Έγκλημα Γλυκά Νερά: Δεν βρέθηκαν στοιχεία σε βάρος του Γεωργιανού
Στο συμπέρασμα ότι ο Γεωργιανός που συνελήφθη στον Έβρο, στην προσπάθειά του να διαφύγει παράνομα από την Ελλάδα, δεν συνδέεται με το έγκλημα στα Γλυκά Νερά, φαίνεται ότι κατέληξαν οι αστυνομικοί της Ασφάλειας.
Το Τμήμα Ανθρωποκτονιών έβαλε στο μικροσκόπιο και «ξεσκόνισε», όπως χαρακτηριστικά λένε αστυνομικές πηγές, το παρελθόν του. Ωστόσο, δεν προέκυψε κανένα στοιχείο σύνδεσής του με το έγκλημα στα Γλυκά Νερά. Οι Αρχές είχαν το γενετικό του υλικό, το οποίο δεν ταυτοποιήθηκε με κάποιο dna από τον τόπο του εγκλήματος στα Γλυκά Νερά.
Επίσης, δεν στάθηκε δυνατή η αναγνώρισή του από τον 33χρονο σύζυγο της 20χρονης Καρολάιν. Ο Γεωργιανός οδηγήθηκε στα δικαστήρια της Ευελπίδων μόνο ως κατηγορούμενος για ληστεία που είχε διαπράξει τον περασμένο Μάρτιο στο Πικέρμι.
Δεν είναι τυχαίο που η Αστυνομία διέψευσε χθες το βράδυ τα δημοσιεύματα που αναφέρουν ότι το Τμήμα Ανθρωποκτονιών της Ασφάλειας Αττικής εξετάζει υπόπτους για τη δολοφονία της 20χρονης Καρολάιν.
Συγκεκριμένα η ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ. αναφέρει:
«Από την Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής ανακοινώνεται ότι: πληροφορίες που διακινούνται στα Μέσα, με πιθανούς υπόπτους στην υπόθεση του στυγερού εγκλήματος στα Γλυκά Νερά, δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».
Υπενθυμίζεται ότι ο Γεωργιανός ταυτοποιήθηκε για ληστεία που είχε γίνει σε σπίτι στο Πικέρμι στις 5 Μαρτίου 2021, όταν ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και η οικιακή βοηθός τους είχαν πέσει θύμα βασανισμού από πέντε κακοποιούς (ανάμεσά τους ο Γεωργιανός που συνελήφθη στον Έβρο).
Οι αστυνομικοί εστιάζουν πλέον το ενδιαφέρον τους σε μία λίστα που έχουν καταρτίσει με ποινικούς, οι οποίοι έχουν μπει στον κύκλο υπόπτων. Πρόκειται για κακοποιούς, μέλη σκληρών συμμοριών με παρελθόν βίαιων επιθέσεων σε σπίτια.
Την ίδια ώρα, οι αστυνομικοί αναζητούν «φως» από την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών.
Οι Αρχές πραγματοποίησαν σαρώσεις σημάτων κινητών τηλεφώνων που εξέπεμψαν από τις 3.00 έως τις 6.00 το πρωί της περασμένης Τρίτης, στην περιοχή όπου βρίσκεται η μεζονέτα της οικογένειας.
Οι ληστές εισέβαλαν στο σπίτι περίπου στις 5.00 το πρωί και διέφυγαν περίπου στις 6.00 το πρωί. Οι αστυνομικοί θα ερευνήσουν κατά πόσο οι κακοποιοί ήταν στην περιοχή και κάποιες ώρες πριν την επίθεση, στο πλαίσιο κατόπτευσης του χώρου.
Οι σαρώσεις γίνονται για τον εντοπισμό σημάτων κινητών τηλεφώνων που δεν ανήκουν σε κατοίκους της περιοχής. Σύμμαχος των Αρχών για να βρεθούν τα τηλέφωνα των δραστών είναι το γεγονός ότι η περιοχή είναι αραιοκατοικημένη αλλά και το γεγονός ότι στις 5.00 το πρωί που έγινε η ληστεία δεν κυκλοφορεί κόσμος έξω και έτσι μπορούν πιο εύκολα να αποκαλυφθούν εκπομπές σημάτων από ύποπτα κινητά τηλέφωνα. Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι οι κακοποιοί είχαν πάνω τους κινητά τηλέφωνα (χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι αυτά είναι καταχωρημένα στα πραγματικά τους στοιχεία).
Οι αστυνομικοί συνεχίζουν την έρευνα προσπαθώντας να χαρτογραφήσουν τη διαδρομή των κακοποιών. Πληροφορίες αναφέρουν ότι κάμερα ασφαλείας σπιτιού της περιοχής, κοντά στη μεζονέτα του ζευγαριού, κατέγραψε ύποπτο άτομο να κινείται στην οδό Παναγούλη.
Οι αστυνομικοί εκτιμούν ότι το άτομο αυτό μπορεί να είχε το ρόλο του τσιλιαδόρου. Το Τμήμα Ανθρωποκτονιών έχει σχηματίσει το προφίλ των δολοφόνων. Οι δύο ένοπλοι, σύμφωνα με τις περιγραφές, είχαν ύψος περίπου 1,80 και ήταν αδύνατοι, ενώ ο τρίτος είχε ύψος περίπου 1,70 και ήταν ευτραφής. Οι δύο κρατούσαν πιστόλια, ενώ ο τρίτος ήταν αυτός που δολοφόνησε την 20χρονη Καρολάιν.
Η διαδρομή
Στοιχεία για τη διαδρομή των δολοφόνων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην εξιχνίαση του εγκλήματος, αναζητούν οι αστυνομικοί του Τμήματος Ανθρωποκτονιών.
Η Αστυνομία προσπαθεί να διαλευκάνει εάν οι δράστες κινήθηκαν μετά τη δολοφονική επίθεση προς τα δυτικά προάστια της Αθήνας. Τα δύο κλιμάκια των Τμημάτων Ανθρωποκτονιών και Διαρρηκτών, τα οποία συγκροτήθηκαν για τη σύλληψη των ληστών, εξετάζουν βίντεο από κάμερες ασφαλείας, που έχουν «πιάσει» ύποπτα οχήματα την επίμαχη ώρα.
Το ερώτημα είναι εάν τα μέλη της συμμορίας κινήθηκαν ή όχι προς την έξοδο της Αττικής Οδού, με κατεύθυνση προς τη δυτική Αττική. Εάν επιβεβαιωθεί η εκτίμηση αυτή, τότε οι αστυνομικοί θα μπορέσουν να κλείσουν τον κύκλο των υπόπτων, διότι θα επικεντρωθούν στις σκληρές ομάδες ληστών της συγκεκριμένης περιοχής. Αστυνομικές πηγές αναφέρουν ότι αρκετές είναι οι σκληρές συμμορίες που «χτυπούν» σε διάφορα σημεία του λεκανοπεδίου και στη συνέχεια επιστρέφουν (πολλές φορές μέσω της Αττικής Οδού) στην «έδρα» τους.
Την ίδια ώρα, οι άντρες του Τμήματος Ανθρωποκτονιών έχουν καταρτίσει λίστες με σκληρούς κακοποιούς που αποφυλακίστηκαν τους τελευταίους μήνες. Στόχος τους είναι να εξετάσουν που βρίσκονται αυτή την περίοδο τα άτομα αυτά και εάν έχουν «ενεργοποιηθεί» εκ νέου, μέσω της συμμετοχής τους σε κάποια εγκληματική οργάνωση. Στο ίδιο πλαίσιο θα γίνει άρση του απορρήτου των επικοινωνιών για να «σαρωθεί» η περιοχή όπου έγινε η επίθεση.
Με τον τρόπο αυτό οι αρμόδιοι αξιωματικοί θα διαπιστώσουν εάν την ώρα της ληστείας υπήρχαν ενεργοποιημένα κινητά τηλέφωνα, τα οποία δεν ανήκουν σε κατοίκους της περιοχής.
Το Τμήμα Διαρρηκτών έχει ανασύρει ταυτόχρονα φακέλους παλιότερων επιθέσεων, με τις οποίες θα μπορούσαν να συνδέονται οι δολοφόνοι της 20χρονης. Χαρακτηριστικά εξετάζονται βίαιες επιθέσεις με στόχο ιδιοκτήτες σπιτιών στη βορειοανατολική Αττική. Ήδη οι αστυνομικοί έχουν περιγραφή για έναν «κοντό άντρα» που έδειξε απάνθρωπη αγριότητα απέναντι στην 20χρονη φοιτήτρια και μητέρα του μωρού, μέσα στη μεζονέτα στα Γλυκά Νερά.
Οι αστυνομικοί εκφράζουν την αισιοδοξία ότι το έγκλημα «αργά ή γρήγορα» θα εξιχνιαστεί. Η αισιοδοξία τους πηγάζει, όπως λένε αστυνομικές πηγές, από το γεγονός ότι οι δράστες έμειναν για τουλάχιστον 30-45 λεπτά μέσα στο σπίτι, κινούμενοι σχεδόν σε όλους τους χώρους. Αυτό, σε συνδυασμό με την εκτίμηση ότι είναι σεσημασμένοι, αυξάνει -κατά τους αστυνομικούς- τις πιθανότητες να άφησαν πίσω τους είτε δακτυλικά αποτυπώματα είτε γενετικό υλικό. Έτσι, στα εγκληματολογικά εργαστήρια υπάρχουν, όπως εκτιμούν οι αστυνομικοί, αυξημένες πιθανότητες ταυτοποίησής τους.
«Στοίχημα» για την ΕΛ.ΑΣ.
Η εξιχνίαση της υπόθεσης αποτελεί «στοίχημα» για την Ελληνική Αστυνομία. Δεν είναι τυχαίο που με κοινή υπουργική απόφαση οι κακοποιοί επικηρύχθηκαν με ποσό ύψους 300.000 ευρώ. Οι Αρχές ποντάρουν ότι κάποιος που γνωρίζει τη δράση τους μπορεί να μιλήσει στην ΕΛ.ΑΣ. με κίνητρο το χρηματικό ποσό.
Ο 33χρονος πιλότος, σύζυγος της 20χρονης φοιτήτριας και μητέρας του παιδιού του, έδωσε και δεύτερη κατάθεση στους αστυνομικούς του Τμήματος Ανθρωποκτονιών περιγράφοντας όλα όσα έζησε.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η ΕΛ.ΑΣ. θα εξετάσει κατά πόσο οι δράστες είχαν εσωτερική πληροφόρηση. Ο 33χρονος πιλότος είχε αγοράσει πρόσφατα ένα οικόπεδο που ήθελε να αξιοποιήσει. Η αγοραπωλησία είχε γίνει και έτσι ο 33χρονος δε θα μπορούσε να έχει στο σπίτι του μετρητά για το σκοπό αυτό. Οι αστυνομικοί, όμως, θα εξετάσουν κατά πόσο μπορεί οι δράστες να είχαν πληροφόρηση για την αγοραπωλησία, έστω και εάν αυτή ήταν λανθασμένη.
Οι ληστές επέμεναν στις ερωτήσεις τους για το που βρίσκονται μετρητά, δείχνοντας με τον τρόπο αυτό ότι πίστευαν ότι στο σπίτι βρίσκονται περισσότερα χρήματα από τα περίπου 15.000 ευρώ που αφαίρεσαν. Η Αστυνομία θα εξετάσει κατά πόσο η συμμορία των τουλάχιστον τριών ληστών είχε με κάποιο τρόπο πληροφόρηση για τη ζωή του ζευγαριού.
Ο 32χρονος πιλότος ήταν αυτός που ειδοποίησε την Αστυνομία, όταν κατάφερε να λυθεί από τα σχοινιά με τα οποία τον είχαν δέσει οι δράστες πάνω σε μία καρέκλα.
Η αγριότητα που επέδειξαν οι δράστες κάνει τους αστυνομικούς να εκτιμούν ότι είναι άτομα σεσημασμένα, τα στοιχεία των οποίων ενδεχομένως υπάρχουν στις βάσεις δεδομένων της ΕΛ.ΑΣ. με αποτυπώματα και γενετικό υλικό.
Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.
Διαβάστε επίσης:
Εμβολιασμοί: Ανοίγει η συζήτηση για την «υποχρεωτικότητα» - Ποιοι θα ακολουθήσουν την ΕΜΑΚ