ΕΛΣΤΑΤ: Στο 25,5% η ανεργία το τρίτο τρίμηνο

Στο 25,5% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στη χώρα το γ΄ τρίμηνο φέτος, με τον αριθμό των ανέργων να ανέρχεται σε 1.229.370.
4'

Παρά τον περιορισμό του ποσοστού της ανεργίας, που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ, τα δομικά προβλήματα παραμένουν και απαιτούν ριζικές λύσεις για την αντιμετώπισή τους.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το ποσοστό των μακροχρόνια ανέργων (αυτοί που αναζητούν μάταια εργασία για 12 μήνες και πάνω) εκτινάχθηκε στο 75,4% του συνόλου των ανέργων. Ενώ, το 75,1% των ανέργων είναι διατεθειμένο να δουλέψει ακόμη και με μερική απασχόληση και, ουσιαστικά, με «φιλοδώρημα» αντί για κανονικό μισθό.

Παράλληλα, ένας στους δύο νέους έως 24 ετών είναι άνεργος, παρά τα πεντάμηνα προγράμματα απασχόλησης, και ειδικά στις νέες γυναίκες, το ποσοστό ανεργίας φτάνει στο 56,6%. Πολύ υψηλή, στο 39,7% είναι ανεργία και στην πλέον παραγωγική ηλικία των 25- 29 ετών.
Ειδικότερα, από την τριμηνιαία έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν τα εξής:

Το γ΄ τρίμηνο εφέτος, το ποσοστό ανεργίας ήταν 25,5%, έναντι 26,6% του β΄ τριμήνου εφέτος και 27,2% του αντίστοιχου τριμήνου του 2013. Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 1.229.370 άτομα και μειώθηκε κατά 4% σε σχέση µε το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 6,9% σε σχέση µε το γ΄ τρίμηνο του 2013.

Ο αριθμός των απασχολούμενων ανήλθε σε 3.586.885 άτομα και η απασχόληση αυξήθηκε κατά 1,4% σε σχέση µε το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 1,5% σε σχέση µε το γ΄ τρίμηνο πέρυσι.

Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (29,2% το γ΄ τρίμηνο εφέτος από 31,3% το γ΄ τρίμηνο πέρυσι) είναι σημαντικά υψηλότερο από εκείνο των ανδρών (22,6% από 24%).

Ηλικιακά, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στους νέους 15-24 ετών (49,5% το γ΄ τρίμηνο εφέτος από 57,1% το γ΄ τρίμηνο πέρυσι) και στα άτομα 25- 29 ετών (39,7% από 43,5%). Ακολουθούν, οι ηλικίες 30- 44 ετών (24,7% από 25,9%), 45- 64 ετών (18,5% από 18,9%) και 65 ετών και άνω (9,3% από 8,2%).
Σε επίπεδο περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται η Κεντρική Μακεδονία (27,8% το γ΄ τρίμηνο εφέτος από 30,2% το γ΄ τρίμηνο πέρυσι), η Δυτική Ελλάδα (27,5% από 28,9%) και η Αττική (27,1% από 28,8%). Ακολουθούν, η Δυτική Μακεδονία (26,7% από 32,1%), η Στερεά Ελλάδα (26% από 28,4%), η Ήπειρος (25,9% από 27,5%), η Θεσσαλία (25,4% από 25,1%), η Ανατολική Μακεδονία- Θράκη (23% από 27,1%), η Πελοπόννησος (23% από 22,4%), το Βόρειο Αιγαίο (21,6% από 20,8%), η Κρήτη (20,9% από 22,9%), οι Ιόνιοι Νήσοι (16,1% από 12,8%) και το Νότιο Αιγαίο (15,2% από 17,3%).

Το ποσοστό των «νέων ανέργων» (των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν) ανέρχεται στο 24% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν εργασία από 12 μήνες και άνω, ανεξάρτητα αν είναι «νέοι» ή «παλαιοί» άνεργοι), αποτελούν αντίστοιχα το 75,4% του συνόλου.

Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων µε ξένη υπηκοότητα, είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (30,3% έναντι 25,1%). Επίσης, το 73,6% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 50,5%.

Λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους έχουν πάει μερικές τάξεις Δημοτικού (34,8%), ενώ ακολουθούν τα άτομα που δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (33%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό (12,7%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (20,6%)

Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 18,7% αναζητεί αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 75,1% αναζητεί πλήρη αλλά στην ανάγκη είναι διατεθειμένο να εργαστεί και µε μερική απασχόληση. Τέλος, το 6,1% είτε αναζητεί μερική απασχόληση είτε δεν ενδιαφέρεται εάν θα βρει μερική ή πλήρη απασχόληση.

Ένα ποσοστό ανέργων (5,1%) απέρριψε κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή: α) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (23,6%), β) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (20,8%), γ) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο (22,8%),

Το γ΄ τρίμηνο βρήκαν απασχόληση 171.989 άτομα, τα οποία ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, 54.670 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά µη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης. Αντίθετα, 125.507 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 71.070 άτομα που ήταν απασχολούμενα, είναι πλέον οικονομικά µη ενεργά. Επιπλέον, 110.926 άτομα που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά µη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση, αλλά είναι άνεργα.

Ανά τομέα της οικονομίας, στον πρωτογενή τομέα παρατηρείται μείωση 1,1% στον αριθμό των απασχολούμενων. Στον δευτερογενή, παρατηρείται μείωση 1,7% και στον τριτογενή τομέα αύξηση 2,7%.

Το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 9,5% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων, το 68,4% έκανε αυτή την επιλογή διότι δεν μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 6,4% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,3% γιατί εκπαιδεύεται, το 2,2% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 18,7% για διάφορους άλλους λόγους.

Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 64,4%, εξακολουθεί να είναι χαμηλότερο του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία ανέρχεται στο 83,4% του συνόλου των απασχολουμένων.