Κρούσματα σήμερα: Στα ύψη ιικό φορτίο και διασπορά - Παραμένει η πίεση στο ΕΣΥ και τις ΜΕΘ
Κρούσματα σήμερα: Παρά την πτωτική πορεία των κρουσμάτων, οι ΜΕΘ παραμένουν στα «κόκκινα»
«Μουδιασμένη» παραμένει η κοινωνία, παρακολουθώντας καθημερινά τους αριθμούς των κρουσμάτων, των διασωληνωμένων και των νεκρών στην Ελλάδα, καθώς το δεύτερο κύμα της πανδημίας «εκτόξευσε» τη λίστα των θυμάτων από την πανδημία του κορονοϊού.
Ωστόσο, τις τελευταίες ημέρες, σταθερή είναι η πορεία της πανδημίας στη χώρα μας, χωρίς μεγάλες αλλαγές από την προηγούμενη εβδομάδα, με κύρια χαρακτηριστικά τη σταδιακή μείωση των κρουσμάτων στις περισσότερες περιοχές -με εξαίρεση κάποιες που ακόμα «βράζουν», όπως ανέφεραν χθες κατά την ενημέρωση για την εξέλιξη της πανδημίας στην Ελλάδα η καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Βάνα Παπαευαγγέλου και ο επίκουρος καθηγητής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Γκίκας Μαγιορκίνης.
Οι ίδιοι, προσέθεσαν ότι ενώ από την μία παρατηρείται μείωση εισαγωγών στα νοσοκομεία και μείωση των ενεργών κρουσμάτων, η πίεση του ΕΣΥ βρίσκεται στα «κόκκινα», λόγω της πληρότητας των ΜΕΘ και ιδιαίτερα στη Β. Ελλάδα.
«Τα ενεργά κρούσματα σε Αττική και Θεσσαλονίκη παραμένουν εξαιρετικά υψηλά αλλά πλέον υποχωρούν σταδιακά στα επίπεδα που είχαμε στα τέλη Οκτωβρίου προς αρχές Νοεμβρίου. Στην Αττική η μείωση των διαγνώσεων έχει επιβραδυνθεί σε ποσοστό 7-8% μεσοσταθμικά ενώ η Θεσσαλονίκη επιτάχυνε τη μείωση του αριθμού των διαγνώσεων σε ποσοστό μέχρι και 25%», ανέφερε ο κ. Μαγιορκίνης.
Σχετικά με την κατανομή των νέων διαγνώσεων, είναι αξιοσημείωτο πως παραμένει στο σχετικά βαρύτερο προφίλ νοσηρότητας που δημιουργήθηκε από τα μέσα Νοεμβρίου, καθώς οι διαγνώσεις των 40-65 ετών και 65 και άνω έχουν την υψηλότερη επίπτωση.
«Είναι πλέον προφανές και από τα ελληνικά αλλά και τα παγκόσμια δεδομένα ότι η βελτίωση ενός πλήρους έντασης κύματος της covid-19 στα μέσα του χειμώνα είναι εξαιρετικά πιο επίπονη και αργή διαδικασία απ ό,τι την άνοιξη», είπε ο κ. Μαγιορκίνης.
Τι θα γίνει με τα σχολεία
Στο μεγάλο «αγκάθι» της κυβέρνησης, που δεν είναι άλλο από το άνοιγμα των σχολείων, αναφέρθηκε η κυρία Παπαευαγγέλου, στην χθεσινή επίσημη ενημέρωση, υπογραμμίζοντας τους δύο λόγους που η επιτροπή των εμπειρογνώμων αποφάσισε να μην ανοίξει η πρωτοβάθμια εκπαίδευση πριν τις σχολικές διακοπές των Χριστουγέννων, «παρά την υποτονική βελτίωση της επιδημιολογικής εικόνας», και να επαναλειτουργήσουν μετά τα Φώτα.
Πρόκειται ωστόσο για μία απόφαση, η οποία θα διαλευκανθεί εκ νέου και τις επόμενες εβδομάδες με τα νέα δεδομένα.
Όπως είπε η κυρία Παπαευαγγέλου, δύο είναι οι βασικοί παράγοντες, οι οποίοι επιβραδύνουν την απόφαση για το άνοιγμα των σχολικών μονάδων. Πρώτον, η εικόνα στις ΜΕΘ, καθώς δεν βελτιώθηκε όπως οι επιστήμονες επιθυμούσαν. Έτσι οποιαδήποτε αύξηση της κινητικότητας θα μπορούσε εύκολα να αυξήσει το επιδημιολογικό φορτίο. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι αμφισβητήθηκε το όφελος, αφού παρέμεναν μόνο 7 μέρες διδασκαλίας μέχρις την αργία των Χριστουγέννων.
«Υπήρξε προβληματισμός για την αναστάτωση που θα προκαλούσε το άνοιγμα των σχολείων στα παιδιά», είπε η καθηγήτρια και ξεκαθάρισε ότι αυτή η απόφαση σε καμιά περίπτωση δεν αναιρεί τη σταθερή θέση της επιτροπής ότι η εκπαίδευση αποτελεί την απόλυτη προτεραιότητα και ότι τα σχολεία είναι τα τελευταία που πρέπει να κλείνουν και τα πρώτα που θα επανέρχονται σε λειτουργία, με τη βελτίωση των επιδημιολογικών δεδομένων. Επίσης είπε ότι οι επιστήμονες της επιτροπής σθεναρά συνεχίζουν να υποστηρίζουν ότι δεν παρατηρείται μετάδοση μέσα στα σχολεία και ιδιαίτερα στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
Πίεση στο ΕΣΥ και τήρηση των μέτρων προστασίας
Έκκληση για υπομονή και τήρηση των μέτρων προστασίας, έκαναν οι δύο επιστήμονες, επαναλαμβάνοντας την ευκολία με την οποία μεταδίδεται ο ιός.
Ο κ. Μαγιορκίνης έκανε λόγο για «οριακό σημείο» στο οποίο βρίσκεται το ΕΣΥ, υπενθύμισε την τήρηση των μέτρων, με ιδιαίτερη αναφορά στην προστασία των ηλικιωμένων και ευπαθών ομάδων. «Έχουμε ακόμα δρόμο να διανύσουμε, και δυστυχώς η επιδημία μπορεί να γίνει εκρηκτική ανά πάσα στιγμή, και το κουρασμένο σύστημα υγείας που έχουμε αυτή τι στιγμή δεν θα μπορέσει να αντέξει».
Στο 20,49% ο δείκτης θετικότητας
Η ραγδαία αύξηση της θετικότητας τα τελευταία 24ωρα έχει προκαλέσει ανησυχία, η οποία αυξάνεται αντίστοιχα με τους αριθμούς της Δευτέρας.
Συγκεκριμένα, χθες, το 20,49% των ανθρώπων που υποβλήθηκαν σε τεστ κορονοϊού ήταν θετικοί. Ο δείκτης θετικότητας εκτινάχθηκε από το 9,81% της Κυριακής στο 20,49% της Δευτέρας, το οποίο μάλιστα είναι και το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό που έχει καταγραφεί από την αρχή της πανδημίας. Το μεγαλύτερο ήταν το 53% στις 22 Μαρτίου με 94 νέα κρούσματα σε μόλις 176 τεστ που είχαν διενεργηθεί τότε.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.