Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος για ομόφυλα ζευγάρια: «Αναμένουμε τις αποφάσεις για να τοποθετηθούμε»
Η Εκκλησία έχει διατρανώσει εδώ και καιρό την αντίθεσή της στο γάμο και στην τεκνοθεσία των ομόφυλων ζευγαριών, ενώ μετά τις εξαγγελίες της κυβέρνησης αναμένεται να τοποθετηθεί επίσημα ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
«Ακούμε τόσα πολλά που έχουμε μπερδευτεί», ανέφερε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος στο OPEN, ενώ ξεκαθάρισε ότι η Εκκλησία θα πάρει θέση για τις κυβερνητικές εξαγγελίες περί των ομόφυλων ζευγαριών και της τεκνοθεσίας, μετά τις επίσημες ανακοινώσεις και τις προβλέψεις του επίμαχου νομοσχεδίου.
«Περιμένουμε να ακούσουμε τους βασικούς άξονες που θα ακολουθήσει η πολιτεία και μετά θα πάρουμε θέση» είπε ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
Απαντώντας σε ερώτηση αν θα μιλήσει με τον πρωθυπουργό, είπε πως όλα είναι ανοικτά.
Ιεράρχες πάντως κλιμακώνουν τις αντιδράσεις τους με βασική αιχμή την τεκνοθεσία και εκφράζουν την διαφωνία τους με το νομοσχέδιο.
«Ο γάμος είναι σχέση ανδρός και γυναικός», ξεκαθαρίζουν, προσθέτοντας ότι είναι πολύ σημαντική και η ψυχοσύνθεση των παιδιών, εφόσον δεν μεγαλώνουν με ένα φυσιολογικό περιβάλλον με διακριτούς ρόλους.
Δείτε το βίντεο:
Πρόσφατα, τη θέση της για τον γάμο και την υιοθεσία υπέρ των ομόφυλων ζευγαριών, ανέφερε η Ιερά Σύνοδος σε εγκύκλιο που στάλθηκε σε όλες τις Μητροπόλεις. Μάλιστα την εγκύκλιο υπογράφει ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, λίγες ημέρες μετά τη συνέντευξή του στον ΑΝΤ1 που είχε προκαλέσει μια σειρά από αντιδράσεις.
Ξεκαθαρίζοντας το τοπίο, στην εγκύκλιο καταγράφεται η διαφωνία της Εκκλησίας της Ελλάδας με την ομόφυλη γονεϊκότητα, καθώς δεν ικανοποιούνται τα δικαιώματα των παιδιών να έχουν πατέρα και μητέρα, αλλά και η διαφωνία με τον ομόφυλο γάμο, διότι οδηγεί σε ομόφυλη γονεϊκότητα. Όπως αναφέρεται η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία του Χριστού έχει τη δική της θετική πρόταση ζωής, που είναι ο χριστιανικός γάμος μεταξύ άνδρα και γυναίκας. Σε ό,τι αφορά τις ομοερωτικές τάσεις και πράξεις, σημειώνεται πως όλοι οι άνθρωποι, παρά τις ατέλειες και αδυναμίες τους, είναι εξίσου τέκνα και εικόνες του Θεού. Η Εκκλησία, ως οικογένεια που είναι, δεν απορρίπτει κανένα πρόσωπο για τις αδυναμίες του. Ωστόσο, κάθε άνθρωπος είναι ελεύθερος και επομένως υπεύθυνος εάν οι επιλογές του, οι πράξεις και ο τρόπος ζωής του τον οδηγούν ή τον απομακρύνουν από τον Θεό.
Αναφορικά με την «Ισότητα» στο γάμο και στην υιοθεσία, η εγκύκλιος παραπέμπει στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και το Ενωσιακό Δίκαιο. Καταγράφει ως «αναληθές» το γεγονός ότι προκειμένου να γίνει λόγος για ανάγκη ίσης μεταχείρισης ή εξίσωσης μεταξύ ετερόφυλων και ομόφυλων ζευγαριών στο δικαίωμα του γάμου και της υιοθεσίας στην Ελλάδα, θα έπρεπε να προϋπάρχει νομικά μία αδικαιολόγητη ανισότητα, η οποία πρέπει να αποκατασταθεί. Όμως, τόσο βάσει του Ελληνικού Συντάγματος (άρθρο 21) όσο και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο γάμος προβλέφθηκε ρητά μόνο μεταξύ άνδρα και γυναίκας.
Την ίδια ώρα, το σύμφωνο συμβίωσης στην Ελλάδα χορηγεί στα ομόφυλα ζευγάρια τα ίδια δικαιώματα με αυτά του γάμου, με δύο εξαιρέσεις: το δικαίωμα ληξιαρχικής προσθήκης του επωνύμου του ενός συμβαλλόμενου μέρους στο επώνυμο του άλλου μέρους και το δικαίωμα υιοθεσίας.
Επομένως, αν προχωρούσε στην Ελλάδα η ψήφιση νόμου για το γάμο υπέρ των ομόφυλων ζευγαριών, θα αναγνωριζόταν και το δικαίωμά τους στην τεκνοθεσία. Διαφορετικά, η Ελλάδα θα καταδικάζονταν από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λόγω δυσμενούς διάκρισης της ελληνικής νομοθεσίας σε βάρος των έγγαμων ομόφυλων ζευγαριών με κριτήριο τον σεξουαλικό προσανατολισμό τους.
Στην περίπτωση που οποιαδήποτε Κυβέρνηση επεκτείνει τον γάμο στα ομόφυλα ζευγάρια, χωρίς το δικαίωμα υιοθεσίας, που έχουν τα ετερόφυλα ζευγάρια, ουσιαστικά μεταφέρει το πολιτικό κόστος σε επόμενη Κυβέρνηση, ώστε να επεκτείνει την υιοθεσία σε συζύγους του ιδίου φύλου, αφού όμως θα έχει προκαλέσει την καταδίκη της χώρας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, εξαιτίας της εσφαλμένης νομοθετικής της πολιτικής, δηλαδή ελλιπούς επέκτασης του γάμου και των δικαιωμάτων, που συνδέονται με αυτόν.
Η Ιερά Σύνοδος, προτάσσει την έμφυτη ανάγκη των παιδιών και κατ’ επέκταση, το δικαίωμά τους να μεγαλώνουν με άνδρα πατέρα και γυναίκα μητέρα αντί υποκατάστατων λύσεων, όπως του γονέα Α και του γονέα Β (δύο μητέρες, δύο πατέρες). Τονίζεται πως τα δεν πρέπει τα παιδιά να χρησιμοποιούνται ως «εργαλείο ακτιβιστικής πίεσης», ενώ θεωρεί πως η ομόφυλη γονεϊκότητα θα ευνοούσε φαινόμενα οικονομικής εκμετάλλευσης γυναικών ως παρένθετων μητέρων.
Μάλιστα, η εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου, καταλήγει: «Τα παιδιά δεν είναι ούτε κατοικίδια ζώα συντροφιάς για όποιον θέλει να νιώσει κηδεμόνας ούτε αξεσουάρ, που θα επισημοποιήσουν ή θα καταστήσουν κοινωνικά αποδεκτή μια ομόφυλη συμβίωση».