Αχτσιόγλου: Ποιοι εργαζόμενοι θα δουν αύξηση στο μισθό τους
«Το τέλος των μνημονίων σηματοδοτεί την ανάκτηση της ελευθερίας στην επιλογή, τη διαμόρφωση και την άσκηση πολιτικής», υπογραμμίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου.
Η υπουργός επισημαίνει ότι «με την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος η παρούσα κυβέρνηση υλοποιεί την κορυφαία δέσμευση που ανέλαβε απέναντι στην ελληνική κοινωνία το 2015».
«Στόχος μας για την επόμενη μέρα είναι η κοινωνική πολιτική που ασκούμε να καταστεί καθολική. Να υποστηρίξει, δηλαδή, όχι μόνο τους πλέον αδύναμους αλλά τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Και έχουμε πια όλα τα εργαλεία για να το πράξουμε αυτό», είναι μια ακόμη φράση-κλειδί της υπουργού για την «επόμενη μέρα», με την κ. Αχτσιόγλου να παραπέμπει, για αρχή, στις εξαγγελίες του πρωθυπουργού από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, μετά από δύο εβδομάδες.
Ιδιαίτερα αναλυτική στη συνέντευξή της στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, για το νέο, μετα-μνημονιακό τοπίο για τους εργαζόμενους, περιγράφει τα επόμενα βήματα για την πλήρη επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, όπως και για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Με κοινό «δια ταύτα», το γεγονός ότι «χιλιάδες εργαζόμενοι θα δουν άμεση βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους».
Στο φλέγον μέτρο της μείωσης των συντάξεων, η κ. Αχτσιόγλου λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ πως, «στο τεχνοκρατικό επίπεδο επιμένουμε στις θέσεις μας», ενώ «πολιτικά θεωρώ ότι έχει διαμορφωθεί ένα πολύ πιο ευνοϊκό κλίμα στην Ευρώπη για την Ελλάδα από αυτό που ίσχυε στη δεύτερη αξιολόγηση, και τούτο αποδεικνύουν πρωτίστως οι τοποθετήσεις του επιτρόπου Μοσκοβισί».
«Τα εργασιακά αποτελούν τη σαφή διαιρετική τομή ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση», σημειώνει επίσης η υπουργός Εργασίας, προϊδεάζοντας, ίσως, για όσα θα επακολουθήσουν στον πολιτικό στίβο ως τις εκλογές...
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Έφης Αχτσιόγλου στον Νίκο Παπαδημητρίου για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Ερ.: Μνημόνιο τέλος, κυρία υπουργέ, και δεν ξέρω αν θα μπορούσε να μιλήσει κανείς για μια νέα φάση, με περισσότερα «εργαλεία» στη διάθεση της κυβέρνησης, αλλά και δυνατότητα στήριξης όχι μόνο των πιο ευάλωτων όπως συνέβαινε ως τώρα, αλλά και της μεσαίας τάξης στο εξής...
Απ.: Το τέλος των μνημονίων δημιουργεί αδιαμφισβήτητα μία νέα πραγματικότητα για τη χώρα μας και σηματοδοτεί την ανάκτηση της ελευθερίας στην επιλογή, τη διαμόρφωση και την άσκηση πολιτικής. Επιβεβαιώνει ασφαλώς και την δυναμική και σταθερή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. Με την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος η παρούσα κυβέρνηση υλοποιεί την κορυφαία δέσμευση που ανέλαβε απέναντι στην ελληνική κοινωνία το 2015. Συγχρόνως, όλη αυτή την περίοδο, η κυβέρνηση εφάρμοσε πολιτικές που στόχευαν στην ανακούφιση των πλέον αδύναμων συμπολιτών μας, στην αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης που σάρωσε την ελληνική κοινωνία την περίοδο 2010-2014, προχώρησε όμως και σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την αναγέννηση του δημόσιου συστήματος υγείας, κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής προστασίας. Στόχος μας για την επόμενη μέρα είναι η κοινωνική πολιτική που ασκούμε να καταστεί καθολική. Να υποστηρίξει, δηλαδή, όχι μόνο τους πλέον αδύναμους αλλά τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Και έχουμε πια όλα τα εργαλεία για να το πράξουμε αυτό. Διότι αφενός έχουμε θέσει σταθερά θεμέλια στους κρίσιμους τομείς του κοινωνικού κράτους που προανέφερα, αφετέρου έχουμε διασφαλίσει τον αναγκαίο δημοσιονομικό χώρο που θα μας επιτρέψει τις θετικές παρεμβάσεις. Οι ανακοινώσεις του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ που θα εξειδικεύσουν τον, άνω των 750 εκατ., διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο για το 2019 σε ελαφρύνσεις και κοινωνικές παροχές θα αποτελέσουν την τροχιοδεικτική βολή αυτής της προσπάθειας.
Ερ.: Ας εξειδικεύσουμε λοιπόν, δεδομένου μάλιστα ότι το Υπουργείο Εργασίας είναι στην αιχμή των νέων πολιτικών. Από πότε θα δούμε την επέκταση των κλαδικών συμβάσεων;
Απ.: Η επαναφορά των βασικών αρχών των συλλογικών διαπραγματεύσεων, της επεκτασιμότητας και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, έχει ήδη νομοθετηθεί από την κυβέρνηση και τέθηκε σε ισχύ με το τέλος του μνημονίου.
Οι εργαζόμενοι έχουν ξανά τη δυνατότητα και τα εργαλεία, να διεκδικήσουν και να υπογράψουν συλλογικές συμβάσεις, που θα βελτιώνουν τους μισθούς και τους όρους εργασίας τους. Από την πλευρά μας στο Υπουργείο Εργασίας εξετάζουμε ήδη τις εν ισχύ κλαδικές συλλογικές συμβάσεις προκειμένου με απόφασή μου να επεκταθούν, να κηρυχτούν δηλαδή γενικώς υποχρεωτικές. Φαίνεται ότι μέσα στις επόμενες δυο εβδομάδες θα είμαστε σε θέση να επεκτείνουμε κλαδικές συλλογικές συμβάσεις στον τουρισμό, τις τράπεζες και τη ναυτιλία, που καλύπτουν συνολικά περισσότερους από 77.000 εργαζόμενους. Θα συνεχίσουμε με τις επόμενες ακολουθώντας τη θεσμοθετημένη διαδικασία. Μέσω των επεκτάσεων αυτών αλλά και της αρχής της ευνοϊκότερης ρύθμισης, που απαγορεύει σε μια ατομική ή μια επιχειρησιακή σύμβαση να καθορίζει χειρότερους μισθούς και όρους εργασίας από τη συλλογική σύμβαση του κλάδου, χιλιάδες εργαζόμενοι θα δουν άμεση βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους.
Ερ.: Αύξηση κατώτατου μισθού. Πόσο και από πότε, κυρία υπουργέ;
Απ.: Η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων αποτελεί κεντρική πολιτική στόχευση αυτής της κυβέρνησης. Τη στόχευση αυτή υπηρετούμε με δύο μέσα: αφενός με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που έχει ήδη τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με όσα προανέφερα, αφετέρου με την αύξηση του κατώτατου μισθού που θα βελτιώσει άμεσα το εισόδημα εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων. Η διαδικασία για την αύξηση του κατώτατου μισθού θα ξεκινήσει άμεσα. Προβλέπει τη σύνταξη εκθέσεων από συγκεκριμένους επιστημονικούς φορείς, ώστε να εκτιμηθεί η επίδραση της αύξησης στους βασικούς οικονομικούς δείκτες, ακολούθως τη διαβούλευση με τους κοινωνικούς εταίρους, τη σύνταξη πορίσματος από επιτροπή εμπειρογνωμόνων και, τέλος, την απόφαση του Υπουργού Εργασίας για την αύξηση. Η όλη διαδικασία δεν θα διαρκέσει περισσότερους από τέσσερις μήνες. Το επίπεδο της αύξησης θα αποτελέσει ακριβώς το αντικείμενο των επεξεργασιών που θα γίνουν το διάστημα αυτό. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει να προκαταλάβουμε τη θεσμοθετημένη διαδικασία.
Ερ.: Ποια στάση θα κρατήσει η αντιπολίτευση στα θέματα αυτά, τι εκτιμάτε;
Απ.: Τα εργασιακά αποτελούν τη σαφή διαιρετική τομή ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση. Η αξιωματική αντιπολίτευση αντιμετωπίζει τα εργασιακά δικαιώματα ως εμπόδια στην ανάπτυξη κι αυτό το επιβεβαιώνουν τόσο οι προγραμματικές της θέσεις όσο και τα πεπραγμένα της.
Η ΝΔ ως κυβέρνηση εκτίναξε την ανεργία στο 27,9%, ψήφισε και εφάρμοσε μέτρα τα οποία απορύθμισαν τις εργασιακές σχέσεις, κατάργησε τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και μείωσε τον κατώτατο μισθό κατά 22% και κατά 32% για τους νέους, οδηγώντας σε γενικευμένη ισοπέδωση των μισθών. Σήμερα εξακολουθεί να θεωρεί αυτά τα μέτρα ως καίριες δομικές μεταρρυθμίσεις που πρέπει να διατηρηθούν. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης με σαφήνεια έχει δηλώσει ότι αντιτίθεται στην επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, στην υπερίσχυση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας έναντι των επιχειρησιακών και των ατομικών, στα βασικά δηλαδή θεσμικά εργαλεία που επιτρέπουν τη βελτίωση των μισθών των εργαζομένων, ενώ θεωρεί το 8ωρο και τη σταθερή εργασία ξεπερασμένα μοντέλα.
Στον αντίποδα αυτή της αντίληψης, το πολιτικό σχέδιο της κυβέρνησης τοποθετεί στο επίκεντρο της ανάπτυξης την προστασία της εργασίας, την ενίσχυση των μισθών και την δημιουργία αξιοπρεπών θέσεων εργασίας. Το σχέδιό μας δεν μένει στα χαρτιά. Το κάνουμε πράξη έχοντας μειώσει την ανεργία κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες μέσα σε τριάμισι χρόνια, έχοντας περάσει από τη Βουλή δυο σημαντικούς νόμους που θέτουν κανόνες στις εργολαβίες, θωρακίζουν τους εργαζόμενους απέναντι σε φαινόμενα απλήρωτης, αδήλωτης και υποδηλωμένης εργασίας, έχοντας θεσπίσει την προτεραιότητα της ικανοποίησης των εργατικών απαιτήσεων από πτωχευμένες επιχειρήσεις, έχοντας επαναφέρει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις στη χώρα και προχωρώντας άμεσα στην αύξηση του κατώτατου μισθού.
Ερ.: Δεν σας ανησυχεί ότι ακόμη και τώρα οι εταίροι μας έχουν την προσοχή τους στραμμένη στο κόστος εργασίας; Και, τώρα που υπάρχει η προσδοκία για μεγαλύτερη ανάπτυξη, το Υπουργείο Εργασίας φοβάται εξάπλωση των μορφών εργασίας που «άνθησαν» τα χρόνια των μνημονίων; Πώς θα απαντήσει;
Απ.: Η επικέντρωση στη συμπίεση του εργατικού κόστους ως συνταγή για την τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας, η οποία ακολουθήθηκε κυρίως στα δύο πρώτα μνημόνια υπήρξε εντελώς αναποτελεσματική οικονομικά αλλά και ολέθρια κοινωνικά. Στο δικό μας σχέδιο η επικέντρωση είναι στη μεταβλητή της παραγωγικότητας, η οποία ενισχύεται μέσα από την αύξηση των μισθών, τη λειτουργία ενός οργανωμένου συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων, τη ρύθμιση της αγοράς εργασίας.
Από τη στιγμή που αναλάβαμε τη διακυβέρνηση μέχρι σήμερα έχουν δημιουργηθεί 300.000 νέες θέσεις εργασίας, με το 70% αυτών να είναι πλήρους απασχόλησης. Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για να αποκαταστήσουμε τον όλεθρο της απώλειας 1.100.000 θέσεων εργασίας που τραυμάτισε βαθιά την ελληνική κοινωνία, όμως μπορούμε πια να κοιτάμε το μέλλον με αισιοδοξία.
Στόχος μας δεν είναι απλώς η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, αλλά οι θέσεις αυτές να συνοδεύονται με ικανοποιητικούς μισθούς και αξιοπρεπείς όρους εργασίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση συμβάλλουν τα νομοθετικά μέτρα που έχουμε λάβει και προανέφερα και η εντατική ελεγκτική δράση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας. Ειδικά όσον αφορά την τήρηση της νομιμότητας στους χώρους εργασίας, έχουμε αποδείξει ότι αποτελεί προτεραιότητά μας και η προσπάθεια αποδίδει καρπούς. Η αδήλωτη εργασία στους κλάδους υψηλής παραβατικότητας έχει μειωθεί κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες από τη μέρα που αναλάβαμε, οι ελεγκτικοί μηχανισμοί, με προεξάρχον το Σ.ΕΠ.Ε, παρεμβαίνουν αποφασιστικά και οι καταγγελίες των εργαζομένων αυξάνονται, καθώς δημιουργείται ξανά η αίσθηση ότι το κράτος δηλώνει παρόν στην υπεράσπισή τους. Σε αυτήν την κατεύθυνση θα συνεχίσουμε την προσπάθεια.
Ερ.: Ακούμε από την πλευρά της κυβέρνησης ότι δεν θα εφαρμόσει τη συμφωνία για μείωση των συντάξεων. Από την άλλη πλευρά, μερίδα των εταίρων επιμένει... Πώς θα ξεπεράσετε το εμπόδιο; Θα γίνει επαναδιαπραγμάτευση όσων είχαν συμφωνηθεί; Η μονομερής ενέργεια είναι στην κυβερνητική «φαρέτρα»;
Απ.: Στη διάρκεια της δεύτερης αξιολόγησης υποστηρίξαμε ότι το μέτρο αυτό δεν είναι αναγκαίο, ούτε διαρθρωτικά ούτε δημοσιονομικά. Σήμερα έχουμε ήδη αποδείξει ότι και τα δύο επιχειρήματα ισχύουν: η βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος σε μακροπρόθεσμο επίπεδο είναι διασφαλισμένη, το πλεόνασμα του ΕΦΚΑ είναι πολύ ισχυρό και η συνταξιοδοτική δαπάνη της χώρας πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ η κυβέρνηση επιτυγχάνει τους δημοσιονομικούς στόχους. 'Αρα στο τεχνοκρατικό επίπεδο επιμένουμε στις θέσεις μας. Πολιτικά θεωρώ ότι έχει διαμορφωθεί ένα πολύ πιο ευνοϊκό κλίμα στην Ευρώπη για την Ελλάδα από αυτό που ίσχυε στη δεύτερη αξιολόγηση, και τούτο αποδεικνύουν πρωτίστως οι τοποθετήσεις του επιτρόπου Μοσκοβισί. Τα δεδομένα θα οριστικοποιηθούν στις αρχές Οκτωβρίου οπότε και θα καταθέσουμε τον προϋπολογισμό του 2019.