Αλεποχώρι: «Δεν ήθελα να σκοτώσω τα παιδιά, μόνο να τα φοβίσω» - Τι είπε ο 70χρονος στην απολογία
Αλεποχώρι: «Επαναλαμβάνω σθεναρά ότι δεν είχα πρόθεση να φονεύσω τους παθόντες»
Την δίκη του εκδοχή για τα γεγονότα που οδήγησαν στον τραυματισμό δυο ανηλίκων τα ξημερώματα της περασμένης Παρασκευής στο Αλεποχώρι, έδωσε στον ανακριτή ο 70χρονος που τους πυροβόλησε όταν μπήκαν στην αυλή του σπιτιού του.
«Περί την ώρα 02:00 και ενώ ευρισκόμουν εντός της προαναφερόμενης κατοικίας μου στο Αλεποχώρι Αττικής άκουσα θόρυβο και φωνές. Να σημειωθεί ότι το ίδιο περιστατικό έλαβε χώρα και την παραμονή του επίδικου συμβάντος, όπου εκτός του θορύβου και των φωνών άγνωστοι εις εμέ, πέταξαν πέτρες στην οικία μου. Ανοίγοντας τα φώτα αλλά και με φωνές προσπάθησα να αντιδράσω κάνοντας αισθητή την παρουσία μου στην οικία ώστε να προλάβω να εκδιώξω τα άτομα που πέταξαν τις πέτρες» ανέφερε ο κατηγορούμενος.
Ο ίδιος εξήγησε ότι το ίδιο του είχε συμβεί ακόμα δυο φορές στο παρελθόν όταν άγνωστοι επιχείρησαν να εισέλθουν στο σπίτι του.
«Την πρώτη φορά, ήτοι το καλοκαίρι του έτους 2021 άγνωστοι είχαν εισέλθει εντός του περιβάλλοντος χώρου προκαλώντας φθορές στο σπίτι. Τότε αποφάσισα να εγκαταστήσω εντός της οικίας μου σειρήνα ως αναγγελία και προειδοποίηση, η οποία λειτουργεί ως τερματικό ακουστικό ηχείο. Έτσι, το Πάσχα του έτους 2022, όταν υποψήφιοι δράστες αποπειράθηκαν να εισέλθουν εντός αυτής, τράπηκαν σε φυγή όταν και ήχησε η σειρήνα. Ειδοποίησα τόσο το Αστυνομικό Τμήμα Μεγαρέων όσο και την Άμεση Δράση, αλλά ουδέποτε προσήλθε κανείς, ζητώντας από εμένα να επιδείξω ψυχραιμία. Για τα εν λόγω περιστατικά μάλιστα, είχε ενημερωθεί η τοπική κοινότητα του Δήμου Μάνδρας. Είχα γνωστοποιήσει όλα τα ανωτέρω , αφού μάλιστα δεν ήταν λίγες φορές που είχα διαπιστώσει προσωπικά μου αντικείμενα όπως μεταξύ άλλων εργαλεία που χρησιμοποιούσα για την κατασκευή του δεύτερου κτίσματος που υπάρχει εντός του οικοπέδου μου, να λείπουν» είπε χαρακτηριστικά.
Αναφερόμενος αναλυτικά στην επίμαχη νύχτα, ο κατηγορούμενος εξήγησε πως άκουσε θόρυβο και φωνές στην αυλή του σπιτιού του.
«Αφού πρώτα φώναξα προκειμένου να απωθήσω τους υποψήφιους δράστες, όντας τρομαγμένος αφού σε διάστημα 48 ωρών ευρισκόμουν πάλι υπό το ίδιο καθεστώς παραβίασης και διατάραξης του χώρου μου, και με τις φωνές να μη σταματάνε αλλά να είναι πιο έντονες όπως και τα βήματα που άκουγα, πήρα στα χέρια μου την κυνηγετική καραμπίνα που νόμιμα κατέχω. Τότε, άνοιξα την πόρτα της οικίας μου και αντίκρισα δύο άτομα να ευρίσκονται στο προαύλιο χώρο. (…) Πέριξ και εσωτερικά της μάντρας ευρίσκονται δέντρα και φυλλωσιές» περιέγραψε ο κατηγορούμενος και συνέχισε εξηγώντας λεπτομερώς τις κινήσεις του.
«Όταν λοιπόν αντίκρισα τα δύο αυτά άτομα, τα οποία μόνο ως σκιές αντιλαμβανόμουν αφού ο φωτισμός είναι ανύπαρκτος και υπάρχει παρά μόνο έξωθεν του οικοπέδου, ήτοι έμπροσθεν της πρώτης κατοικίας και αποτελείται από τις δημόσιες κολώνες φωτισμού, οι οποίες φωτίζουν τον δρόμο, πυροβόλησα δύο φορές προς τις φυλλωσιές προκειμένου να τους εκφοβίσω αφού δεν έβλεπα εάν έφεραν όπλο ή το οιοδήποτε άλλο αντικείμενο που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί εις βάρος μου. Οι φυλλωσιές που όπως ανέφερα απείχαν δέκα μέτρα από τις σκιές που αντιλαμβανόμουν στο χώρο, ενώ η δική μου απόσταση από τις σκιές ήταν περίπου στα τριάντα μέτρα! Όταν και πλέον πυροβόλησα, πετάχτηκαν από το φυτό κι άλλα άτομα, περίπου 6-8, τα οποία εκ των υστέρων αντιλήφθηκα ότι είχαν κρυφτεί εκεί. Τόσο όμως η έλλειψη φωτισμού, το πυκνό σκοτάδι αφού επρόκειτο περί την ώρα 02:00 όσο και η μειωμένη όραση μου ένεκα της ηλικίας μου, δεν συνετέλεσαν ώστε να γίνουν άμεσα αντιληπτοί από εμένα και να μη πυροβολήσω εκεί. Αφού πετάχτηκαν, άκουσα φωνές, έντονο βηματισμό ωσάν τρέξιμο και κατάλαβα ότι εξήλθαν του χώρου σκαρφαλώνοντας την πέτρινη μάντρα».
Ο κατηγορούμενος επανέλαβε στον ανακριτή ότι δεν είχα καμία πρόθεση να σκοτώσει κάποιον και για το λόγο αυτό «δεν υπήρξε ειδική στόχευση» από μέρους του.
«Χρησιμοποιώντας τη νομίμως αποκτηθείσα καραμπίνα μου, αρχικά σκόπευα να προφυλάξω τον εαυτό μου από τους επίδοξους δράστες αφού νόμιζα ότι είχαν εισέλθει εντός του χώρου μου προκειμένου να με κλέψουν, να με ληστέψουν και εν γένει αγνοούσα τον λόγο ύπαρξης τους στο σημείο την ώρα αυτή! Επαναλαμβάνω σθεναρά ότι δεν είχα πρόθεση να φονεύσω τους παθόντες αλλά μόνο να τους εκφοβίσω, γι’ αυτό και δεν υπήρξε από μέρους μου ειδική σκόπευση. Άλλωστε, δεν είχα καθόλου καλή ορατότητα» καταλήγει ο κατηγορούμενος.