Γιώργος Γεραπετρίτης: ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδα με Τουρκία όπως με Ιταλία και Αίγυπτο
Το πλέγμα της εξωτερικής πολιτικής ξεδίπλωσε ο υπουργός Εξωτερικών στη Βουλή.
Ενόψει της επικείμενης συνάντησης του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ταγίπ Ερντογάν στο Βίλνιους,ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης ανέφερε κατά τη συζήτηση στη Βουλή επί των προγραμματικών δηλώσεων της κυβέρνησης πως και ο ίδιος θα προσπαθήσει να οικοδομήσει μια σχέση αμοιβαίου σεβασμού με τον Τούρκο ομόλογο του.
Ο κ. Γεραπετρίτης αναφέρθηκε και στην επικοινωνία του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον ΥΠΕΞ των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν. Είπε ότι αυτή εδράστηκε στα ζητήματα που θα απασχολήσουν την επικείμενη Σύνοδο του ΝΑΤΟ και επισήμανε ότι ο ίδιος ο κ. Μπλίνκεν επιβεβαίωσε, στη συνέχεια, με δήλωσή του, ότι η Ελλάδα αποτελεί βασικό σταθερό στρατηγικό σύμμαχο των ΗΠΑ, ο οποίος έχει ιδιαίτερη αξία για την ασφάλεια και ευημερία στην περιοχή.
Ορίζοντας το πλαίσιο επανέναρξης του διαλόγου με την Τουρκία, ο Γιώργος Γεραπετρίτης τάχθηκε υπέρ της επίλυσης της μοναδικής διαφοράς των δύο χωρών, δηλαδή την οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας στο πρότυπο των αντίστοιχων συμφωνιών με την Ιταλία και την Αίγυπτο. Εξέφρασε επίσης την ελπίδα πως σύντομα θα επιτευχθεί συμφωνία και με την Αλβανία.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο υπουργός Εξωτερικών έστειλε το μήνυμα: «Ο σεβασμός του διεθνούς δικαίου και η έμπρακτη διάθεση συνεργασίας και διαλόγου παραμένει πυξίδα μας στις σχέσεις με την Τουρκία».
«Η χώρα μας επιδιώκει την επίλυση, στη βάση του διεθνούς δικαίου της θάλασσας, της μοναδικής διαφοράς, μεταξύ των δύο χωρών, την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας, στο πρότυπο ακριβώς των συμφωνιών που ήδη έχουμε πράξει με την Ιταλία, την Αίγυπτο και ελπίζουμε σύντομα και με την Αλβανία. Η συνεχής μετάθεση στο μέλλον αυτών των ζητημάτων δεν λειτουργεί προς όφελος καμίας εκ των δύο χωρών. Θα προσεγγίσουμε το διάλογο αυτόν, με την αυτοπεποίθηση που μας δίνει η ενισχυμένη διπλωματική μας θέση στο διεθνές περιβάλλον» διαμήνυσε χαρακτηριστικά.
Εστιάζοντας περαιτέρω στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, προσδιόρισε πως στόχος «είναι να χτίσουμε πάνω στην καταλλαγή της τελευταίας περιόδου». «Είναι σημαντικό να χτίσουμε πάνω στη σχετική καταλλαγή της τελευταίας περιόδου και προτίθεμαι να εργαστώ στην κατεύθυνση μιας ωφέλιμης, για τη χώρα, προσέγγισης».
Κατέστησε σαφές πως η Ελλάδα προσβλέπει σε σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία και αποσκοπούμε στην επανέναρξη των συνομιλιών καθώς και στην ανάπτυξη μιας θετικής ατζέντας, μέσω των Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας».
Όσον αφορά το Κυπριακό, υπογράμμισε πως αποτελεί προτεραιότητα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, κάνοντας λόγο ταυτόχρονα για εξεύρεση δίκαιης λύσης που θα βασίζεται στις αποφάσεις των Ηνωμένων Εθνών, ώστε «Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να απαλλαγούν από το αναχρονιστικό σύστημα των εγγυήσεων και του στρατού κατοχής».
Μάλιστα, διαμήνυσε πως «δεν θα δεχτούμε τετελεσμένα επί του εδάφους» και πως η λύση θα πρέπει να είναι λειτουργική και να δώσει στην επανενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία το μέλλον που της αξίζει.
Παράλληλα, έκανε ειδική ανοφορά στις σχέσεις της Ελλάδας με τις ΗΠΑ και ανέδειξε τη σημασία του σχήματος συνεργασίας 3+1 με την Ελλάδα, την Κύπρο, το Ισραήλ, συν τις ΗΠΑ.
Ο υπουργός Εξωτερικών απάντησε και στις ερωτήσεις που τέθηκαν από τα κόμματα της αντιπολίτευσης για τις «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης. «Η κυριαρχία σήμερα βρίσκεται στα 6 ναυτικά μίλια. Η Ελλάδα διατηρεί το αναφαίρετο, αποκλειστικό και μονομερές δικαίωμα να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια, όποτε η ίδια το κρίνει σκόπιμο και αναγκαίο. Είναι σαφέστατη η εξωτερική μας πολιτική και σαφέστατες οι "κόκκινες" γραμμές μας. Δεν πρόκειται να συζητήσουμε ζητήματα τα οποία αφορούν αποστρατικοποίηση των νησιών. Τα ζητήματα αυτά ανάγονται στην κυριαρχία της χώρας και είναι εκτός της οποιασδήποτε συζήτησης και διαπραγμάτευσης. Δεν συζητούμε θέματα τα οποία ανήκουν στην κυριαρχία μας. Θέλω να είμαι εντελώς σαφής», είπε ο υπουργός Εξωτερικών.
Για τη συζήτηση, για την οποία, «στο πλαίσιο ενός ειλικρινούς διαλόγου, επί τη βάση του διεθνούς δίκαιου», η κυβέρνηση «ελπίζει να ανοίξει με την Τουρκία», ο Γιώργος Γεραπετρίτης υπογράμμισε ότι «συνθήκες αναθεωρητικές δεν πρόκειται να τεθούν στο τραπέζι», και «ο αναθεωρητισμός είναι μη ανεκτός από την ελληνική πολιτεία και από την ελληνική εξωτερική πολιτική», «ούτε βέβαια μπορεί να αλλάξουν και δεν θα ήταν δυνατό νομικά, να αλλάξουν οι συνθήκες επί τη βάση των οποίων στηρίζεται το σημερινό status quo, όπως είναι η σύμβαση της Λωζάνης και η σύμβαση του Μοντρέ».
Καθώς αναφορά έγινε και στη Δ. Θράκη, ο κ. Γεραπετρίτης, εκ προοιμίου ξεκαθάρισε ότι δεν είναι ζήτημα εξωτερικής πολιτικής, αφορά την ελληνική εσωτερική έννομη τάξη. Με αυτό το δεδομένο λοιπόν ο υπουργός Εξωτερικών σημείωσε: «Δεν αναγνωρίζουμε σε κανέναν ξένο παράγοντα δικαίωμα λόγου για θέματα που αφορούν Έλληνες πολίτες».
Ο υπουργός Εξωτερικών απάντησε και στις αναφορές για τις σχέσεις με την Αίγυπτο. «Για εμάς, η κρίσιμη θέση, τόσο της Αιγύπτου όσο και του Ισραήλ, είναι ότι η χώρα μας είναι στρατηγικός εταίρους, τόσο για την Αίγυπτο όσο και για το Ισραήλ. Ανεξαρτήτως των όποιων συναντήσεων ή την ανάπτυξη ήπιων διπλωματικών σχέσεων μπορεί να υπάρξουν, παραμένει η Ελλάδα κύριος, κομβικός στρατηγικός παίκτης για τις σχέσεις με την Αίγυπτο και το Ισραήλ».
Για τη Συνθήκη των Πρεσπών, ο υπουργός Εξωτερικών είπε ότι η ΚΟ της ΝΔ εγκαίρως είχε επισημάνει ότι υπάρχουν σοβαρές ατέλειες και πλημμέλειες οι οποίες θα μπορούσαν να αναδείξουν ζητήματα. «Παρακολουθούμε στενά την εκτέλεση της σύμβασης και θα πράξουμε εκείνο το οποίο επιβάλλει το εθνικό μας συμφέρον. Αντιλαμβανόμαστε βεβαίως όλοι ότι δεν είναι δυνατόν, με οποιονδήποτε τρόπο, με νόμο, να τροποποιηθεί μια διεθνής συνθήκη η οποία έχει περάσει από το ελληνικό κοινοβούλιο, διότι αποτελεί πηγή υπέρτερης ισχύος, σε σχέση με τους τυπικούς νόμους. 'Αρα αυτή τη στιγμή, αποτελεί ένα νομικό δικαιϊκό δεδομένο και θα το υπηρετήσουμε, χωρίς να σταματήσουμε, σε οποιαδήποτε στιγμή την εφαρμογή της Συνθήκης των Πρεσπών και να ανταποκρινόμαστε με γρήγορα και εθνικά αντανακλαστικά».