Βροχή λουκέτων στα κινεζικά μαγαζιά
Ερημώνει η ελληνική Chinatown - Όσοι μένουν εξάγουν ελληνικά προϊόντα στην Κίνα
Το πεσμένο εμπόριο και η «διαλυμένη» αγορά έχει ως αποτέλεσμα την κατακόρυφη πτώση του τζίρου όχι μόνο στα ελληνικά καταστήματα αλλά και στα Κινέζικα που δραστηριοποιούνται στην πρωτεύουσα.
Οι Κινέζοι μετανάστες που κατάφεραν δημιουργήσουν μια από τις πιο οργανωμένες Chinatown στην περιοχή του Μεταξουργείου και μάλιστα στα πρότυπα των ευρωπαϊκών και παγκόσμιων, αναγκάζονται πλέον να εγκαταλείψουν άρον-άρον την χώρα μας για χώρες με περισσότερες ευκαιρίες.
Με μια βόλτα στην ελληνική Chinatown αντιλαμβάνεται κανείς ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει ριζικά και το χειρότερο είναι πως με τα σημερινά δεδομένα η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί.
«Η κρίση οδήγησε πολλούς Κινέζους που ζουν στην Ελλάδα να αναζητήσουν νέους τρόπους για να βγάλουν κέρδη. Έτσι πολλοί άρχισαν να εξάγουν ελληνικά προϊόντα από την Ελλάδα στην Κίνα», δηλώνει στο newsbomb.gr Κινέζος επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται στην ελληνική Chinatown.
Πολλοί Κινέζοι αποφασίζουν να εγκαταλείψουν την Ελλάδα για να πάνε είτε στην πατρίδα τους είτε στην Βραζιλία και την Νότιο Αφρική, χώρες με ολοένα και αναπτυσσόμενη εμπορική δραστηριότητα. Όχι όμως στην Ευρώπη η οποία απειλείται από την κρίση χρέους, όπως αποκαλύπτει ο Κινέζος επιχειρηματίας.
Περίπου 150 με 200 κινεζικές επιχειρήσεις συνολικά δραστηριοποιούνται σήμερα στο κέντρο της Αθήνας, ωστόσο τον τελευταίο χρόνο έχει μπει λουκέτο σε περίπου 30% εξ αυτών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ), το διάστημα 2005 - 2010 στον Δήμο Αθηναίων προκύπτει αισθητή πτώση του αριθμού των νέων κινεζικών επιχειρήσεων, κυρίως μετά το 2008.
Στην αρχή της κρίσης οι πωλήσεις παρουσίαζαν αύξηση, καθώς όλο και περισσότεροι Έλληνες άρχισαν να εμπιστεύονται τα Κινέζικα καταστήματα με τις ιδιαίτερα χαμηλές τιμές. Όμως όσο η κρίση βάθαινε, οι πελάτες χάθηκαν και από τα Κινέζικα, με αποτέλεσμα τα κέρδη να πέσουν κατακόρυφα.
Η πλειονότητα των Κινέζων που ζουν στην Ελλάδα - υπολογίζονται σε περίπου 20.000.