Το χριστουγεννιάτικο μήνυμα του Ιερώνυμου: Να εγκαταλείψουμε τους εγωισμούς και την αλληλοϋπονόμευση
Συνιστά, μάλιστα, να προσανατολιστούμε στο εσωτερικό του ανθρώπου και όχι «σε απρόσωπους θεσμούς, άψυχους αριθμούς και στείρα δημοσιονομικά μεγέθη», προκειμένου να απεγκλωβιστούμε από την πολυεπίπεδη κρίση.
Επιπλέον, καλεί άπαντες να ξεπεράσουν το συλλογικό και ατομικό εγωισμό, με την επισήμανση ότι η Εκκλησία «ως Μητέρα και τροφός του γένους των ανθρώπων δεν θα παύσει με κάθε τρόπο να διακηρύττει ότι το μήνυμα της εορτής των Χριστουγέννων, φανερώνει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφώσει το παρόν συνδημιουργώντας με τον αναμενόμενο ενανθρωπήσαντα Κτίστη το μέλλον».
Ακολουθεί ολόκληρο το μήνυμα του Προκαθημένου της Εκκλησίας της Ελλάδος:
«Αδελφοί μου και τέκνα μου εν Κυρίω αγαπητά,
«Παράδοξον Μυστήριον, οικονομείται σήμερον! Καινοτομούνται φύσεις, και Θεός άνθρωπος γίνεται»
Το κοσμοσωτήριο γεγονός της ενανθρώπησης του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Υιού και Λόγου του Θεού, είναι όντως «παράδοξον μυστήριον». Η διαβεβαίωση αυτή δεν συνιστά μία υποκειμενική ιστορική τοποθέτηση αλλά μία δυναμική πρόσκληση, που απευθύνεται στον κάθε άνθρωπο, για να την επαληθεύσει στην εμπειρία της ζωής του.
«Μυστήριον» γιατί δεν υπακούει στη λογική στενότητα θεωρητικών αρχών, αλλά φανερώνεται και τελεσιουργείται μονάχα στην αγαπητική ευρύτητα της ελεύθερης και έμπρακτης ανταπόκρισης του ανθρώπου.
«Παράδοξον» γιατί θεμελιώνεται στην αντινομία να πηγάζει η ζωή από τη θυσία, ο πλούτος από την πτωχεία, η πληρότητα από την κένωση, η δόξα από τον Σταυρό.
Η φύση όλων των πραγμάτων «καινοτομείται» στον στίβο της απροϋπόθετης αγάπης. Αυτής της αγάπης που ως μοναδικό όρο θέτει την έξοδο από τον ατομισμό μας, της αγάπης που ανατρέπει κάθε είδους ανισότητες, της αγάπης που στηλιτεύει τις αδικίες, της αγάπης που δεν στρέφει αδιάφορα το πρόσωπό της μπροστά στην ποικιλία των ανθρωπίνων προβλημάτων, αλλά τολμά να θέτει το «δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων».
Η ζωντανή μαρτυρία καί ελπίδα της ανακαίνισης του κόσμου συνιστά ένα χειροπιαστό πνευματικό και συγχρόνως υλικό γεγονός, σαν την θεανθρώπινη υπόσταση του Χριστού, που δεν κραυγάζει αλλά σιγοκαίει, που εργάζεται αθόρυβα, σιωπηλά και διακριτικά την εκ θεμελίων αλλαγή των πάντων.
Αυτή είναι η μαρτυρία και η διακονία της Εκκλησίας: προσλαμβάνει την αγωνία και τον αγώνα του ανθρώπου, για να του αποκαλύψει ότι όσα μας πονούν μπορούν να θεραπευθούν ολοτελώς μόνο με τη βία του εκούσιου μαρτυρίου.
Το γεγονός ότι ο «Θεός άνθρωπος γίνεται» κατέλιπε αιώνια παρακαταθήκη ότι ο κόσμος αλλάζει πάντοτε μαρτυρικά. Διότι ο Δημιουργός δεν θέλησε να εγκαινιάσει τη σωτηρία χωρίς μαρτύριο, χωρίς θυσία, χωρίς πραγματική συμμετοχή Του στην αρρώστια και τον πόνο του θανάτου. Ενδύθηκε την ανθρώπινη αθλιότητα, για να την καταργήσει «μορφήν δούλου λαμβάνει», για να δωρίσει την ελευθερία.
Η ριζική αλλαγή συνεπώς αυτών που μας καταδυναστεύουν και η προοπτική εξόδου από την πολυεπίπεδη κρίση στην οποία είμαστε εγκλωβισμένοι, τόσο αληθεύει και εδραιώνεται, όσο κατευθύνεται πρωτίστως προς το εσωτερικό του ανθρώπου και όχι προς απρόσωπους θεσμούς, άψυχους αριθμούς και στείρα δημοσιονομικά μεγέθη αν δεν εγκαταλείψουμε τους εγωισμούς μας και την αλληλοϋπονόμευση και δεν προσανατολιστούμε στην ενότητα και την μεταξύ μας συνεργασία, δεν πρόκειται να αναδυθεί ρεαλιστικά η προοπτική να μεταμορφώσουμε θετικά και τα θεσμικά μας προϊόντα, τα οποία ανακυκλώνουν σήμερα την δίνη της κρίσης και δημιουργούν αποπνικτική ασφυξία, ιδίως στους πιο αδύνατους και εμπερίστατους.
Στον σπαρασσόμενο κόσμο μας, που πάσχει και νοσεί από τη βαρειά ασθένεια του συλλογικού και ατομικού εγωισμού, της επικυριαρχίας, της εκμετάλλευσης, η Αγία μας Εκκλησία, ως Μητέρα και τροφός του γένους των ανθρώπων δεν θα παύσει με κάθε τρόπο να διακηρύττει ότι το μήνυμα της εορτής των Χριστουγέννων, φανερώνει τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να μεταμορφώσει το παρόν συνδημιουργώντας με τον αναμενόμενο ενανθρωπήσαντα Κτίστη το μέλλον.
Κι αν μπροστά σε αυτή την ζωοποιό προοπτική η «πολυαρχία των ανθρώπων»[2] αντιδρά και βρυχάται, διότι διαισθάνεται ότι διακυβεύονται τα κατεστημένα συμφέροντά της, η Εκκλησία θα συνεχίζει να απευθύνει το μήνυμά της με ανυπόκριτο σεβασμό στην μοναδικότητα και στο ανεπανάληπτο του κάθε ανθρώπου: «Ο ουρανός και η γη, σήμερον προφητικώς ευφραινέσθωσαν. 'Αγγελοι και άνθρωποι, πνευματικώς πανηγυρίσωμεν ότι Θεός εν σαρκί επέφανε, τοις εν σκότει και σκιά καθημένοις»[3]. Ένα μήνυμα ορατής ελπίδας και πραγματικής χαράς για το πώς μπορούμε να διαλύσουμε το σκοτάδι και να διαβούμε στο Φως.
Ευλογημένα Χριστούγεννα
Ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος Β'»