Γιατί η Τουρκία έστειλε πλοία ανοικτά της Κάσου – Οι νέες προκλήσεις με το βλέμμα στο… μέλλον
Τα τελευταία εικοσιτετράωρα, η Τουρκία ανέπτυξε έως και πέντε πολεμικά πλοία γύρω από τη θαλάσσια περιοχή της Κάσου. Ήδη πλέει εκεί το υπό ιταλική σημαία πλοίο Ievoli Relume, το οποίο πραγματοποιεί έρευνες για τη μελλοντική εγκατάσταση υποβρυχίων καλωδίων του έργου της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Κύπρου.
Η Άγκυρα ζήτησε από το Ievoli Relume να σταματήσει τις έρευνες, με το πρόσχημα πως βρίσκεται «εντος της τουρκικής υφαλοκρηπίδας», επικαλούμενη το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Από την ελληνική πλευρά στην περιοχή βρισκόταν μόνο η κανονιοφόρος «Αήττητος», ενώ, μετά την ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας, κρίθηκε απαραίτητη η αποστολή και της φρεγάτας «Νικηφόρος Φωκάς» στα στενά Κάσου – Καρπάθου.
Παρά τις ανησυχίες που υπήρχαν για την πιθανότητα έντασης στην περιοχή, οι τελευταίες πληροφορίες διαβεβαιώνουν ότι η κατάσταση παραμένει ήρεμη και υπό έλεγχο, με πληροφορίες του ΥΠΕΞ να επισημαίνουν πως οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας παραμένουν ανοιχτοί και λαμβάνουν χωρα συνεννοήσεις.
Όμως, τι ήθελε να πετύχει η Τουρκία με αυτήν την επιλογή της; Ο διεθνολόγος, Κωνσταντίνος Φίλης, τόνισε μεταξύ άλλων πως «υπάρχουν τέσσερις αιτίες», μιλώντας στο αποψινό (23/07) κεντρικό δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1.
«Υπάρχουν τέσσερις λόγοι για την επιλογή της Τουρκίας. Ο πρώτος είναι να μη γίνει η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης – Κύπρου, να μην ολοκληρωθεί το έργο. Οιαδήποτε πρωτοβουλία ένωσης Ελλάδας – Κύπρου προκαλεί αναφυλαξία στην Τουρκία», σημείωσε αρχικά.
«Ο δεύτερος είναι ότι επαναβεβαιώνονται οι μαξιμαλιστικές θέσεις της Τουρκίας. Μιλάμε για έρευνες σε μία περιοχή μεταξύ Κάσου και Κάρπαθου μικρότερη του 1 ναυτικού μιλίου και μάλιστα σε διεθνή ύδατα. Άρα, η επιμέλεια της Άγκυρας είναι η αποκαλυπτική των απόψεων που έχει για την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στην περιοχή. Άλλωστε, οι έρευνες που διεξάγονται, εξ ορισμού δεν επηρεάζουν την υφαλοκρηπίδα.
Ο τρίτος είναι ότι η Τουρκία θέλει να μάς προδιαθέσει για το μέλλον. Αφενός γιατί θεωρεί εαυτόν κυρίαρχο επί της περιοχής, άρα η όποια ενέργεια πρέπει να έχει τη συναίνεσή της, όσο εξωφρενικό κι αν αυτό μάς φαίνεται και αφετέρου να στείλει ένα μήνυμα ότι τέτοιες ενέργειες μπορεί να τις κάνει αυτή –κινούμενη στο όριο μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας– χωρίς συνέπειες και έτσι, η ελληνική πλευρά να μην αντιδρά και να θεωρεί περίπου κανονικότητα και αναμενόμενη την αντίδραση της τουρκικής.
Ο τέταρτος αφορά την κατάσταση που επικρατεί παγκοσμίως, με τους δύο πολέμους (Ουκρανία, Γάζα) και βέβαια, την Ευρωπαϊκή Ένωση που προσπαθεί να βρει τα πατήματά της μετά τις ευρωεκλογές αλλά και τις Ηνωμένες Πολιτείες, που βρίσκονται σε μία σύγχυση», τόνισε στη συνέχεια.
«Το αποτέλεσμα είναι πως κανένας δεν έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για ό,τι συμβαίνει στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο στην παρούσα φάση, στον βαθμό που αυτές δεν παράγουν σοβαρή κρίση.
Με τον τρόπο που αντιδρά η Τουρκία, θέλει να καταδείξει τις δυσκολίες του εγχειρήματος υπό την έννοια ότι στο μέλλον, όταν οι έρευνες αλλά και η πόντιση των καλωδίων αρχίσουν, ενδέχεται να αντιδράσει ακόμη πιο δυναμικά και να προκαλέσει πρόβλημα. Αυτό το μήνυμα δεν το στέλνει μονάχα στην Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ, αλλά και σε εμπλεκόμενες εταιρείες και την Ευρωπαϊκή Ένωση», συμπλήρωσε.
«Ξέραμε ότι μετά την 20ή Ιουλίου, θα είχαμε μία γενικότερη ένταση, την οποία μάλιστα ο Ερντογάν προκαλεί και –από την αντίδραση του Μπαχτσελί παρατηρείται ότι– “επενδύει” σε αυτήν, για να κερδίσει το εθνικιστικό του ακροατήριο. Δεν πιστεύω ότι θα έχουμε περαιτέρω κλιμάκωση, δεν συμφέρει την Τουρκία. Αυτήν τη φορά, υπάρχουν δίαυλοι επικοινωνίας σε σύγκριση με το 2020. Προσωπικά, εκτιμώ ότι θα παραμείνουμε σε μία απόλυτα ελεγχόμενη ένταση», ολοκλήρωσε ο κ. Φίλης.