Θ. Κονδύλης: Με θλίβει που οι Έλληνες δεν ενδιαφέρονται για την ιστορία της Σμύρνης και της Μ. Ασίας
1922-2022: Εκατό χρόνια συμπληρώνονται από την ημέρα που ο ήλιος δεν ήθελε να ξημερώσει για να μη δει το μεγάλο κακό που ερχότανε στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, στην Σμύρνη. Εκατό χρόνια από την καταστροφή της. Ένας αιώνας από την στιγμή που οι Τούρκοι δεν άφησαν τίποτα όρθιο στο πέρασμα τους και σήμερα ο Ερντογάν να φωνάζει «Θα το κάνουμε όπως τότε στη Σμύρνη».
Ο συγγραφέας και ιστορικός Θάνος Κονδύλης θεώρησε ηθικό του χρέος να προσφέρει στο αναγνωστικό κοινό ένα βιβλίο, μέσα από το οποίο ο κόσμος θα διαβάσει τι συνέβη εκείνη την ημέρα. Τι είχε προηγηθεί. Με έξυπνο τρόπο ρολάρει την ιστορία από το 1918 για να φθάσει στην ημέρα πένθους για όλο τον ελληνισμό.
Στην συνέντευξη που παραχωρεί στο Newsbomb.gr δηλώνει θλίψη για τους νέους Έλληνες που αγνοούν την ιστορία της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας.
100 χρόνια πέρασαν από την καταστροφή της Σμύρνης και εσείς γράψατε ένα ιστορικό μυθιστόρημα με φόντο την ανείπωτη αυτή τραγωδία, τι σας ώθησε να το γράψετε;
«Ακριβώς αυτή η περίοδος ήταν για μένα ορόσημο που δεν έπρεπε να το αφήσω να περάσει έτσι. Τα 100 χρόνια από τον ξεριζωμό του Ελληνισμού της Σμύρνης είναι μία χρονιά – σταθμός στην ιστορία του Ελληνισμού που όλοι πρέπει να θυμόμαστε για όλα τα βάσανα που άδικα πέρασαν οι συμπατριώτες μας εκείνες τις τρομερές ημέρες, όταν η πόλη πυρπολήθηκε από τους Τούρκους. Αυτό το βιβλίο μου, το ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ, είναι για μένα κάτι περισσότερο από ένα απλό έργο. Είναι ο χώρος όπου περιγράφω όλα τα γεγονότα που συνέβησαν εκείνη την περίοδο μέσα από τις μαρτυρίες των ανθρώπων που τα έζησαν».
Θεωρείτε ότι ο κόσμος μπαίνει πιο βαθιά στην Ιστορία διαβάζοντας τέτοιου είδους μυθιστορήματα;
«Νομίζω ότι τέτοιου είδους μυθιστορήματα αποτελούν το έναυσμα για τον κόσμο να ασχοληθεί και στην ιστορία. Το ιστορικό μυθιστόρημα πάντοτε αποτελούσε πηγή έλξης και γνώσης για κάθε άνθρωπο που ενδιαφέρεται όχι μόνο για την πνευματική τέρψη από την ανάγνωση, αλλά και μία αιτία για να στραφεί περισσότερο προς την ιστορία».
Δώστε μας μια περιγραφή του έργου σας «Γράμματα από την Σμύρνη».
«Με λίγα λόγια, η πρωταγωνίστρια γιατρός Πελαγία Αντωνιάδη φτάνει στη σύγχρονη Σμύρνη. Ακολουθώντας τις οδηγίες που της άφησε η συνονόματη γιαγιά της, θα ανακαλύψει έναν χαμένο θησαυρό: τα κρυμμένα από το 1922 γράμματα αλλά και το ημερολόγιο της γιαγιάς. Αρχίζει να τα διαβάζει και μέσα από αυτά θα γνωρίσει την παλιά πόλη, αλλά και τον μεγάλο έρωτα της γιαγιάς Πελαγίας, τον γιατρό Αλέξανδρο Καλλέργη, που της είχε σώσει τη ζωή. Και μετά ήρθε η μεγάλη φωτιά και η καταστροφή. Η Πελαγία, έχοντας χάσει τα πάντα, ακόμα και τον αγαπημένο της, φτάνει κυνηγημένη στην Αθήνα. Με πολύ κόπο θα σταθεί στα πόδια της. Όμως ποτέ δε θα ησυχάσει και μια μέρα θα βάλει σε εφαρμογή το παράτολμο σχέδιό της: θα επιστρέψει και πάλι στην κατεστραμμένη Σμύρνη για να ξαναβρεί τον Αλέξανδρο. Ωστόσο δεν ξέρει ότι έχει μπει στη μεγαλύτερη περιπέτεια της ζωής της. Γιατί η πορεία της στη Μικρά Ασία θα είναι μια πορεία προς το άγνωστο… ίσως και προς τον θάνατο».
Μέσα από το ημερολόγιο που κρατούσε η Πελαγία Σαράφογλου και τα γράμματα που έστελνε στον αγαπημένο της γιατρό Αλέξανδρο Καλλέργη αποτυπώνονται οι κοινωνικές και οι πολιτικές εξελίξεις τις εποχής. Πως φθάσαμε στην καταστροφή της Σμύρνης αλλά και της Μεγάλης ιδέας. Ουσιαστικά τα γραπτά της κεντρικής ηρωίδας είναι σημείο αναφοράς; Και αν ναι γιατί;
«Το πώς φτάσαμε στη μικρασιατική καταστροφή και στην απώλεια όχι μόνο της Σμύρνης αλλά και ολόκληρου του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας είναι μία μεγάλη ιστορία. Όλη αυτή η ιστορία με διάφορους τρόπους και κυρίως μέσα από τις αναμνήσεις και τα γραπτά της γιαγιάς Πελαγίας περιγράφονται ενδελεχώς στο βιβλίο μου ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ. Διαβάζοντας αυτό το βιβλίο ο αναγνώστης θα μάθει πράγματα για τον ελληνισμό της Μικράς Ασίας, για τη Σμύρνη και για τους κατοίκους της, για τον πολιτισμό τους, τα όνειρά τους, και πολλά άλλα».
Στις 11 Νοεμβρίου του 1918 έγραφε η Πελαγία στο ημερολόγιο της πως έληξε ο μεγάλος πόλεμος και η Ελλάδα ήταν στις νικήτριες δυνάμεις με ηγέτη τον Ελευθέριο, ενώ οι εφημερίδες έγραφαν ότι οι Αγγλογάλλοι και οι Ιταλοί θα διαλύσουν την Οθωμανική αυτοκρατορία… Έσπερναν τότε το έδαφος για τη μεγάλη Ελλάδα, μια ολέθρια απόφαση και κίνηση;
«Η ιστορία έχει αποδείξει ότι ο Βενιζέλος κακώς δέχτηκε να αποστείλει στρατό στην Ιωνία χωρίς να έχει τη συναίνεση όλων των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής. Και ναι μεν η Ελλάδα εξαπλώθηκε σε δύο ηπείρους και πέντε θάλασσες, όμως οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν είδαν με καλό μάτι αυτή την εξάπλωση. Έτσι δεν πέρασαν πάρα μερικοί μήνες οπότε και άρχισαν να πριονίζουν τα πόδια της Ελλάδας με διάφορους τρόπους και κυρίως υποστηρίζοντας τους Τούρκους. Η Μεγάλη Ελλάδα ήταν ένα όνειρο που έζησε για τρία χρόνια και όταν άρχισε να γκρεμίζεται, γκρεμίστηκε μαζί της και όλος ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας».
Στο βιβλίο σας γράφετε ακόμη και για τα έθιμα των Μικρασιατών όπως τα κάλαντα του Λαζάρου το Πάσχα, θεωρείτε ότι έχουν χαθεί πολλά από αυτά τα οποία ήταν μια πολιτισμική παράδοση αιώνων;
«Αντιθέτως πιστεύω ότι πάρα πολλά από αυτά τα έθιμα έχουν διασωθεί στην Ελλάδα. Και αυτό έγινε χάρη στους Μικρασιάτες και τους απογόνους τους που ακόμα και σήμερα μεταφέρουν στο DNA τους όλον αυτόν τον πολιτισμό από τη Μικρά Ασία που ζει μέσα στις μνήμες και στις καρδιές μας».
Η Σμύρνη ήταν μια πόλη πολύ μπροστά από την εποχή της; Αυτό διακρίνει κανείς αν διαβάσει ακόμη και για τα καλλιστεία που λάμβαναν χώρο στην πόλη…
«Αυτό είναι αλήθεια. Πολλά πράγματα που υπήρχαν στη Σμύρνη δεν είχαν εμφανιστεί στην Ελλάδα, αλλά ούτε καν στην Αθήνα που ήταν πρωτεύουσα της. Στη Σμύρνη εκείνη την εποχή κυκλοφορούσαν αυτοκίνητα, υπήρχε ηλεκτροφωτισμός, υπήρχαν ηλεκτρικές συσκευές όπως πλυντήρια και στεγνωτήρια, όλα βέβαια πρωτόγονα με τα σημερινά δεδομένα, αλλά όμως υπήρχαν. Η Σμύρνη ήταν «το Παρίσι της Ανατολής» όπως το έχουν περιγράψει οι ξένοι που την επισκέφθηκαν, και δεν είχε τίποτα να ζηλέψει από καμία ευρωπαϊκή πρωτεύουσα της εποχής».
Οι προφητείες της γιαγιάς παραπέμπουν σε μια άλλη εποχή… πιο τρομακτική και πιο αινιγματική;
«Η Τουρκάλα γιαγιά της Πελαγίας της παλιάς Σμύρνης δίνει μία διαφορετική νότα σε αυτό το βιβλίο. Μάγισσες και μπουγιούμια, δηλαδή μάγια, ήταν κάτι συνηθισμένο την εποχή εκείνη όχι μόνο στη Σμύρνη αλλά και σε όλη την επαρχιακή Μικρά Ασία. Ήταν μέρος του πολιτισμού, που με πολλούς τρόπους πέρασε και στην Ελλάδα εκείνη την εποχή μετά το 1922».
Οι σκηνές που περιγράφετε στο βιβλίο σας κατά την διάρκεια της καταστροφής της Σμύρνης, είναι συγκλονιστικές, είναι τρομακτικές. Πως νιώθατε εσείς ως Έλληνας ιστορικός & συγγραφέας όταν τις αποτυπώνατε στο χαρτί;
«Πραγματικά μπορώ να πω ότι είχα συγκλονιστεί πριν ακόμα τις αποτυπώσω στο χαρτί. Και αυτό διότι προηγήθηκε μία έρευνα σε αρχεία και σε αναμνήσεις Μικρασιατών που περιγράφουν με πολύ πιο τρομακτικές λεπτομέρειες το τι συνέβη εκείνες τις ημέρες στη Σμύρνη σε σχέση με αυτά που εγώ έχω αποτυπώσει στο βιβλίο μου».
Τα πλοία των «συμμάχων» δεν έκαναν τίποτα για να αποτρέψουν την τραγωδία, μετά από 100 χρόνια ποια είναι η αίσθηση σας, δεν είχαν εμπλοκή επειδή η Σμύρνη ήθελαν οι Μεγάλες Δυνάμεις να ξαναπέσει στα χέρια των Τούρκων, φοβόντουσαν την εξάπλωση της εμπορικής Ελλάδας;
«Ουσιαστικά οι ξένοι παρέμειναν απαθείς στην καταστροφή της πόλης διότι δεν ήθελα να τα χαλάσουν με τον νέο κυρίαρχο της ανατολής, δηλαδή τον Κεμάλ Ατατούρκ. Όταν το 1923 τελείωσε και το θέμα με τους πρόσφυγες και την ανταλλαγή των πληθυσμών, ο Κεμάλ μοίρασε ξανά τα συμβόλαια για τα πετρέλαια και τις άλλες πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας του σε ξένους. Είναι φανερό δηλαδή ποιος ήταν ο σκοπός των Ξένων Δυνάμεων και ο ρόλος τους στην καταστροφή του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας».
Συγκλονιστικές είναι και οι στιγμές που παραθέτετε στην προκυμαία της Σμύρνης, πως κατάφερε η Πελαγία και η μάνα της να φθάσουν στο πλοίο που θα τους πήγαινε στην Ελλάδα…οι περιγραφές σας είναι μια απάντηση σε όσους είχαν μιλήσει για συνωστισμό στην Σμύρνη;
«Μιλώντας κυριολεκτικά μπορούμε να πούμε ότι υπήρχε ένας συνωστισμός από εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι όμως δεν είχα κατέβει για να κάνουν τη βόλτα του στην προκυμαία, αλλά προσπαθούσαν να σώσουν τη ζωή τους με όποιον τρόπο μπορούσαν. Έτσι και η πρωταγωνίστρια μου στο βιβλίο μου ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ, η Πελαγία και η θεία της, μαζί και το μωρό τους, προσπαθούν να επιβιώσουν σε αυτόν τον βούρκο όπου ανακατεύονταν άνθρωποι και ζώα. Όλοι προσπαθούσαν να κρατηθούν στη ζωή και να αντιπαλέψουν όλους τους κινδύνους που προέρχονταν όχι μόνο από τους Τούρκους που στέκονταν και πυροβολούσαν τους πρόσφυγες για να κάνουν το κέφι τους, αλλά και από τους άλλους πρόσφυγες οι οποίοι κυριολεκτικά εκείνες τις ημέρες της φωτιάς δεν σέβονταν και δεν σκέφτονταν τον διπλανό τους, παρά μόνο την ίδια τους τη ζωή. Ίσως τελικά αυτή είναι η φύση του ανθρώπου σε τέτοιες δύσκολες καταστάσεις… ο καθένας για τη ζωή του».
Και μετά Ελλάδα, που συμπεριφέρθηκε στους μετανάστες Πόντιους και Μικρασιάτες με λιγοψυχία…γιατί συνέβη αυτό;
«Ίσως οι πρόσφυγες να περίμεναν ότι θα τους υποδεχτούν με ανοιχτές αγκάλες στην Ελλάδα αλλά τα πράγματα δεν ήταν καθόλου έτσι. Για τους Ελλαδίτες όλοι οι Μικρασιάτες ήταν οι «ξένοι» και πολλές φορές καταφέρονταν εναντίον τους με υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς όπως «τουρκόσποροι» και άλλα πολλά. Γενικά στην Ελλάδα οι πρόσφυγες δεν συνάντησαν το φιλικό κλίμα που περίμεναν σε μεγάλο βαθμό διότι τα πολιτικά πάθη είχαν οξυνθεί με αποτέλεσμα στην Ελλάδα εκείνης της εποχής η επιβίωση να έχει γίνει πολύ δύσκολη».
Πόσους μήνες διήρκησε η έρευνα σας για να έχετε αυτό το υπέροχο αποτέλεσμα;
«Ειδικά για το βιβλίο μου ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΜΥΡΝΗ η έρευνα σε αρχεία και πήγες ήταν πολύ επίπονη διαδικασία και διήρκεσε περίπου επτά με οκτώ μήνες. Αλλά το αποτέλεσμα με αντάμειψε, γιατί κατάφερα κι έφτιαξα ένα σύνολο που είναι άρτιο τόσο από μυθιστορηματική όσο και από ιστορική άποψη. Και αυτό ήθελα να δώσω στους αναγνώστες μου, δηλαδή ένα καλό ανάγνωσμα το οποίο θα είναι τόσο ψυχοφελείς όσο και διδακτικό».
Σας θλίβει που 100 χρόνια μετά οι Έλληνες δεν ξέρουν τι συνέβη στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου;
«Είναι πράγματι λυπηρό που οι σύγχρονοι Έλληνες δεν ενδιαφέρονται στο βαθμό που θα περίμενα για την ιστορία της Σμύρνης και της Μικράς Ασίας γενικότερα. Ειδικά φέτος που το 2022 συμπίπτει με τα 100 χρόνια από την καταστροφή της Σμύρνης, δηλαδή είναι μία θλιβερή επέτειος του τόσα πολλά θα πρέπει να σημαίνουν για τους Έλληνες. Όμως γενικότερα οι νεοέλληνες, έχω να παρατηρήσω, ότι τηρούν μία απόσταση γενικά από τα γεγονότα, τόσο συναισθηματική όσο και από άποψη γνώσης. Ίσως θα πρέπει να γίνουν κάποιες καλύτερες κινήσεις από τη θέση του Κράτους ώστε γενικότερα τέτοιες επέτειοι να επικοινωνούνται με καλύτερο τρόπο στο ευρύ κοινό και να έχουν μια καλύτερη προβολή από κάθε άποψη».