Άναψε φωτιές... ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος
Στην προσφώνησή του ο Μητροπολίτης είπε ότι «σήμερα η Ορθοδοξία ξέμαθε να διαλέγεται "...με την πόλη, με την πολιτική και τον πολιτισμό"». Αναρωτήθηκε πως «...και η Εκκλησία δεν αισθάνεται πλέον βολικά στην πλατεία. Ποια; η Εκκλησία! που ξεκίνησε όχι από τους δρόμους αλλά κάτω από τους δρόμους, από τις κατακόμβες και μεταμόρφωσε αυτοκρατορίες». Συνεχίζοντας τόνισε πως στην Εκκλησία «...δεν πιστεύουμε ότι η "πραμάτεια" μας στο παζάρι, όντως θα γίνει ανάρπαστη! Αλλά κι αν αποκλεισθούμε από το παζάρι, τότε όπου και να πάμε, εκεί θα στηθεί η λαϊκή αγορά».
Και έφερε τρία παραδείγματα. Σχετικά με τη Σύνοδο της Κρήτης είπε πως «...αν πιστεύουμε ότι ο Χριστός είναι η Εκκλησία, υπάρχει στ’ αλήθεια Σύνοδος Επισκόπων που θα επιδιώξει και θα επιτύχει να βλάψει την Εκκλησία; Όποιος πει "ναι", τότε γι’ αυτόν η Εκκλησία δεν είναι ο Χριστός, αλλά ένας ανθρώπινος οργανισμός».
Αναφορικά με την ίδρυση του τμήματος Ισλαμικών Σπουδών στη Θεολογική Σχολή της Θεσσαλονίκης εξέφρασε τον φόβο του λέγοντας: «Όμως αν ερχόμουν, ξέρετε τί θα σας έλεγα; οι Θεσσαλονικείς φοβάστε τους 30 θρακιώτες μουσουλμάνους που θα παρακολουθήσουν το Πρόγραμμα, όμως εγώ φοβάμαι κάτι άλλο: μην τυχόν αυτά τα παιδιά -που είναι, όπως ήταν κάποτε τα δικά μας κατηχητόπουλα το 1960- χαλάσουν και στη Σχολή και στη Θεσσαλονίκη», όπως διαβάζουμε στο romfea.gr.
Σχετικά με τους λαθρομετανάστες και την αποδοχή τους εκ μέρους της κοινωνίας αναρωτήθηκε πως «Αφού ξέρουμε ότι υπάρχουν δύο τακτικές, η λογική και η φανατική, γιατί δεν επιλέγουμε την πρώτη;», και τόνισε πως «ξέρουμε ότι η ανθρωπιά πλέον ή εμπνέεται από το Ευαγγέλιο ή απλά δεν υπάρχει. Ή είναι απόρροια -έστω και ασύνειδη- της Ορθόδοξης βιοτής ή είναι απεριόριστη υποκρισία».
Σχετικά με την «αλεπού» της ιστορίας, δηλ. την Εκκλησία είπε: «Ας μη μας λείπει η αυτοσυνειδησία, δεν φτιάξαμε εμείς την Εκκλησία, είναι "Θεού οικοδομή". Ας μη χάνουμε την αυτοεκτίμησή μας, ο Χριστός παραμένει μαζί μας "όλες τις ημέρες της ζωής μας, μέχρι τη συντέλεια των αιώνων". Ο πολύτιμος μαργαρίτης, δεν κάνει να μένει άλλο θαμμένος στη γη. Ας τον βγάλουμε κι ας τον εμπορευτούμε στον πάγκο, στο παζάρι».
Και συνέχισε: «Απαιτούμε τη διόρθωση του μαθήματος των θρησκευτικών, περιφέροντας τις σαγιονάρες των οσίων για προσκύνηση. Θριαμβολογούμε την απομάκρυνση του υπουργού Παιδείας, όταν το Κοινοβούλιο ψήφισε πανηγυρικά το Σύμφωνο Συμβίωσης (και όταν ο Ομπάμα αναφέρθηκε στο γάμο των ομοφυλοφίλων, οι Ορθόδοξοι Έλληνες που ήταν στην κατάμεστη τεράστια αίθουσα του Ιδρύματος Νιάρχου, τον καταχειροκρότησαν). Οι νέοι μας ζητούν ψωμί κι εμείς τους δίνουμε πέτρες. Επιστήμες του αύριο, όπως η Βιολογία και η Γενετική, ζητούν να βάλουμε ηθικά όρια στην έρευνά τους κι εμείς ασχολούμαστε με...προφητείες».
«Κυρίως μας φοβούνται οι πολιτικοί της Χώρας μας, επειδή, όπως ειπώθηκε "γλιστράμε εύκολα". Όταν θίγονται τα προνόμιά μας, επικαλούμαστε το ρόλο του Κλήρου στα 1821. Όταν προτείνεται η αξιολόγησή μας, κραδαίνουμε τα συσσίτια των ενοριών μας. Ενώ υπάρχουν παπάδες που ξημεροβραδιάζονται στους ναούς με το πετραχήλι στο λαιμό, επίσημα προτάσσουμε το κοινωνικό μας έργο».
«Είμαστε αναγκαίοι, αλλά λιγότερο ενδιαφέροντες απ’ όσο νομίζουμε».
Τόνισε, επίσης, πως «...αν δεν σταθούμε έτσι μπροστά στο πονεμένο βογγητό του Σαμαρείτη, θα εκλιπαρούμε την δημόσια υπάρξή μας, μόνο και μόνο ως ανάχωμα, παλαιότερα στον κομμουνισμό και σήμερα στο Ισλάμ».
Και κατέληξε με την ερώτηση: «Αλήθεια, τί αξία έχει, η Θεολογία μας, χωρίς το μυστήριο της σάρκωσης; Τί αξία έχει μια Εκκλησία που θα είναι απόκοσμη, επειδή θα φοβάται μην τυχόν χαρακτηριστεί ως κοσμική;»