ζωή. Έπρεπε τώρα να είμαι σπίτι μου κι εκείνος φυλακή για τις πράξεις του. Μακάρι να ήμουν εδώ κατηγορούμενος για απόπειρα ανθρωποκτονίας και να τον ρωτούσα γιατί μου τα έκανε όλα αυτά».
Ο κατηγορούμενος μετά την δολοφονία ανέβηκε στη μηχανή του και πήγε στην αστυνομία. «Δεν ήξερα ακριβώς τι είχα κάνει αλλά ήξερα ότι ήταν κάτι κακό. Μετάνιωσα από την πρώτη στιγμή που μου είπαν πως είχε πεθάνει. Δεν πίστευα ότι θα φτάναμε εκεί. Αν ήξερα ότι θα τον σκότωνα θα έφευγα από τη Ζάκυνθο» δήλωσε ενώπιων του δικαστηρίου.
Το όπλο που βρέθηκε στο αυτοκίνητο του θύματος
Σύμφωνα με την κατάθεση του αστυνομικού που έφτασε στον τόπο της δολοφονίας στο κάθισμα το συνοδηγού και πεσμένο κάτω βρέθηκε ένα κλειστό τσαντάκι μέσα στο οποίο βρέθηκε το όπλο του θύματος. Από την άλλη, η σύζυγος του β΄κατηγορούμενου στην κατάθεση της υποστήριξε πως όταν πλησίασε το αυτοκίνητο για να δει τι είχε συμβεί, διαπίστωσε πως στα γόνατα του θύματος υπήρχε όπλο.
Το που βρισκόταν το όπλο του θύματος έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς ο α΄κατηγορούμενος υποστήριξε ότι το θύμα πήγε να τον πυροβολήσει.
Τι κατέθεσαν τα αδέλφια του θύματος
Σύμφωνα με όσα κατέθεσε ο αδελφός του θύματος όταν ενημερώθηκε από γνωστό του, ότι κάποιος πυροβόλησε τον αδελφό του, εκείνο το μοιραίο πρωί, έφτασε στο σημείο με μία καραμπίνα καθώς, όπως υποστηρίξε στο Δικαστήριο, δεν ήξερε τι είχε συμβεί και αν κινδύνευε και ο ίδιος.
«Δεν πίστευα ότι θα φτάναμε σε αυτό το σημείο»
Ο ίδιος ανέφερε ότι εξαιτίας του εγκλήματος που είχε διαπράξει ο πατέρας του απέφευγε να περνάει από εκείνο το σημείο για να μην προκαλέσει. «Δεν πίστευα ότι θα φτάναμε σε αυτό το σημείο» ανέφερε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι ο πρώτος κατηγορούμενος δεν είχε λόγο να σκοτώσει τον αδελφό του και ότι κάποιος τον έβαλε να το κάνει.
Σύμφωνα με την αδελφή του θύματος ο κατηγορούμενος ήθελε να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του. «Έψαχναν ένα θύμα για να πάρουν πίσω το αίμα του πατέρα τους. Προσπάθησαν να σκοτώσουν τον πατέρας μας αλλά δεν τα κατάφεραν» ανέφερε τονίζοντας πως πιστεύει ότι κατηγορούμενος είναι «ένας πληρωμένος δολοφόνος».
Σύμφωμα με όσα υποστήριξε το θύμα ήταν ο προστάτης της οικογένειας.
Από την άλλη, σύμφωνα με αρκετές από τις καταθέσεις των μαρτύρων ο α΄ κατηγορούμενος δεχόταν απειλές από το θύμα καθώς παντρεύτηκε μία γυναίκα με την οποία ο αδελφός του διατηρούσε ερωτική σχέση για 6 χρόνια.
Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν στο Δικαστήριο, υπήρξαν πολλά περιστατικά μεταξύ του α΄ κατηγορούμενου και του θύματος το οποίο- σύμφωνα πάντα με όσα ειπώθηκαν- ήθελε να χωρίσει το ζευγάρι και απειλούσε ακόμα και τις ζωές του προκειμένου να το πετύχει. Μάλιστα το ζευγάρι προκειμένου να γλιτώσει και να ηρεμήσουν τα πράγματα έμεινε για κάποιους μήνες στην Αυστραλία.
Η σύζυγος του κατηγορούμενου στην κατάθεση της μίλησε για το πόσο δύσκολο ήταν να ξεφύγει από την πρώην σχέση της από την οποία ήθελε να χωρίσει από τον πρώτο κιόλας χρόνο.
Ανέφερε ότι αισθανόταν απειλή- ακόμα και για την ίδια της τη ζωή- από το θύμα και περιέγραψε περιστατικά βίας στα οποία «πρωταγωνίστησαν» ακόμα και όπλα.
Μάλιστα, όπως ισχυρίστηκε, 15 μέρες πριν τη δολοφονία είδε το θύμα να σημαδεύει το σύζυγό της ο οποίος κατάφερε να διαφύγει.
Στην κατάθεση της υποστήριξε ότι όποια κοπέλα διατηρούσε ερωτική σχέση με κάποιον από τα αδέλφια δύσκολα μπορούσε να ξεφύγει.
Και η μητέρα της κατέθεσε ότι η οικογένεια Σαρακίνη και κυρίως το θύμα δεν τους άφηνε ήσυχους.
Ο α΄κατηγορούμενος ο οποίος παρουσιάστηκε, μέσα από τις καταθέσεις, ως απελπισμένος με την κατάσταση όπως περιγράφηκε παραπάνω, τις τελευταίες βδομάδες πριν τη δολοφονία, την οποία ομολόγησε αμέσως, οπλοφορούσε.
Είχε σφαίρες που διαπερνούν το αλεξίσφαιρο
Εκτός από την ερωτική σχέση που είχε η σύζυγος του α΄κατηγορούμενου με τον αδελφό του θύματος κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας, έγινε λόγος απο τους μάρτυρες και για ερωτική σχέση που διατηρούσε το θύμα με την ανηψιά του β΄κατηγορούμενου, η οποία μάλιστα δε βρέθηκε στην δικαστική αίθουσα.
Τα μπλεξίματα του θύματος με τον νόμο και η φυλακή
Να σημειώσουμε ότι οι συνήγοροι υπεράσπισης στάθηκαν στο γεγονός ότι το θύμα ήρθε αντιμέτωπος με τη φυλακή καθώς κατηγορήθηκε για αρκετά βαριές και αξιόποινες πράξεις. Μάλιστα ειπώθηκε ότι τα αδέλφια της οικογένειας τα αποκαλούσαν "αδελφούς Ντάλτον".
Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε ότι το θύμα είχε στην κατοχή του σφαίρες που είχαν απαγορευτεί από το εμπόριο, καθώς είχαν τη δυνατότητα να διαπερνούν το αλεξίσφαιρο.
Στις καταθέσεις τους υποστήριξαν επίσης ότι ο κατηγορούμενος εξαιτίας των απειλών που δεχόταν ο ίδιος, η γυναίκα του και τα μικρά παιδιά του ήταν ιδιαίτερα φοβισμένος και χρειάστηκε τη βοήθεια ψυχιάτρου.
ΠΗΓΗ thebest.gr