Οι στάχτες «καταπίνουν» την ανάσα μας στην Αττική
Το Αττικό τοπίο σε κίνδυνο... Σχεδόν η μισή Ελλάδα ζει στην Αττική και αυτή μετατρέπεται σε μια έρημο, χωρίς δέντρα, χωρίς ανάσα. Τα δάση που την αγκάλιαζαν μειώνονται χρόνο με τον χρόνο. Οι ισορροπίες αιώνων έχουν ανατραπεί τα τελευταία 20 χρόνια, από τη στάχτη που σκορπίζεται στην ατμόσφαιρα. Και αναρωτιέται κανείς: Ποιο είναι το μεγαλύτερο έγκλημα, η καταστροφή των δασών ή η μη προστασία τους;
Όπως και να έχει, η απομείωση του πρασίνου προκαλεί επιπτώσεις ακόμη και στην υγεία μας. Μόνο τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν καταγραφεί δασικές καταστροφές σε Μάτι, Υμηττό, Πάρνηθα, με τελευταία την Πεντέλη. Οι συνέπειες είναι ολέθριες...
Ακόμη μια φορά, στο ίδιο έργο θεατές και αυτό το καλοκαίρι… Οι πυροσβέστες να γίνονται οι ήρωες των ημερών, ο κόσμος να αναθεματίζει γιατί χάνει τις περιουσίες του και τα δάση να σβήνονται από τον χάρτη.
Η έντονη αστικοποίηση στην Αττική, η απομείωση των δασικών εκτάσεων - σε συνδυασμό με την κλιματική κρίση - δημιουργούν ένα καταστροφικό ντόμινο που αρχίζει να σκορπίζεται τους επόμενους μήνες από την δασική καταστροφή. Πλημμύρες, καύσωνες κ.ά..
Οι ειδικοί μιλάνε στο Newsbomb.gr περιγράφοντας με μελανά χρώματα την επόμενη ημέρα στην Αττική. Δυστυχώς, κανείς τους δεν είναι αισιόδοξος.
Ευθύμιος Λέκκας στο Newsbomb.gr: Η Αττική είναι σε οριακή κατάσταση
Ο Ευθύμιος Λέκκας είναι καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών & Γεωλογίας. Μιλώντας στο Newsbomb.gr εξηγεί τι συμβαίνει όταν τόσες χιλιάδες στρέμματα πρασίνου γίνονται στάχτη και ποιες είναι οι επιπτώσεις που προκαλούνται από αυτές.
Όταν λέμε περιβάλλον τι εννοούμε;
«Εννοούμε έδαφος, υπέδαφος, αέρα, νερά υπόγεια, υπέργεια».
Τα τελευταία χρόνια 40 χρόνια έχουν καταστραφεί 20 εκατομμύρια δασικά στρέμματα. Η συρρίκνωση του δασικού ιστού δεν έχει άμεση επίπτωση στο περιβάλλον και κατ’ επέκταση στις ζωές μας;
«Φυσικά και έχουν. Αλλά βέβαια εξαρτάται σε ποια περιοχή αναφερόμαστε. Για παράδειγμα αν μια πυρκαγιά σημειωθεί στην Βόρεια Ελλάδα δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας τόσο έντονος καθώς το δάσος θα ανανεωθεί από μόνο του. Στην Αττική τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά και πολύ δύσκολα».
Εννοείται επειδή αυξάνεται ο αστικός ιστός και έχουν καεί σχεδόν όλα τα δάση που «αγκαλιάζουν» την Αττική, η Πάρνηθα, τώρα η Πεντέλη κ.α;
«Ακριβώς. Η Αττική έχει φθάσει στα όρια της, αν δεν τα έχει ξεπεράσει και προμηνύονται πολύ δύσκολες καταστάσεις. Το δάσος να ξέρετε φέρνει απόλυτη ισορροπία στο περιβάλλον και όταν αυτό δεν υφίσταται τότε έρχεται σταδιακά η ερημοποίηση μιας περιοχής με ότι αυτό συνεπάγεται. Ξηρασία, διάβρωση εδάφους, πλυμμήρικά φαινόμενα , όχι καλή ποιότητα αέρα. Πρόκειται για μια επιτάχυνση των βλαβερών συνεπειών. Μιλάμε για μια επιταχυνόμενη διαδικασία υποβάθμισης του περιβάλλοντος».
Η αυξανόμενη αστικοποίηση τις τελευταίες δεκαετίες έχει συμβάλει αρνητικά;
«Υπάρχει τεράστια δομική ευθύνη. Δεν αντιλέγω ότι ζούμε την κλιματική κρίση, αλλά παράλληλα ζούμε τις επιπτώσεις των τελευταίων 70 ετών της πολιτείας. Δεν υπάρχει χωροταξικός σχεδιασμός, δεν υπάρχουν μελέτες κατάλληλες (δασικές) για να μπορούμε να οριοθετήσουμε τις οικιστικές περιοχές και ένα πολύπλοκο θεσμικό πλαίσιο που δεν μπορεί κανείς να ακολουθήσει. Από την άλλη υπάρχουν σπίτια χτισμένα στα δάση. Είδαμε πάλι στις τηλεοράσεις δέντρα να εφάπτονται των κατοικιών, πολλές φορές κάποιοι θέλουν το δέντρο να μπαίνει μέσα στο σαλόνι… Eίναι τραγικό!
Την ίδια ώρα το περιβάλλον το οποίο υφίσταται τεράστιες πιέσεις όχι μόνο από την αστικοποίηση που κατά κύριο λόγο είχε γίνει τις περασμένες δεκαετίες και από τη συρρίκνωση του δασικού ιστού. Ένας δασικός ιστός που απομειώνεται συνέχεια, χρόνο με τον χρόνο. Πέρυσι είχαμε μια τεράστια καταστροφή, φέτος έχουμε μια καταστροφή σε ένα κομβικό σημείο του δάσους, εκεί που γίνεται η μίξη του οικιστικού ιστού με το δάσος που έχει ιδιαίτερη σημασία για το μικροκλίμα της περιοχής».
Σε αυτά τα σημεία επιβάλλονται δράσεις; Και τι είδους δράσεις;
«Σε αυτά τα σημεία που έχουμε την απομειώση του δάσος θα πρέπει να ληφθούν δράσεις, δράσεις περαιτέρω προστασίας των από φαινόμενα που έπονται αυτής της καταστροφής η για να ανακάμψει η περιοχή για να προλάβουμε άλλες καταστροφικές συνέπειες. Οι δράσεις πρέπει να γίνουν σύντομα και να είναι ήπιες για το περιβάλλον. Μικρές παρεμβάσεις έτσι ώστε να υποβοηθήσουμε τη φύση για να ανακάμψει και όχι δράσεις που θα είναι «ενοχλητικές» για το περιβάλλον».
Χρήστος Ζερεφός: Μόνο η σωστή πρόληψη θα αποτελέσει την αντιπυρική ασπίδα μας
Ο καθηγητής φυσικής της ατμόσφαιρας στο πανεπιστήμιο Αθηνών, Χρήστος Ζερεφός έζησε πριν λίγα 24ωρα δύο δύσκολες νύχτες καθώς είναι κάτοικος στο Ντράφι. Πέραν του περιβαλλοντικού κινδύνου θέτει και την ατομική ευθύνη. Τονίζοντας πως τα ξερά χόρτα, και τα ξερά κλαδιά που είχαν πετάξει στα οικόπεδα ήταν αυτά που πυροδοτούσαν συνεχώς της πύρινες εστίες. Ειδικότερα, λέει στο Newsbomb.gr πως η πρόληψη είναι το κλειδί ενώ επισημαίνει και αυτός με την σειρά του πως η Αττική έχει φθάσει στο σημείο μηδέν.
Τονίζει δε ότι στο Λεκανοπέδιο αναπνέουμε με τη φωτιά αιωρούμενα σωματίδια 10 με 15 φορές υψηλότερα απ’ όσα επιτρέπει ο ΠΟΥ.
Σε ερώτηση του Newsbomb.gr για τους καύσωνες υπογραμμίζει: «Πριν το 1987, δεν υπήρχαν τέτοιοι καύσωνες. Η ύπαρξή τους, όμως, δεν οφείλεται μόνο στο φαινόμενο της αστικοποίησης, αφού κάτι τέτοιο θα αφορούσε μόνο την Αθήνα. Θα μάθουμε να ζούμε δυστυχώς με ακραία φαινόμενα. Το μέγεθος της πυρκαγιάς είναι συνάρτηση και άνεμου και καύσιμης ύλης».
Πώς έζησα την φωτιά στο Ντράφι
Στην συνέχεια αποκαλύπτει πώς βίωσε την δύσκολη βραδιά με την φωτιά στο Ντράφι.
«Είμαι κάτοικος στο Ντράφι και έζησα την πυρκαγιά του 2009 και αυτή που σημειώθηκε πριν λίγες ημέρες. Είναι τραγικό ότι ενώ η πολιτεία έχει βελτιωθεί από πλευρά μέσων αντιμετώπισης και εναερίων και επιγείων ο κόσμος δεν επιδεικνύει υπευθυνότητα καθώς τα οικόπεδα ήταν γεμάτα από κλαδιά και ξερά χόρτα. Η Πυροσβεστική Υπηρεσία αυτή τη φορά έκανε έναν υπεράνθρωπο αγώνα και θέλω να τους συγχαρώ. Και τους εθελοντές.
Η πρόληψη είναι το κλειδί και το μυστικό. Αυτή την στιγμή συμβαίνει το αντίθετο. Σημειώνεται μια κακοκαιρία, σπάσανε κλαδιά και πέσανε αυτά θα πρέπει να απομακρυνθούν μέχρι την Άνοιξη. Αν μείνουν μετά την Άνοιξη αποτελούν μάζα έτοιμη να καεί και θα καεί είτε από αμέλεια ή από εμπρησμό. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Όμως φταίνε και οι Αρχές αφού βλέπουν τον κόσμο να μην συνετίζεται, θα πρέπει να επιβάλει πρόστιμα. Μόνο έτσι η πρόληψη θα γίνει τρόπος ζωής».
Σπύρος Ψαρούδας, Καλλιστώ: Συνεχής η υποβάθμιση του περιβάλλοντος
Ο Σπύρος Ψαρούδας, διευθυντής της περιβαλλοντολογικής οργάνωσης Καλλιστώ, είναι γεωπόνος-γεωργοοικονομολόγος, με μεταπτυχιακό τίτλο στην αγροτική οικονομία μιλώντας στο Newsbomb.gr τονίζει πως οι ισορροπίες στην φύση έχουν ανατραπεί σε ανησυχητικό βαθμό και κυρίως στην Αττική η οποία τα τελευταία χρόνια έχει χάσει μεγάλες δασικές εκτάσεις, δηλαδή τις ανάσες της.
«Η συνεχής υποβάθμιση του περιβάλλοντος έχει άμεσες συνέπειες σε όλο το φάσμα της ζωής. Αν η βιοποικιλότητα διαφυλάσσεται ακόμα και ο άνθρωπος επωφελείται. Δυστυχώς αυτή βάλλεται τα τελευταία χρόνια. Οι καταστροφές είναι ολέθριες. Το δάσος είναι η πηγή της ζωής. Στην Αττική αυτό που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια επιφέρει φόβο και τρόμο. Οι επιπτώσεις από τις πυρκαγιές είναι πολυεπίπεδες. Δυστυχώς όλα αυτά τα χρόνια αυτές τις επιπτώσεις τις βιώνουμε. Ξηρασία, πλημμύρες, υψηλές θερμοκρασίες.
Πρέπει η βιοποικιλότητα να διαφυλαχθεί καθώς αποτελεί την απόλυτη ισορροπία».
Κωνσταντίνος Πασβάντης: Το σημαντικότερο αίτιο για τις καταστροφές που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια από τις πυρκαγιές στη χώρα μας είναι η μη ύπαρξη ενιαίου φορέα δασοπροστασίας
O Δασολόγος Περιβαλλοντολόγος M.Sc Κωνσταντίνος Πασβάντης μιλώντας στο Newsbomb.gr εκφράζει με την σειρά του την ανησυχία του για την απομείωση της δασικής έκτασης.
«Οι καταστροφές που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια από τις πυρκαγιές στη χώρα μας οφείλονται κυρίως στη μη ύπαρξη ενιαίου φορέα δασοπροστασίας. Η «Πρόληψη με την Καταστολή» έχει διαχωριστεί από το 1998 με αποτέλεσμα σήμερα να έχουμε άλλη υπεύθυνη υπηρεσία για την πρόληψη (Δασική) και άλλη για την κατάσβεση (Πυροσβεστική), ενώ και τα χρήματα που επενδύονται για πρόληψη είναι πλέον ελάχιστα (μόνο φέτος έδωσαν σε συγκεκριμένες περιοχές), σε αναλογία με αυτά που δαπανούνται για την πυρόσβεση».
Στην συνέχεια ο κ. Πασβάντης κάνει λόγω για τις υποστελεχωμένες δασικές υπηρεσίες και γενικότερα την εγκατάλειψη της υπαίθρου.
«Σε μεγάλο βαθμό οι καταστροφές από τις πυρκαγιές οφείλονται στα προβλήματα που υπάρχουν από τη διαχείριση των δασών και των φυσικών οικοσυστημάτων όπως, αλλαγή τρόπου ή έλλειψη διαχείρισης λόγω υποστελεχωμένων δασικών υπηρεσιών και συσσώρευση βιομάζας, μείωση δασεργατικού δυναμικού, μείωση εκτατικής κτηνοτροφίας, και γενικότερα εγκατάλειψη της υπαίθρου. Χαρακτηριστικό είναι ότι, όσο υπήρχαν ενεργοί παραδασόβιοι πληθυσμοί οι πυρκαγιές ήταν λιγότερες, λόγω κάλυψης ατομικών αναγκών ξυλείας για το χειμώνα, βόσκησης από τα ζώα και άμεσης επέμβασης στο ξεκίνημα της φωτιάς. *(Στην Αττική σήμερα αντιθέτως έχουμε "αστούς" μέσα στα δάση, με διάσπαρτα κτίσματα τις περισσότερες φορές χωρίς μέριμνα για πυρασφάλεια)», λέει χαρακτηριστικά και συνεχίζει δίνοντας έμφαση στον ανθρώπινο παράγοντα, τονίζοντας πως στο παρελθόν αντικαταστάθηκαν άνθρωποι που είχαν βαθιά γνώση για τα δάση, «Οι δασικοί (προ διαχωρισμού πρόληψης και καταστολής) τα κατάφερναν καλύτερα στις δασικές πυρκαγιές και με μικρότερο κόστος γιατί ήξεραν το βουνό, αλλά τα παλαιοτέρα χρόνια και πολλαπλάσιο προσωπικό (σε πυροφυλάκια κ.α.) στη δασική υπηρεσία υπήρχε, και κόσμος στα χωριά υπήρχε. Ο Δασάρχης ήξερε τη περιοχή της ευθύνης του κυρίως από τη διαχείριση, ποιες περιοχές είναι «επικίνδυνες» κτλ (δεν τυραννιόταν άδικα, εκτιμούσε που να «πιάσει» τη φωτιά, εφάρμοζε αντιπύρ *το αντιπύρ ως μέθοδος επιτράπηκε φέτος μετά από χρόνια κ.α.) και μπορούσε να κινητοποιήσει κατοίκους, δασικούς συνεταιρισμούς και «μηχανηματάδες». Ακόμα, επειδή είχε και την πρόληψη και την καταστολή φρόντιζε να μην υπάρχει συσσωρευμένη βιομάζα. Οι δασικές υπηρεσίες σήμερα είναι υποστελεχομένες, οι πυρκαγιές δεν μπορούν να επανέλθουν σε αυτές με τις παρούσες συνθήκες, καθώς και τα επόμενα χρόνια, ενώ όσοι ήξεραν να σβήνουν φωτιές έχουν βγει στη σύνταξη και η γνώση τους χάθηκε». Τέλος, η διαχείριση των περιαστικών πρέπει να γίνει πιο «επιθετική» με σκοπό πέρα των άλλων και την αντιπυρική προστασία»