Θυρανοίξια του ναού της Κοιμήσεως Θεοτόκου στην Απιδέα Λακωνίας
Το έργο ξεκίνησε το 2020, με τη ένταξή του στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Πελοποννήσου- ΕΣΠΑ 2014-2020, με προϋπολογισμό 1.035.400 ευρώ.
Στον χαιρετισμό της η Λίνα Μενδώνη αναφέρθηκε «στη σπουδαιότητα της Απιδιάς, ενός από τα σημαντικότερα πολίσματα της βυζαντινής Λακωνίας, στην οποία εντοπίζονται πολλά και σημαντικά μνημεία. Ο ναός της Κοίμησης της Θεοτόκου, δείγμα ενός σπάνιου τύπου «ανατολίζουσας» Βασιλικής, φανερώνει όχι μόνον τον αρχιτεκτονικό πλούτο της περιοχής, αλλά και την πολιτική της σημασία, στα χρόνια της αυτοκρατορίας. Για την οικογένεια του Υπουργείου Πολιτισμού η αποκατάσταση ενός μνημείου και οι απόδοσή του στην τοπική κοινωνία είναι ένα εξαιρετικά χαρμόσυνο γεγονός. Πολλώ δε μάλλον, όταν το μνημείο αποκτά την αρχική του χρήση. Σήμερα, ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αποκατεστημένος κατά τρόπο άριστο, από τη Διεύθυνση Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας, αποκτά τη λειτουργική του χρήση και αποδίδεται στην Εκκλησία και στην ορθόδοξη λατρεία. Θέλω να ευχαριστήσω τον Περιφερειάρχη Παναγιώτη Νίκα για την εξαιρετική συνεργασία μας όλα αυτά τα χρόνια, τον σεβασμιότατο Μητροπολίτη κ. Ευστάθιο και όλους, όσους δούλεψαν για την αποκατάσταση του ναού: Μηχανικούς, αρχαιολόγους, τεχνίτες και εργάτες, οι οποίοι αφοσιωμένοι στο έργο της προστασίας, της συντήρησης, της αποκατάστασης, της ανάδειξης του πολιτιστικού μας αποθέματος, αποδίδουν έργα σπουδαία. Να ευχαριστήσω και όλους εσάς, που η παρουσία σας, σήμερα δηλώνει την αγάπη σας για το μνημείο».
Στην τελετή χοροστάτησε ο Μητροπολίτης Μονεμβασίας και Σπάρτης Ευστάθιος, παρουσία του υπουργού Επικρατείας Μάκη Βορίδη, του Περιφερειάρχη Πελοποννήσου Παναγιώτη Νίκα και του Δημάρχου Ευρώτα, Δήμου Βέρδου.
Το έργο αποκατάστασης
Ο Ι.Ν. Κοιμήσεως Θεοτόκου είναι χτισμένος σε ρυθμό τρίκλιτης θολοσκέπαστης Βασιλικής. Αποτελεί ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά δείγματα του συγκεκριμένου ρυθμού, σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο. Το κτίσμα, μετασκευή παλαιοχριστιανικού ναού του 5ου αιώνα, μετατράπηκε σε θολοσκέπαστο ναό, στη διάρκεια της μεσοβυζαντινής περιόδου (10ο αιώνα), ενώ ο εσωτερικός διάκοσμος χρονολογείται από τα τέλη του 19ου αιώνα. Το ξυλόγλυπτο τμήμα του τέμπλου είναι επενδεδυμένο με φύλλα χρυσού και στηρίζεται σε μαρμάρινο γλυπτό, του 13ου αιώνα.
Για την αποκατάσταση του ναού εκτελέστηκαν εργασίες συντήρησης των παλαιών επιχρισμάτων, εξωτερικά αρμολογήματα, έρευνα για την ύπαρξη τοιχογραφιών, καθαίρεση νεώτερων επιχρισμάτων και καθαρισμό αρμών, αποκατάσταση ρωγμών, επισκευή ρηγματώσεων θόλων, ενίσχυση-αποκατάσταση-στεγανοποίηση και επικάλυψη με κεραμίδια της ξύλινης στέγης του νάρθηκα, αποκατάσταση ρηγματωμένων πωρόλιθων του βορειοδυτικού πεσσού και τοποθέτηση ανοξείδωτων δακτυλίων περίσφιξης ρηγματωμένων κιόνων, αποκατάσταση βυζαντινών ανοιγμάτων με χειροποίητες πλίνθους, συντήρηση μαρμάρινων μελών και τέμπλου, Η/Μ εγκαταστάσεις κ.ά. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας ανέλαβε τη συντήρηση του ξυλόγλυπτου τμήματος του τέμπλου, του δεσποτικού θρόνου και των φορητών εικόνων.
Τα νέα ευρήματα
Κατά τη διάρκεια των εργασιών ανακαλύφθηκαν σημαντικά νέα ευρήματα. Πρόκειται για δύο πλίνθινους σταυρούς, οι οποίοι βρέθηκαν εκατέρωθεν του επισκοπικού θρόνου, στο σύνθρονο (κεντρική κόγχη), αλλά και για την παλαιά πλινθοδομή του ανακουφιστικού τόξου, της παλαιότερης δυτικής πύλης εισόδου. Εντοπίστηκε τοιχογραφία του 13ου αι. στην όψη του δυτικού τοίχου, αναπαριστώντας τη Δευτέρα Παρουσία. Μετά από τις απαραίτητες εργασίες για τη στερέωση της ζωγραφικής επιφάνειας, καλύφθηκε προσωρινά, προκειμένου να κριθεί επιστημονικά η διαδικασία της ανάδειξής της.