Ελληνοτουρκικά: Ο Ακάρ με τον διάλογο, ο Ερντογάν με τις απειλές
Προφανώς και ο τρόπος με τον οποίο κινούνται οι Τούρκοι τόσο σε επίπεδο ρητορικής, όσο και σε επίπεδο διπλωματικής τακτικής αγγίζει τα όρια του ανορθόδοξου πολέμου. Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε πλήρη συνεννόηση με τον Χαλουσί Ακάρ ακολουθούν την τακτική του «κακού και του καλού». Την ώρα που ο Τούρκος πρόεδρος δηλώνει «Μητσοτάκης γιοκ» και «θα έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά», την ίδια ώρα ο Ακάρ ζητά να ανοίξουν τα κανάλια επικοινωνίας… Θυμήθηκε αίφνης ότι υπάρχουν ανοιχτά παράθυρα για Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης. Ο υπουργός Άμυνας της γείτονος είπε – μεταξύ άλλων – ότι:
«Βλέπουμε ότι και τα τρία κανάλια έχουν σταματήσει αυτή τη στιγμή. Αυτές οι συνομιλίες και η δουλειά σε αυτούς τους τομείς πρέπει να ξεκινήσουν. Αξιολογούμε ότι αυτές οι μελέτες μπορούν να ξεκινήσουν το επόμενο διάστημα. Οι αντιπροσωπείες μας δύο φορές στο πλαίσιο της συνάντησης μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Πήγε στην Αθήνα. Η ελληνική αντιπροσωπεία ήρθε μία φορά στην Τουρκία. Ως εκ τούτου, εκφράσαμε ότι περιμένουμε την ελληνική αντιπροσωπεία στην Άγκυρα για την τέταρτη συνάντηση. Ελπίζουμε ότι τέτοιοι διάλογοι θα ξεκινήσουν τις επόμενες ημέρες».
Βεβαίως είπε κι άλλα γλαφυρά, τα οποία έρχονται σε πλήρη αντίθεση με τα όσα ανιστόρητα έχουν εκστομίσει και ο Ερντογάν και ο Τσαβούσογλου. Ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας στο ρόλο του… καλού υπογράμμισε τα ακόλουθα: «Θα συνεχίσουμε να κάνουμε το καλύτερο δυνατό για την ειρήνη και τη σταθερότητα. Η Τουρκία δεν αποτελεί απειλή για φίλους και συμμάχους, είναι ένας ασφαλής, ισχυρός και αποτελεσματικός σύμμαχος. Αυτό πρέπει να το γνωρίζουν όλοι. Η ελπίδα μας είναι το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος να γίνουν θάλασσα φιλίας, να μοιράζονται όλα τα πλούτη δίκαια και να αναδυθεί ένα ειρηνικό και ασφαλές περιβάλλον.
Θα είμαστε πάντα ένα βήμα μπροστά για την ειρήνη. Θέλουμε ειρήνη, πιστεύουμε ότι είναι δυνατόν να επιτευχθεί ειρήνη μέσω του διαλόγου. Δηλώνουμε ότι η προσδοκία μας από τρίτες χώρες για τη λύση των προβλημάτων είναι να δουν τα δικαιολογημένα και λογικά επιχειρήματά μας σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, να μην εξετάσουν το θέμα μόνο από την οπτική της αλληλεγγύης της ΕΕ, αλλά να δουν την γεγονότα αντικειμενικά και δίκαια. Να ξέρουν όλοι ότι σε περίπτωση που πάρουν θέση θα συμβάλει όχι στη λύση των γεγονότων, αλλά στο αδιέξοδο.
Αξιολογούμε ότι με την επίλυση αυτού του ζητήματος, οι σχέσεις μας θα πάνε σε καλύτερο στάδιο».
Οι παραπάνω επισημάνσεις δείχνουν καθαρά Χάγη με συνυποσχετικό. Βεβαίως στην Αθήνα υπάρχει αυξημένη επιφυλακτικότητα καθότι και στο παρελθόν, στις προηγούμενες διερευνητικές – τον αριθμό των οποίων τον έχουμε ξεχάσει – η τουρκική πλευρά επέδειξε αφερεγγυότητα επί των αρχικών συζητήσεων. Αξίζει πάντως να επισημάνουμε ότι τα λεγόμενα του Ακάρ έρχονται λίγες μέρες μετά την συζήτηση που άτυπα έχει ανοίξει στο περιθώριο των ελληνοτουρκικών σχέσεων για επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας νοτίως της Κρήτης. Αυτό δεν είναι η πρώτη φορά που πέφτει στο τραπέζι του δημόσιου διαλόγου. Αυτή τη φορά όμως τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα για τους Τούρκους αφού ο Αμερικανικός παράγοντας δείχνει να ενδιαφέρεται σοβαρά για το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης, αλλά και για την Κρήτη. Κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι ότι Ελλάδα και Τουρκία είχαν έρθει πολύ κοντά στις διερευνητικές που έγιναν το 2002 -2003 κάτι που είχε αποκαλύψει λίγα χρόνια μετά ο δημοσιογράφος Σταύρος Λυγερός στην εφημερίδα Καθημερινή και δεν διαψεύσθηκε ποτέ. Εκείνη την περίοδο προέκυψε μια πρόταση για 10 ν.μ. στο ΒΑ Αιγαίο και στο υπόλοιπο 12 ν.μ. με διάδρομο ανοικτής θάλασσας μεταξύ Κυκλάδων και Δωδεκανήσων. Επίσης αναλόγως με το εύρος της αιγιαλίτιδας ζώνης θα εναρμονιζόταν και η αντίστοιχη επέκταση του εναερίου χώρου.
Οι συζητήσεις βεβαίως δεν ήταν δεσμευτικές, ούτε τηρήθηκαν κοινά πρακτικά. Σε αυτές τις επαφές ισχύει πάντα το non paper και το «τίποτα δεν ισχύει μέχρι να συμφωνηθούν τα πάντα». Στόχος των αντιπροσωπειών το 2003 ήταν η διατύπωση σχεδίου κοινού ανακοινωθέντος με προηγούμενη επιλεκτική επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης. Στο ανακοινωθέν θα αποφασιζόταν η έναρξη των διαπραγματεύσεων και θα διατυπώνονται το πλαίσιο των αρχών, οι σχετικές διαδικασίες και τα χρονοδιαγράμματα, καθώς και η πρόβλεψη προσφυγής στη διεθνή δικαιοσύνη, εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία μέσω των διαπραγματεύσεων. Το ρεπορτάζ εκείνης της εποχής αναφέρει ότι είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο οι συζητήσεις όπου η άλλη πλευρά είχε δεχθεί να αποσύρει το casus belli, το τουρκικό θεώρημα περί «γκρίζων ζωνών» και την απαίτηση αποστρατιωτικοποίησης των ανατολικών νησιών της Ελλάδος. Nα ετίθεντο δηλαδή όλα αυτά εκτός συζήτησης (non-issue). Η άλλη πλευρά ζήτησε από την Αθήνα να παραιτηθεί από οποιεσδήποτε άλλες διεκδικήσεις επεκτάσεων χωρικών υδάτων και κάπου εκεί στράβωσαν όλα, αφού η Ελλάδα δεν θα μπορούσε να δεχθεί κάτι τέτοιο σε καμία περίπτωση.
Οι σημερινές κινήσεις της Άγκυρας πάντως δεν δείχνουν διάθεση να πιαστεί το νήμα ξανά από την αρχή, ίσως κι από εκείνη την 27η διερευνητική, διότι έχουν βάλει πάνω στο τραπέζι και την απειλή πολέμου και τις γκρίζες ζώνες και την αποστρατιωτικοποίηση.