Η Ιστορία, οι θρύλοι και η τέχνη πίσω από τον Ακάθιστο Ύμνο
Τελείται τμηματικά κάθε Παρασκευή στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες των Νηστειών, ενώ την Παρασκευή της Ε’ Εβδομάδος ανακεφαλαιώνεται ολόκληρος ο ύμνος. Θεωρείται δικαίως ένα αριστούργημα της βυζαντινής υμνογραφίας.
Η γλώσσα του είναι σοβαρή και ποιητική και πλουτίζεται από κοσμητικά επίθετα και πολλά σχήματα λόγου. Το θέμα του είναι η εξύμνηση της ενανθρώπισης του Θεού μέσω της Θεοτόκου.
Αποτελείται από προοίμιο και 24 οίκους (στροφές) σε ελληνική αλφαβητική ακροστιχίδα, από το Α ως το Ω (κάθε «οίκος» ξεκινά με το αντίστοιχο κατά σειρά ελληνικό γράμμα).
Το γενικό θέμα του ύμνου είναι ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου.
Οι πρώτοι δώδεκα οίκοι του (Α-Μ) αποτελούν το ιστορικό μέρος, όπου εξιστορούνται τα γεγονότα από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου μέχρι την Υπαπαντή (ο Ευαγγελισμός , η επίσκεψη της εγκύου Παρθένου στην Ελισάβετ, οι αμφιβολίες του Ιωσήφ, η προσκύνηση των ποιμένων και των Μάγων, η Υπαπαντή και η φυγή στην Αίγυπτο). Οι τελευταίοι δώδεκα (Ν-Ω) αποτελούν το θεολογικό ή δογματικό μέρος, στο οποίο ο μελωδός αναλύει τις βαθύτερες θεολογικές και δογματικές προεκτάσεις της Ενανθρώπισης του Κυρίου και το σκοπό της.
Το πρόβλημα της σύνθεσης του Κοντακίου του Ακάθιστου Ύμνου παραμένει ένα από τα δυσκολότερα φιλολογικά προβλήματα, καθώς οι μελετητές όχι μόνο δεν έχουν ακόμη καταλήξει στο ποιος, πότε και γιατί συνέθεσε τον ύμνο αυτό, αλλά οι γνώμες τους διαφέρουν πολύ. Σύμφωνα με την παράδοση πάντως ο ύμνος αποδίδεται στον μεγάλο υμνογράφο του 6ου αιώνα Ρωμανό Μελωδό.
Ο Ύμνος έχει συνδεθεί με σημαντικά ιστορικά γεγονότα της Βασιλεύουσας. Το έτος 626, όταν ο αυτοκράτορας Ηράκλειος έκανε εκστρατεία με τα βυζαντινά στρατεύματα εναντίον των Περσών, η Βασιλεύουσα πολιορκήθηκε αιφνιδίως από τους Αβάρους, οι οποίοι γνώριζαν την απουσία του στατεύματος από την Κωνπόλη.
Στις 6 Αυγούστου κατέλαβαν την Παναγία των Βλαχερνών και την επομένη νύχτα ετοίμαζαν την τελική επίθεση. Ο πατριάρχης Σέργιος περιέτρεχε τα τείχη της Πόλης με την εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας και ενεθάρρυνε το λαό στην αντίσταση.
Τότε ξέσπασε ένας φοβερός ανεμοστρόβιλος, που αποδόθηκε σε θαύμα της Παναγίας, καθώς σήκωσε τέτοια τρικυμία που ο εχθρικός στόλος καταστράφηκε, ενώ η αντεπίθεση των αμυνόμενων προκάλεσε βαρύτατες απώλειες στους Αβάρους και τους Πέρσες, οι οποίοι έλυσαν την πολιορκία.
Η ψαλμωδία όμως του Ακάθιστου συνδέεται από τις ιστορικές πηγές και με άλλα παρόμοια γεγονότα: τις πολιορκίες και την σωτηρία της Κωνσταντινουπόλεως επί Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (673), επί Λέοντος του Ισαύρου (717-718) και επί Μιχαήλ Γ΄ (860). Κάποιοι ερευνητές από το περιεχόμενό του υποθέτουν ότι ο ύμνος αναφέρεται σε κοινό εορτασμό του Ευαγγελισμού και των Χριστουγέννων, εορτές οι οποίες χωρίστηκαν κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού (527-565), υπόθεση που αν ισχύει σημαίνει ότι ο ύμνος γράφτηκε το αργότερο επί Ιουστινιανού, αφ’ ετέρου ενισχύει την άποψη ότι προϋπήρχε των γεγονότων του 626, όπως διαβάζουμε στο dogma.gr.
Για ποιόν λόγο όμως ψάλλεται κατά την Μεγάλη Τεσσαρακοστή και όχι τις ημερομηνίες των λύσεων των πολιορκιών που αναφέραμε, οι οποίες όλες συντελέστηκαν το θέρος; Είναι προφανές ότι συνδέθηκε προφανώς εξ αιτίας ενός άλλου καθαρώς λειτουργικού λόγου: Στην περίοδο της Νηστείας εμπίπτει πάντοτε η μεγάλη εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι η μόνη μεγάλη εορτή, που λόγω του πένθιμου χαρακτήρας της Τεσσαρακοστής, στερείται προεορτίων και μεθεόρτων. Αυτήν ακριβώς την έλλειψη έρχεται να κάλυψη η ψαλμωδία του Ακάθιστου ύμνου.
Το βράδυ της Παρασκευής ανήκει λειτουργικώς στο Σάββατο, ημέρα που μαζί με την Κυριακή είναι οι μόνες των εβδομάδων των Νηστειών, κατά τις οποίες επιτρέπεται ο εορτασμός χαρμόσυνων γεγονότων. Σύμφωνα με ορισμένα Τυπικά ο Ακάθιστος ψαλόταν πέντε ημέρες προ της εορτής του Ευαγγελισμού και κατ’ άλλα τον όρθρο της ημέρας της εορτής. Συνεπώς, ο Ακάθιστος ύμνος είναι το κοντάκιο του Ευαγγελισμού και ο ύμνος της σαρκώσεως του Λόγου του Θεού.