Εφημερίδες από τον περασμένο αιώνα - Η αθηναϊκή κουλτούρα μέσα από τους «θησαυρούς» των μονόστηλων

Οι θησαυροί στα μονόστηλα και στα δίστηλα είναι πηγή ιστορίας και λαογραφίας. Ο αθηναιογράφος Θωμάς Σιταράς μιλά στο Newsbomb.gr και «ξεφυλλίζοντας τις παλιές εφημερίδες», παρουσιάζει άγνωστες πτυχές από τον τρόπο ζωής και διασκέδασης των Αθηναίων.
8'

Ο αθηναιογράφος Θωμάς Σιταράς, ξεφυλλίζοντας παλιές εφημερίδες, αποτυπώνει την πραγματική ζωή της πόλης των Αθηνών, δίνοντας στοιχεία για το πώς ζούσαν οι κάτοικοι της πρωτεύουσας κατά τις αρχές του 20ου αιώνα μετά τον πόλεμο και τον εμφύλιο. Μια Αθήνα που διαφέρει κατά πολύ από την σημερινή. Μια Αθήνα που οι γειτονιές της ήταν πιο ανθρώπινες.

Σε αυτές τις γειτονιές αποτυπώνεται το ψηφιδωτό της εποχής. Οι δημοσιογράφοι είχαν στήλες συγκεκριμένες από τις δικαστικές αίθουσες που έφθαναν οι υποθέσεις, από τα νυφοπάζαρα της Αίγλης και του Συντάγματος, έως και τις διασκεδάσεις σε θέατρα, κινηματογράφους, αγώνες πυγμαχίας ακόμη και ιπποδρόμους. Ακόμη και από τις διαφημίσεις στις εφημερίδες μπορεί να αντλήσει κάποιος στοιχεία για τότε επιχειρείν.

Εφημεριδοπώλης της εποχής, εικόνα από το βιβλίο του «Ξεφυλλίζοντας τις παλιές εφημερίδες»

Ο Θωμάς Σιταράς μιλά στο Newsbomb.gr για την έρευνα του και απαντά για τους θησαυρούς που βρήκε στις εφημερίδες μιας εποχής που η Ελλάδα προσπαθούσε να βρει το βηματισμό της.

Η Αθήνα ήταν πρωτεύουσα αλλά όχι μεγαλούπολη και οι κάτοικοι της είχαν μια πολύ συγκεκριμένη κουλτούρα.

Οι δημοσιογράφοι της εποχής την απέδωσαν μέσα από τα ρεπορτάζ τους και άφησαν έναν πλούτο ιστορικό που σήμερα φαντάζει νοσταλγικός.

Εμπορικό εικόνα από το βιβλίο του «Ξεφυλλίζοντας τις παλιές εφημερίδες»

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι στις παλιές εφημερίδες είναι γραμμένη η ιστορία της χώρας, αυτή που δεν έχει αποτυπωθεί στα βιβλία της ιστορίας;

«Υπάρχουν πολλές πηγές για να βρει κανείς θέματα και καταστάσεις που συνέβησαν στο παρελθόν. Είναι σημαντικό, όταν ξεκινάς, να ξέρεις ακριβώς τι ψάχνεις. Αυτό θα σε οδηγήσει σε πηγές πληροφόρησης, όπως μαρτυρίες, αρχεία, βιβλία, εφημερίδες και περιοδικά, φιλμ και φωτογραφικό υλικό. Κάθε μέσο έχει τη δική του σημασία και βαρύτητα και θέλει τη δική του μεταχείριση».

Τι σας ώθησε να κάνετε την έρευνα αυτή και πόσο κράτησε;

την Παλιά Αθήνα (1832-1940) υπάρχει μεγάλη βιβλιογραφία. Έχοντας σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου- μεταξύ άλλων-Κοινωνική Ιστορία, διαπίστωσα γρήγορα ότι υπήρχε σοβαρό έλλειμμα πληροφόρησης για την καθημερινότητα των προγόνων μας. Μα είναι ακριβώς αυτή η καθημερινότητα που θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε τη συμπεριφορά τους, συμπεριφορά κοινωνική, οικονομική και πολιτική.

Και κάτι ακόμα. Δεν θεωρώ ότι αυτά που γράφω πρέπει αναγκαστικά να μοιάζουν με στεγνά πανεπιστημιακά συγγράμματα. Περιγράφω καθημερινές στιγμές από ανθρώπους που ήταν ευχάριστοι, τραγουδούσαν, διασκέδαζαν, έγραφαν ποιήματα. Ζούσαν στα σίγουρα μια διαφορετική ζωή από ό,τι σήμερα. Ανάλογου χαρακτήρα είναι και όλα μου τα βιβλία...

Δουλεύω 7 με 8 ώρες την ημέρα, έχοντας πολύ εμπεριστατωμένα και πλούσια αρχεία για την εποχή – κείμενα και φωτογραφίες. Παρ’ όλα αυτά κάθε μου βιβλίο απαιτεί εργασία 2-3 χρόνων».

Η Αίγλη του Ζαππείου το 1925 εικόνα από το βιβλίο του «Ξεφυλλίζοντας τις παλιές εφημερίδες»

Έχετε βρει χαμένους θησαυρούς; Θα μπορούσαν οι εφημερίδες αυτές να αποτελέσουν μουσειακό υλικό;

«Και βέβαια υπάρχουν κρυμμένοι θησαυροί. Χρειάζεται υπομονή και ευρηματικότητα να τους βρεις και να τους φέρεις στην επιφάνεια. Και αυτό ακριβώς προσφέρω στους αναγνώστες των βιβλίων μου.

Σίγουρα, οτιδήποτε παλιό μπορεί να είναι, υπό προϋποθέσεις, υποψήφιο για έκθεμα μουσείου. Εδώ όμως έχουμε στα σίγουρα κάτι διαφορετικό».

Αλήθεια, πόσες εφημερίδες εντοπίσατε;

«Είναι μερικές εκατοντάδες. Δεν σας λέω αριθμό, γιατί θα σας τρομάξω. Από την άλλη, όμως, υπάρχουν άψογα οργανωμένες βιβλιοθήκες -στη δική μου περίπτωση της Βουλής και του Δήμου Αθηναίων- που με διευκολύνουν αφάνταστα.

Η οδός Πανεπιστημίου εικόνα από το βιβλίο του Θωμά Σιταρά

Ουσιαστικά, μέσα από τις σελίδες του βιβλίου διακρίνεται η κοινωνική δομή της Αθήνας, αλλά και τα κύρια χαρακτηριστικά των ανθρώπων της εποχής;

«Πρόκειται βασικά για λαογραφία της καθημερινής ζωής. Γνωρίζουμε έτσι τον χώρο και τις ανθρώπινες συμπεριφορές. Η ιστορία της γειτονιάς και του απλού λαού, διάρκειας ενός αιώνα».

Ένα ολόκληρο κεφάλαιο για τις αίθουσες των δικαστηρίων και συγκεκριμένα στο κτίριο της οδού Σανταρόζα, αλλά και στο ειρηνοδικείο της Ζήνωνος. Γιατί οι τότε εφημερίδες έστελναν εκεί τις καλύτερες πένες τους;

«Όταν ήμουν 12 χρονών συνήθιζα να πηγαίνω, όποτε ευκαιρούσα, στα δικαστήρια της Σανταρόζα και παρακολουθούσα δίκες. Είχα ανακαλύψει έναν αποτελεσματικό τρόπο να γνωρίσω έτσι κάποιες όψεις της κοινωνίας. Μάλιστα οι χωροφύλακες της φρουράς μου υποδείκνυαν τις ενδιαφέρουσες δίκες!

Οι παλιοί Αθηναίοι ρουφούσαν κυριολεκτικά τα ρεπορτάζ των δικαστικών αιθουσών. Ήταν το πρώτο πράγμα που διάβαζαν, όταν άνοιγαν την εφημερίδα τους. Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράξενο να βλέπουμε να τα υπογράφουν μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας μας».

Παράσταση του Σπαθάρη, ρεκλάμα εφημερίδα της εποχής

Τα νυφοπάζαρα της Αθήνας στην Αίγλη είχαν γίνει επίσης θέμα πολλές φορές από τις εφημερίδες της εποχής. Γιατί πιστεύετε ότι έδιναν έμφαση σε όλο αυτό το νυφοπάζαρο;

« Δεν υπήρχε περίπτωση να πάει δημοσιογράφος στο Σύνταγμα, στην Ομόνοια, στο Ζάππειο και στον κήπο του Μουσείου και να μη βρει θέμα για ρεπορτάζ ή χρονογράφημα. Ειδικά στο Ζάππειο με την «Αίγλη», την «Όαση» και τις «Αγελάδες» και την απέραντη απλωσιά του, συναντούσε κανείς ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα όλων των κοινωνικών τάξεων.

Είναι ευνόητο ότι μέσα εκεί χωρούσαν και τα ζευγαράκια για τα προκαταρκτικά -γκαζόζα ή παγωτό- και ακολούθως επίσκεψη στο παρακείμενο αλσύλλιο διά τα περαιτέρω. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι η πευκόφυτη περιοχή δίπλα στο Στάδιο αποκαλούνταν «Παντρεμενάδικα»!».

Μέσα από την έρευνά σας, στο βιβλίο σας «αναδύονται» πολλά επαγγέλματα που χάθηκαν στον χρόνο και κάποια που εξελίχθηκαν. Μπορείτε να μοιραστείτε κάποια μαζί μας;

«Κατ’ αρχάς δεν υπάρχουν πλέον πλανόδιοι πωλητές που να γυρίζουν τις γειτονιές με το κάρο ή το γαϊδουράκι τους. Ό,τι έχει σχέση με γυρολόγους =μιλώ για την Αθήνα φυσικά-έχει περάσει αποκλειστικά στα χέρια των Τσιγγάνων και φυσικά δεν έχει καμία σχέση με αυτό που συζητάμε.

Ψάχνει να βρει κανείς τη λατέρνα, τον ακονιστή, τον παπλωματά, τον φανοκόρο και τόσους άλλους...»

Είσοδος Πταισματοδικείου οδού Σταδίου-Σανταρόζα με ψευδομάρτυρες να αποτελούν πελατεία εικόνα από το βιβλίο του Θωμά Σιταρά

«Ο σωτήρας της χώρας είναι ο Καραγκιόζης» λέτε σε άλλο κεφάλαιο. Ήταν; Και πώς επιβίωσε έως σήμερα ο Καραγκιόζης;

«Το θέατρο του Καραγκιόζη -το λέγανε ακόμα και Ανατολικόν Θέατρον-είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση. Στο πρόσωπο του Καραγκιόζη ο θεατής έβλεπε τον εαυτό του. Οι ιστορίες του αναδείκνυαν τα χαρακτηριστικά της φυλής μας, καλά και κακά. Ο αυτοσαρκασμός έπαιρνε μεγάλες διαστάσεις και η καυστική κριτική επίκαιρων θεμάτων, που την έβαζαν έξυπνα μέσα στους διαλόγους του έργου, ήταν το πιο κατάλληλο δόλωμα για τη διαδραστική συμμετοχή του κοινού.

Δυστυχώς έχει περάσει ανεπιστρεπτί η ατμόσφαιρα μέσα στην οποία διαδόθηκε ο Καραγκιόζης. Φοβάμαι ότι το σημερινό κοινό δεν τρέφει τα ίδια αισθήματα γι’ αυτόν, όπως οι πρόγονοί μας».

Τα πριν και μετά του γάμου… ισχύουν και σήμερα;

«Ισχύουν και παρα-ισχύουν. Δεν έχει κανείς παρά να παρακολουθήσει την αλματώδη αύξηση των διαζυγίων. Ό,τι έγραψα στα βιβλία μου γύρω από τις σχέσεις των ανδρόγυνων εκείνης της εποχής ήταν η απαρχή μιας ιστορίας που φοβάμαι ότι δεν θα σταματήσει».

Σκίτσο από εφημερίδα της εποχής

42 μέτρα πάνω από την Αθήνα το Ρεξ… το θρυλικό Σινεάκ λίγο πιο κάτω. Το Ρεξ άντεξε στον χρόνο. Η διασκέδαση του κόσμου αποτυπωνόταν στα φύλλα της εποχής;

«Στο θέμα «διασκέδαση» η Αθήνα ακολουθούσε πιστά τις γραμμές που έδινε το Παρίσι -το σύνθημα ήταν: μαζί με τη Γαλλία για άλλα μεγαλεία–με πολλές βέβαια ανατολίτικες επιρροές. Όλες οι αρτίστες ήξεραν πού θα πάνε άμα τελειώσει η καριέρα τους στην Ευρώπη. Εδώ τους περίμεναν οι νεόπλουτοι με τα γεμάτα πορτοφόλια...

Θέατρο, επιθεώρηση, κινηματογράφος, κοσμικά κέντρα, καφενεία, ταβερνούλες, ήταν πάντα γεμάτα, ιδιαίτερα τα καλοκαίρια. Η διασκέδαση δεν ξεχώρισε φύλλο, ηλικία, κοινωνική τάξη. Όλος ο κόσμος ήταν από τότε έξω καρδιά!».

Μια από τις ενότητες στο βιβλίο του είναι τα επαγγέλματα του προηγούμενου αιώνα που χάθηκαν

Οι εφημερίδες πλέον έχουν χάσει τη δυναμική του παρελθόντος; Και αν ναι, γιατί;

«Ο σημερινός κόσμος προτιμά να βλέπει και όχι να διαβάζει. Το μάρκετινγκ των αγαθών και των υπηρεσιών που αναζητά διαρκώς το καινούργιο το οποίο θα αντικαταστήσει το παλιό, τον οδηγεί στο να απομακρύνεται από κάθε είδους «κόπο».

Έτσι ξαφνικά, ανακαλύψαμε ότι ήταν πολύ κουραστικό να κατεβάζουμε το τζάμι του αυτοκινήτου μας γυρίζοντας τον μοχλό. Ανακουφιστήκαμε λοιπόν με το κουμπί που το πατάς και γίνεται η δουλειά σου. Και πάλι όμως ανακαλύψαμε ότι το καημένο το δάχτυλό μας κουραζόταν ανεπανόρθωτα. Ανακαλύψαμε λοιπόν ότι έχουμε και φωνή, που της αρέσει μάλιστα να δίνει και εντολές «άνοιξε», «κλείσε» και πάει λέγοντας.

Πώς να επιβιώσει μέσα σε αυτό το πνεύμα και τον τρόπο ζωής και η εφημερίδα. Πλάκωσαν τα δώρα μπας και γίνει τίποτα, αλλά φαίνεται ούτε και αυτό τραβάει... Πλάκωσε και το διαδίκτυο και ετοιμάζεται ταφόπλακα...»

Ο αθηναιογράφος Θωμάς Σιταράς μιλά στο Newsbomb.gr για την έρευνα του

Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο Newsbomb.gr.