28η Οκτωβρίου 1940: Το χρονικό του πολέμου - Τα δραματικά λεπτά πριν το ιστορικό «ΟΧΙ»
Ήταν περίπου 3 το πρωί, όταν ο Ιταλός πρέσβης στην Αθήνα Εμμανουέλε Γκράτσι χτύπησε την πόρτα της οικείας του Έλληνα πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά. Ο Γκράτσι επέδωσε στο Μεταξά τελεσίγραφο της ιταλικής κυβέρνησης με το οποίο ζητούνταν να επιτραπεί η ελεύθερη διέλευση των ιταλικών στρατευμάτων από το ελληνικό έδαφος. "Alors, c'est la guerre" (αυτό σημαίνει πόλεμο) αποκρίθηκε ο Μεταξάς και λίγες ώρες αργότερα οι ιταλικές δυνάμεις άρχισαν τις επιθέσεις.
Οι ιταλικές πάντως κινήσεις εναντίον της Ελλάδας είχαν ξεκινήσει λίγους μήνες πριν. Αφού αρχικά κατέλαβαν την Αλβανία, τα στρατεύματα της Ιταλίας προετοίμαζαν την επίθεση εναντίον της χώρας μας, προάγγελος της οποίας ήταν ο τορπιλισμός της Έλλης στις 15 Αυγούστου 1940, μέσα στο λιμάνι της Τήνου. Ο Ιωάννης Μεταξάς πιστός στο δόγμα της ουδετερότητας κρατούσε την Ελλάδα στο περιθώριο των διεθνών εξελίξεων, ωστόσο είχε ενημερωθεί πως οι Ιταλοί είχαν αποφασίσει από τις 15 Οκτωβρίου να θέσουν σε ισχύ την επιχείρηση "Emergenza G", η οποία στόχευε στα ελληνικά εδάφη.
Λίγες ώρες πριν λήξει το τελεσίγραφο στο Μεταξά, οι πρώτες ιταλικές δυνάμεις άρχισαν να λαμβάνουν θέσεις στα βουνά της Πίνδου, ενώ συνολικά 105.000 Ιταλοί στρατιώτες στάθμευαν στην Αλβανία, έτοιμοι να εμπλακούν. Ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου οι περίφημες ταξιαρχίες με τα ονόματα ιταλικών πόλεων (Βενέτσια, Φεράρα, Σιένα, Πάρμα), η 131η Μεραρχία Τεθωρακισμένων αλλά και οι 3η Μεραρχία Αλπινιστών άρχισαν να προετοιμάζονται. Οι πρώτοι στρατιώτες κατέλαβαν τις Φιλιάτες και την Κόνιτσα, σε μία προσπάθεια να αποκόψουν την Ήπειρο από τη Θεσσαλία.
Η ελληνική πλευρά ήταν απροετοίμαστη. Μοναδικοί θύλακες αντίστασης το Απόσπασμα Πίνδου υπό το συνταγματάρχη Κωνσταντίνο Δαβάκη και η περίφημη VIII Μεραρχία με διοικητή το Στρατηγό Χαράλαμπο Κατσιμήτρο. Τα εφόδια ελάχιστα και φυσικά η πολεμική τεχνολογία ξεπερασμένη, ενώ κόντρα στα υπερσύγχρονα για την εποχή αεροπλάνα, η Ελλάδα είχε να αντιπαρατάξει μερικά παλαιά, ξεπερασμένα αεροσκάφη. Έξι διμοιρίες πυροβολικού υπό το Δαβάκη κλήθηκαν να υπερασπιστούν μία γραμμή 70 χιλιομέτρων απέναντι στη θρυλική μεραρχία αλπινιστών "Τζούλια". Οι λιγοστοί Έλληνες στρατιώτες προσπάθησαν να καθυστερήσουν τους επελαύνοντες Ιταλούς, οι οποίοι επί τρεις ημέρες σάρωναν το σκληρό έδαφος της Ηπείρου φθάνοντας έως το Μέτσοβο.Ήταν 3 Νοεμβρίου όταν οι πρώτες ενισχύσεις έφτασαν με την Ι Μεραρχία Πεζικού της V Ταξιαρχία Πεζικού και η Μεραρχία Ιππικού ανέλαβαν το δύσκολο έργο να ανακόψουν την ιταλική επέλαση. Από εκείνη τη στιγμή, ο πόλεμος πήρε νέα τροπή. Οι ελληνικές δυνάμεις ξεκίνησαν να αποκρούουν τις επιθέσεις και στις 10 Νοεμβρίου ανάγκασαν τους Ιταλούς αλπινιστές να υποχωρήσουν.
Η συνέχεια ήταν διθυραμβική. Ο ελληνικός Στρατός πέταξε έξω από τη χώρα τους Ιταλούς κατακτητές και άρχισε να επελαύνει στο έδαφος της Βόρειας Ηπείρου. Κορυτσά (22/11), Πόγραδετς (30/11), Πρεμετή (3/12), Άγιοι Σαράντα (6/12), Αργυρόκαστρο (8/12), Χειμάρα (22/12) και Κλεισούρα (10/1/1941) ολοκλήρωσαν μία σειρά επιτυχιών κόντρα στους απελπισμένους Ιταλούς στρατιώτες του εξοργισμένου Μουσολίνι. Συνολικά 27 ετοιμοπόλεμες ιταλικές Μεραρχίες ηττήθηκαν από 16 απροετοίμαστες ελληνικές, οι οποίες αναγκάστηκαν να οπισθοχωρήσουν 60 χιλιόμετρα μέσα σε αλβανικό έδαφος. Η εξέλιξη αυτή δημιούργησε ρήγμα στις σχέσεις Ιταλίας - Γερμανίας, αναγκάζοντας τον Αδόλφο Χίτλερ να δίνει στις 15/12 εντολή προς τις ναζιστικές δυνάμεις για επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Το γεγονός αυτό ήταν καθοριστικό για την τελική έκβαση του πολέμου, μιας και καθυστέρησε τη γερμανική επίθεση προς τη Σοβιετική Ένωση, αναγκάζοντας τον Χίτλερ να υποστεί σφοδρή ήττα στις παγωμένες ρωσικές στέπες.
Στην ελληνική πλευρά, η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον διοικητή της Εθνικής Τράπεζας Ιωάννη Κορυζή, λόγω του αιφνίδιου θανάτου του Μεταξά (29/1/1941), αποδυνάμωσε το εσωτερικό μέτωπο που φάνηκε αδύνατο να συγκρατήσει τη συντονισμένη επίθεση των Γερμανών που ακολούθησε. Παρ' όλα αυτά, οι Έλληνες κατατρόπωσαν για ακόμα μία φορά τους Ιταλούς, αποκρούοντας μπροστά στα μάτια του Μουσολίνι την "εαρινή επίθεση" (9-20/3/1941) και αποδεικνύοντας πως η ανδρεία είναι το μεγαλύτερο προσόν αυτού του Έθνους.