Κυπριακό: Πού βρισκόμαστε; Η πενταμερής και οι εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο
Η κατάσταση με το Κυπριακό, όπως αυτή διαμορφώνεται στο ευρύτερο πλαίσιο μετά την πρόσφατη Πενταμερή και τις τελευταίες εξελίξεις με την Τουρκία αναλύθηκε σε διαδικτυακή εκδήλωση με τίτλο «Το Κυπριακό μετά την Πενταμερή», που διοργανώθηκε το απόγευμα της Πέμπτης από το ΕΛΙΣΜΕ (Ελληνικό Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών).
Εισηγητές ήταν ο κ. Γιάννος Χαραλαμπίδης, διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων και Ευρωπαϊκών Σπουδών, ο Δρ. Γαβριήλ Χαρίτος, διδάκτωρ διεθνών σχέσεων και ερευνητής του Ινστιτούτου Μπεν Γκουριόν, και ο Βασίλειος Μαρτζούκος, αντιναύαρχος ε.α. του ΠΝ και αντιπρόεδρος του ΕΛΙΣΜΕ. Τη συζήτηση συντόνισε ο Αθανάσιος Χούπης, δημοσιογράφος της ΕΡΤ.
Ο κ. Χαραλαμπίδης, πρώτος εισηγητής, χαρακτήρισε την Πενταμερή ως «ναυάγιο» το οποίο άφησε πίσω του τη λογική και την τουρκική θέση των δύο κρατών: «Οι Τούρκοι μετέβησαν στις συνομιλίες προκειμένου να θέσουν επί τάπητος τη θέση των δύο κρατών και αυτό έπραξαν... ο γγ του ΟΗΕ κατά την τελική του δήλωση, όταν είχε περατωθεί η διαδικασία, δεν άφησε καμία αιχμή για το ότι η τουρκική πλευρά έθεσε επί τάπητος αυτή τη θέση. Χαρακτήρισε τις απόψεις των δύο πλευρών ως εποικοδομητικές, δεν είχαμε επισήμως καταδίκη ή αιχμή ή σχόλιο ότι η τουρκική θέσω των δύο κρατών δεν γίνεται αποδεκτή από τον ΟΗΕ» είπε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Χαραλαμπίδης τόνισε πως, μεταξύ των στόχων της Τουρκίας, είναι η αλλαγή ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας ώστε να συμπεριλαμβάνονται σε αυτά οι θέσεις των δύο κρατών και η κατάργηση αυτών που αναφέρουν πως το ψευδοκράτος δεν μπορεί να αναγνωριστεί διεθνώς ως προϊόν χρήσης βίας και όπλων. «Εάν γίνουν δεκτές αυτές οι αξιώσεις, καταργείται το ψήφισμα στη βάση του οποίου αναγνωρίζεται ως μόνο κράτος στην Κύπρο η Κυπριακή Δημοκρατία...όλα αυτά έχουν άμεση σχέση και με το καθεστώς που έχει η Κύπρος εντός ΕΕ...με μόνο μία δήλωση η Τουρκία θέλει να ανατρέψει το υφιστάμενο πλαίσιο με το οποίο η Κύπρος είναι στον ΟΗΕ και στην ΕΕ» είπε χαρακτηριστικά.
Εν συνεχεία ο κ. Χαραλαμπίδης έκανε λόγο για σκοπιμότητα της τουρκικής πλευράς για δημιουργία ενός νέου μορφώματος που «δεν θα είναι συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, μα κάτι νέο». Σε αυτό το πλαίσιο, απέρριψε κατηγορηματικά τις θέσεις περί διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και χαλαρής ομοσπονδίας. «Σήμερα θέτουν επί τάπητος τη λογική των δύο κρατών και εμείς σηκώνουμε σημαία τη θέση της αποκεντρωμένης ομοσπονδίας, που προσεγγίζει τη λογική των δύο κρατών» είπε χαρακτηριστικά, υπογραμμίζοντας, μεταξύ άλλων, πως, σε περίπτωση λύσης, οι Ελληνοκύπριοι που θα επιστρέψουν στις περιοχές των Κατεχομένων, ανάλογα με την ποσόστωση, δεν θα έχουν δικαίωμα ψήφου εκεί. «Ακόμα και αν ο ομιλών, με σύζυγο από την Κερύνεια, επιστρέψει στην Κερύνεια, δεν θα έχει σε περίπτωση εκλογών δικαίωμα ψήφου στην Κερύνεια, μα μόνο στα ελληνοκυπριακά εδάφη...ακόμα και στις ομοσπονδίες των αφρικανικών κρατών γίνεται δεκτό το δικαίωμα ψήφου εφ’όλης της επικράτειας, μα οι Έλληνες που θα επιστρέψουν στο κράτος εκείνο δεν θα έχουν δικαίωμα ψήφου» σημείωσε.
Συνεχίζοντας, εξέφρασε την άποψη πως «για να μπορεί η τουρκική πλευρά να μιλά σήμερα για δύο κράτη, είναι αποτέλεσμα λανθασμένων χειρισμών δικών μας...η τουρκική πλευρά κάθε φορά που υποχωρούμε το αντιλαμβάνεται ως αδυναμία, στρατιωτικά και διπλωματικά».
Όσον αφορά στην πορεία που πρέπει να ακολουθηθεί, ο κ. Χαραλαμπίδης τόνισε τη σημασία του ευρωπαϊκού κεκτημένου: «Η ομόφωνη απόφαση έλεγε ότι στην Κύπρο υπάρχει μόνο ένα κράτος, η Κυπριακή Δημοκρατία. Και αν η Τουρκία θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ, τότε θα πρέπει να αναγνωρίσει όχι το ομόσπονδο κράτος, αλλά το κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτό το κοινοτικό κεκτημένο το βάλαμε στο ράφι και ενεπλάκημεν σε συνομιλίες όπου αντί να πιέζουμε την Τουρκία να δεχτεί την Κυπριακή Δημοκρατία, δεχόμαστε την τουρκική θέση, πως θα αναγνωρίσει μετά την επίλυση. Αθήνα και Λευκωσία πρέπει να επαναφέρουν το ευρωπαϊκό κεκτημένο και στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού» τόνισε σχετικά- χαρακτηρίζοντας παράλληλα ως απαράδεκτη τη θέση της Τουρκίας πως, αν η ΕΕ είναι στο τραπέζι, η ίδια δεν προσέρχεται. «Γιατί Αθήνα και Λευκωσία δεν απάντησαν πως εμείς δεν προσερχόμαστε αν η Τουρκία δεν αποδεχτεί να βρίσκεται στο τραπέζι και η ΕΕ; Όταν η Τουρκία δεν αποδέχεται την ΕΕ είναι σαν να μην αποδέχεται το δικό της καθεστώς του υπό ένταξη κράτους» τόνισε, σημειώνοντας πως η ΕΕ «δεν μπορεί να μην υπερασπίζεται κράτος-μέλος και να μη θέτει επί τάπητος την αντιδήλωση πως η Τουρκία πρέπει να αναγνωρίσει το κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας».
Καταλήγοντας, ο κ. Χαραλαμπίδης σημείωσε πως «εάν πέσει η Κύπρος, δεν θα πέσει μόνο η Ελλάδα, μα και η Ευρώπη. Οι Γάλλοι το έχουν αντιληφθεί. Πέφτοντας η Κύπρπςο, κλείνει η δίοδος του Ισραήλ στην Ευρώπη, θα ακολουθήσει το Αιγαίο και οι Ευρωπαίοι θα είναι εξαρτώμενοι από την Τουρκία», δεδομένου ότι δόγματα όπως η «Γαλάζια Πατρίδα» έχει ως κύριο στόχο να ελέγξει η Τουρκία τα σημεία διέλευσης πλοίων, τις εμπορικές οδούς και εν γένει την οικονομία και τα στρατιωτικά ζητήματα.
«Οι Τούρκοι δεν θέλουν δύο κράτη, θέλουν ένα κράτος, και αυτό τουρκικό, ένα προτεκτοράτο» είπε χαρακτηριστικά, εκφράζοντας κατηγορηματικά, κατά τη δευτερολογία του, τη θέση πως δεν υπάρχει βιωσιμότητα στη λύση της δικοινοτικής ομοσπονδίας: «Η ομοσπονδία εφευρέθηκε για να διχοτομήσει την Κύπρο...ή αποφασίζουμε ότι υπάρχει ενιαίο κράτος υπό κατοχή, ή ομοσπονδία δεν υπάρχει» σημείωσε.
Το Κυπριακό από την οπτική του Ισραήλ
Στη συνέχεια της εκδήλωσης ο κ. Χαρίτος παρουσίασε την οπτική γωνία του Ισραήλ για το Κυπριακό, τόσο κατά το παρελθόν, όσο και σήμερα.
Όπως υπογράμμισε, από την αρχή, βασική αρχή της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής είναι πως το Ισραήλ πρέπει να απέχει από κάθε διαφορά στα δυτικά του: «Αυτό που αποζητά το Ισραήλ είναι από τα δυτικά του να υπάρχει ησυχία και ασφάλεια, και, ει δυνατόν, να απέχει από οποιαδήποτε διένεξη».
Στο πλαίσιο μιας αναδρομής στην πορεία της ισραηλινής εξωτερικής πολιτικής ως προς την Κύπρο, έκανε λόγο για «ανακούφιση» στο Ισραήλ κατά τη δεκαετία του 1960, με την ανεξαρτησία της Κύπρου: «Τα εμπλεκόμενα μέρη αποφάσισαν να διευθετήσουν ένα πρόβλημα ώστε να μην υπάρχει καμία διένεξη στα δυτικά του όπου το Ισραήλ θα έπρεπε να διαλέξει πλευρά...ήταν σαφές πως οι Βρετανοί προώθησαν και επέβαλαν στην Κύπρο το σύστημα που ήθελαν να επιβάλουν στην Παλαιστίνη πριν αποχωρήσουν, μα ο ένοπλος αγώνας των Εβραίων απέτρεψε αυτά τα σενάρια...αν και οι Ισραηλινοί έβλεπαν τις ομοιότητες, είπαν πως, αφού το αποφάσισαν Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία και υπέγραψαν, ποιο είναι το Ισραήλ που θα πει ότι τη λύση αυτή εμείς την πολεμήσαμε και δεν την εφαρμόσαμε; Ήταν πολύ απλό και λογικό, από τη στιγμή που προτεραιότητα των Ισραηλινών ήταν να μείνουν οι Βρετανοί εκεί που ήταν, γιατί τους είχαν ανάγκη».
Συνεχίζοντας την ιστορική αναδρομή, ο κ. Χαρίτος υπενθύμισε τις τότε ψυχρές σχέσεις του Ισραήλ με την Ελλάδα (η οποία ανέμενε την προστασία των Αιγυπτιωτών Ελλήνων από τον Νάσερ, κάτι που δεν έγινε), καθώς και τις αναγωγές με το Κυπριακό: «Η Ελλάδα θέλει διεθνοποίηση του Κυπριακού πιστεύοντας πως έτσι θα κερδίσει την κυπριακή υπόθεση. Το ίδιο έκαναν οι Άραβες για την παλαιστινιακή υπόθεση. Το Ισραήλ έλεγε ότι η τακτική αυτή δεν είναι σωστή, και ότι θα έπρεπε να μιλήσει με τους πρέπει να μιλήσει με τους γείτονές του. Όταν το Ισραήλ είδε ότι το θέμα τότε λύθηκε με διαπραγματεύσεις μεταξύ ενδιαφερόμενων χωρών, είπε πως, όπως λύθηκε σε τριμερές επίπεδο μεταξύ των εμπλεκομένων, έτσι να λυθεί και το Παλαιστινιακό».
Από το 1974 και μετά ο κ. Χαρίτος υπογράμμισε τη σημασία που έδινε το Ισραήλ στην ουδετερότητά του ως προς το ζήτημα. «Πάντα είχαν υπόψιν ότι ο Μακάριος είχε στενές επαφές με τον Νάσερ και το κίνημα των αδεσμεύτων. Δεν θα ρίσκαραν να φέρουν τις σχέσεις Ισραήλ-Κύπρου σε επίπεδο που μια μέρα θα σηκωνόταν ο Μακάριος και θα έδιωχνε την πρεσβεία του Ισραήλ. Η Κύπρος παρέμενε η μόνη διέξοδος προς τη Δύση: το Ισραήλ ήταν ακόμα απομονωμένο στην περιφέρειά του, ήθελε ησυχία στη δύση, συμβαίνει και σήμερα σε γενικές γραμμές».
Από το 1983 και μετά, προκύπτει το ψευδοκράτος, μια νέα οντότητα. «Τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 το Ισραήλ και η Τουρκία είναι στο ίδιο στρατόπεδο. Τότε ήταν φιλοαραβική περίοδος στην Ελλάδα, υπήρχαν λόγοι που Αθήνα και Λευκωσία είχαν αποφασίσει τη γραμμή αυτή, και είχαν να κάνουν με το Κυπριακό πάλι...ωστόσο, παρά το ότι Ισραήλ και Τουρκία είχαν στενές επαφές, το Ισραήλ επέλεξε να μην αναγνωρίσει αυτή την οντότητα. Γνωρίζοντας πως αυτό θα δυσαρεστούσε την Τουρκία, ήξερε πως η ενότητα της Κύπρου είναι σύμφωνη με διεθνή κοινότητα, και το Ισραήλ είχε πικρή πείρα από καταδίκες από διεθνή κοινότητα».
Φτάνοντας στο σήμερα, ο κ. Χαρίτος υπογράμμισε πως στην παρούσα φάση, δεδομένων της ενέργειας και της απομάκρυνσης της Τουρκίας από τη γραμμή συμφωνίας και συνεργασίας σε περιφερειακό επίπεδο, «δεν έχει να κρύψει με ποιους είναι: Είναι με τη Λευκωσία, ισότιμο μέλος της Ευρώπης- και το Ισραήλ έχει ανάγκη και την Ευρώπη και την Κύπρο. Με την Αίγυπτο και την Ιορδανία έχει συνθήκες ειρήνης, μα αυτές είναι μεταξύ κυβερνήσεων, όχι λαών. Η μόνη (γειτονική) χώρα με την οποία έχει πραγματική ειρήνη είναι η Κυπριακή Δημοκρατία, ελεγχόμενη από την ελληνοκυπριακή κοινότητα. Το Ισραήλ έχει διαλέξει πλευρά. Ενδεικτικό είναι πως όταν η Τουρκία και η Λιβύη υπέγραψαν το σύμφωνό τους, κύκλοι συμβούλευαν τον Νετανιάχου να μην εκφέρει γνώμη, μα παρόλα αυτά το έκανε. Αυτό είναι πολύ σημαντική εξέλιξη, καθώς θα περίμενα το Ισραήλ να ακολουθήσει τη γενική του γραμμή: Να μην ανακατεύεται σε διενέξεις στα δυτικά του».
Όσον αφορά στο τι αναμένεται από το Ισραήλ ως προς το Κυπριακό, ο κ. Χαρίτος τόνισε πως το Ισραήλ «δεν θα βάλει τον στρατό του ή την πολιτική του για να λύσει ένα πρόβλημα που δεν είναι δικό του, όμως υπάρχουν στοιχεία που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από την ελληνική και εκ πλευρά, που μας κατέδειξε ο νυν γύρος αναμέτρησης Ισραήλ και Χαμάς».
Αναφερόμενος σε αυτά, ο κ. Χαρίτος τόνισε πως το ψευδοκράτος και η Χαμάς δεν αναγνωρίζονται ως ομότιμοι συνομιλητές από τον ΟΗΕ, αποτελώντας παράνομες οντότητες- και αυτό είναι κάτι που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί.
Όσον αφορά στο δεύτερο στοιχείο: Αναφερόμενος στις πρόσφατες συγκρούσεις μεταξύ Εβραίων και Αράβων στις μεικτές πόλεις εντός του Ισραήλ, έκανε μια ιστορική αναδρομή, τονίζοντας πως επρόκειτο αρχικά για πόλεις Αράβων, όπου απορροφήθηκαν Εβραίοι από αραβικές χώρες. «Το πείραμα αυτό είχε πετύχει, Άραβες και Εβραίοι που μιλούσαν ίδια γλώσσα, είχαν ίδιο τρόπο ζωής...αυτό που τους ένωνε ήταν η οικονομική ανέχεια και η ομοιότητα σε τρόπο ζωής».
Ο κ. Χαρίτος υπογράμμισε πως οι Άραβες στο Ισραήλ δεν είναι όλοι μουσουλμάνοι- «έχει και πολλούς χριστιανούς, και μάλιστα ορθόδοξους...είδαμε αυτά τα θλιβερά επεισόδια που έγιναν ανάμεσα σε Άραβες και Εβραίους στις πόλεις αυτές, ήταν η πρώτη φορά που γινόταν κάτι τέτοιο, η συγκολλητική ταινία όμως υπάρχει ακόμα - και συνίσταται στο ελληνορθόδοξο στοιχείο των Αράβων. Υπάρχει η δυνατότητα ο ελληνικός περιφερειακός παράγοντας να ενισχύσει τη συγκολλητική ταινία που ακόμα υπάρχει στις μεικτές πόλεις για να καταλάβει το Ισραήλ ότι έχει να κερδίσει από τη δική μας προσφορά, της διατήρησης του κοινωνικού ιστού, σε αντίθεση με την τουρκική δραστηριότητα που ποντάρει σε διχόνοια και φασαρία, που φανατίζει τη νέα γενιά να μη μαθαίνει στη δικοινοτική συμβίωση. Η Ελλάδα πρέπει να κάνει ταχύρρυθμα μαθήματα ανθρωπογεωγραφίας σε Ισραήλ και παλαιστινιακά εδάφη, να καταλάβει το δυναμικό της παρουσίας των ελληνορθόδοξων Αράβων».
«Χωρίς την Κύπρο δεν υπάρχει ασφάλεια για τη Δύση στην ανατ. Μεσόγειο»
Καθοριστική χαρακτήρισε για την Ελλάδα τη γεωπολιτική αξία της Κύπρου ο τρίτος εισηγητής, Β. Μαρτζούκος, τονίζοντας πως χωρίς την Κύπρο η Ελλάδα «κόβεται».
Παράλληλα χαρακτήρισε απαραίτητη τη Δυτική πρόσβαση στην Κύπρο, αλλιώς «ασφάλεια για τη Δύση στην ανατολική Μεσόγειο παύει να υπάρχει».
Όσον αφορά στην τουρκική στρατηγική, σχολίασε πως η γείτονας «χαράσσει μακροπρόθεσμους στόχους, γνωρίζει να περιμένει και να τους εκπληρώνει όταν είναι ισχυρή και ευνοϊκές οι συνθήκες...ενώ η ελληνική στρατιωτική αποτροπή πάντα χώλαινε στην Κύπρο. Επίσης, το δόγμα “η Κύπρος αποφασίζει, η Ελλάς συμπαρίσταται πάντα προκαλούσε τριβές. Και ήταν και άλλοθι για πολιτική αδράνεια από τις ελλαδικές κυβερνήσεις».
Η Τουρκία, συνέχισε, αποσταθεροποιητική και αυτονομημένη, χρησιμοποιεί τακτικές περικύκλωσης, διείσδυσης και πειθαναγκασμού, ωστόσο ο δυνητικός έλεγχος της Κύπρου από μια αυτονομημένη Τουρκία δεν είναι κάτι που συμφέρει τη Δύση.
Ως προς την κατάσταση του Κυπριακού σήμερα, ο κ. Μαρτζούκος χαρακτήρισε ως αντικειμενικό σκοπό της Τουρκίας την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και σε αυτό το πλαίσιο έχει διάφορες επιλογές, μεταξύ των οποίων η προσάρτηση, η διχοτόμηση (με έλεγχο του τουρκοκυπριακού τμήματος και υπονόμευση του ελληνοκυπριακού- λύση δύο κρατών), λύσεις χαλαρής ομοσπονδίας που περνούν την Κύπρο σε καθεστώς υποτέλειας και η προηγούμενη τουρκική λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, που δίνει στην Τουρκία τον πλήρη έλεγχο της Κύπρου.
Με βάση αυτά, ο κ. Μαρτζούκος παρουσίασε μια σειρά ενδεχομένων εξελίξεων στην Κύπρο, μεταξύ των οποίων μια γενικευμένη στρατιωτική σύγκρουση, η ανακήρυξη ανεξαρτησίας του ψευδοκράτους, η λύση δύο κυριάρχων κρατών σε χαλαρή ομοσπονδία, μια «μη βιώσιμη», όπως τόνισε, λύση τύπου Ανάν, κάποιου είδους «βιώσιμη λύση» σε πλαίσιο διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας και αναβολή διαπραγματεύσεων από την ελληνική πλευρά προκειμένου να αποκατασταθεί ισορροπία ισχύος πριν τη διαπραγμάτευση.
Αναφερόμενος στη στρατιωτική σύγκρουση, εκτίμησε πως δεν αποτελεί επικείμενο ενδεχόμενο, μα δεν αποκλείεται, και σε αυτό το πλαίσιο απαιτούνται «επαρκείς δυνάμεις στην Κύπρο και επαρκής αεροναυτική ισχύς, που παρέχουν ταυτόχρονα αξιόπιστη αποτροπή προς διασφάλιση ειρήνης».
Ως προς την ανακήρυξη ανεξαρτησίας του ψευδοκράτους, έκανε λόγο για οριστική απώλεια κυριαρχίας στο βόρειο μέρος και πρώτο μέρος ενσωμάτωσης των Κατεχομένων στην Τουρκία. Παρόμοιο, όπως είπε, είναι και το πλαίσιο μιας λύσης δύο κυρίαρχων κρατών, με ουσιαστική, όπως την χαρακτήρισε, απώλεια του βορείου τμήματος, πλήρη εξάρτηση από την Τουρκία και χρήση συνομοσπονδίας από πλευράς της για διείσδυση και αποσταθεροποίηση του ελληνοκυπριακού τμήματος.
Ως προς τη μη βιώσιμη λύση τύπου Ανάν, σημείωσε πως νομιμοποιεί τα τετελεσμένα του 1974, καταπατά το Διεθνές Δίκαιο και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, διεμβολίζει τις στρατηγικές συνεργασίες της περιοχής, καθιστά την Τουρκία νόμιμο συνεταίρου και έχει ως αποτέλεσμα η Κύπρος να μιλά με άλλη «φωνή» στην ΕΕ.
Ως προς το ενδεχόμενο κάποιου είδους «βιώσιμης λύσης» με διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, παρουσίασε μια σειρά προϋποθέσεων και κόκκινων γραμμών, ως «τελευταία γραμμή άμυνας», διευκρινίζοντας κατά τη δευτερολογία του πως οι εν λόγω προϋποθέσεις για «βιώσιμη ΔΔΟ» (διεθνής προσωπικότητα, ισχυρή ομοσπονδιακή κυβέρνηση με Ελληνοκύπριο πρόεδρο, μία ιθαγένεια χορηγούμενη από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, αποχώρηση ξένων στρατευμάτων, επιστροφή Αμμοχώστου και Μόρφου, ομοσπονδιακό σύνταγμα κ.α.) δεν θα γίνονται αποδεκτές από την άλλη πλευρά, προκειμένου να κερδηθεί χρόνος για να αυξηθεί η αποτρεπτική ισχύς.
Ως προς την αναβολή, ο κ Μαρτζούκος σχολίασε πως «η διαπραγμάτευση από θέση αδυναμίας είναι κίνηση υψηλού ρίσκου. Οι γεωπολιτικές εξελίξεις δεν πάνε καλά για την Τουρκία και ενισχύουν την Ελλάδα. Προς τι η φούρια για επίλυση του Κυπριακού. Πρέπει να κερδηθεί χρόνος για να αποκαταστήσουμε αξιόπιστη εθνική αποτροπή, και να αυξηθεί η εθνική ισχύς».
Όσον αφορά στην Πενταμερή, ανέφερε χαρακτηριστικά πως «όταν μας προσκαλεί ο ΟΗΕ πηγαίνουμε, θέλουμε επικοινωνία, μα όχι χωρίς προϋποθέσεις. Η Κυπριακή Δημοκρατία στην πράξη δεν εκπροσωπήθηκε, μα δύο κοινότητες, ενώ κατεγράφη η νέα θέση της Τουρκίας για δύο κυρίαρχα κράτη, δεν απαιτήθηκε ως όρος η παρουσία της ΕΕ και δεν τέθηκαν οι προαναφερθείσες προϋποθέσεις για ΔΔΟ».
«Υπάρχουν ενδείξεις πως διαχρονικά οι ελλαδικές και κυπριακές πολιτικές ηγεσίες δεν πιστεύουν επαρκώς στη στρατιωτική αποτροπή έναντι της Τουρκίας. Ωστόσο με στρατιωτική αποτροπή ενισχύεται το ειδικό βάρος μας, μειώνεται η εξάρτηση, ενισχύεται η διαπραγματευτική μας θέση, εγκαταλείπεται η πολιτική κατευνασμού...και αν η αποτροπή αποτύχει, ο Ελληνισμός θα είναι σε θέση να αντιμετωπίσει επιτυχώς μια σύρραξη» πρόσθεσε.
Καταλήγοντας, ο κ. Μαρτζούκος υπογράμμισε την ανάγκη η ελληνική εξωτερική πολιτική να επιδιώξει κέρδος χρόνου για αύξηση της αποτροπής, χρησιμοποιώντας ως «τελευταία γραμμή άμυνας» ως προς το Κυπριακό τις θέσεις και κόκκινες γραμμές ως προς τη «βιώσιμη λύση διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας». Σε αυτό το πλαίσιο, ανέφερε, απαιτείται ενίσχυση συνεργασίας με ΗΠΑ και Γαλλία, να βεβαιωθεί η Δύση πως «όριά της είναι η Ελλάδα και η Κύπρος», και η Ελλάδα να εμπλακεί ενεργά στο Κυπριακό.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.