Ρεπορτάζ Newsbomb: Η αυτάρκεια σε ελληνικό κρέας δεν ξεπερνάει το 33%
Σοβαρά προβλήματα αντιμετωπίζουν οι κτηνοτρόφοι με τις υψηλές τιμές στις ζωοτροφές αλλά και από την μείωση του ζωικού κεφαλαίου - Για την κατάσταση στον κλάδο μίλησε στο Newsbomb.gr o κ. Λευτέρης Γίτσας, πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Κρέατος (ΕΔΟΚ) - «Η ΕΔΟΚ έχει ξεκινήσει αυτή την διαδικασία για να δώσει ταυτότητα σε κρέατα αλλά η ανακολουθία των παραγωγών είναι παροιμιώδης και ως εκ τούτου το εγχείρημα πάει πολύ αργά και εκνευριστικά», αναφέρει μεταξύ άλλων ο κ. Γίτσας.
Για μείωση του ζωικού κεφαλαίου που έχει σαν αποτέλεσμα την σταδιακή εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας τα τελευταία 50 χρόνια, κάνει λόγο μιλώντας στο Newsbomb.gr, o κ. Λευτέρης Γίτσας, πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Κρέατος (ΕΔΟΚ).
Σύμφωνα με τον ίδιο, «σήμερα η αυτάρκεια σε ελληνικό κρέας όλων των ειδών είναι κάπου στο 33% μαζί και το κοτόπουλο. Αυτή η παραγόμενη ποσότητα είναι πολύ λιγότερη από αυτήν που είναι απαραίτητο να παράγει η χώρα ώστε να διαθέτει την απαραίτητη επισιτιστική ασφάλεια σε περίοδο κρίσης και να διασφαλίζει την υγεία και ευρωστία του λαού της».
Ειδικότερα, όσον αφορά τη χοιροτροφία - σύμφωνα με τον κ. Γίτσα, τα πράγματα είναι χειρότερα από οποιανδήποτε κλάδο. Ο σημαντικότερος λόγος είναι ότι δεν υπάρχει σε όλο τον κλάδο ούτε μια συνεργασία. «Άλλος λόγος είναι το ότι πωλούν τα χοιρινά του ζωντανά, λες και βρισκόμαστε ακόμη στο 1970, ενώ το χειρότερο όλων είναι ότι η μόνη τους οργάνωση είναι συνδικαλιστική αποφεύγοντας ό,τι επαγγελματικό έχει την δυνατότητα να βοηθήσει. Η αυτάρκεια εδώ έχει πέσει κάτω του 25%. Η ΕΔΟΚ μάταια προσπάθησε να συνεργαστεί με την ομοσπονδία για να δώσουν ταυτότητα στο χοιρινό κρέας, ώστε να μπορεί να διακρίνει ο Έλληνας καταναλωτής, μέτρο παρά πολύ σημαντικό για την βιωσιμότητα τους», συμπληρώνει ο Κτηνοτρόφος.
Όσον αφορά τον ρόλο της πολιτείας ο πρόεδρος της ΕΔΟΚ, αναφέρει στο Newsbomb.gr, ότι: «δεν υπάρχει κανένα σχέδιο στήριξης. Με το μόνο που ασχολούνται είναι να διαφημίζουν τα ήδη αποφασισμένα μέτρα των ΚΑΠ που με μικρές παραλλαγές επαναλαμβάνονται δεκαετίες τώρα αλλά και να διώχνουν κυριολεκτικά προτάσεις που γίνονται κατά καιρούς από φορείς διότι θα πρέπει να αποδεχτούν ότι οι ίδιοι δεν είναι ικανοί αλλά και ότι πρέπει και να δουλέψουν».
Διαβάστε την συνέντευξη του κ. Λευτέρη Γίτσα προέδρου της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης Κρέατος (ΕΔΟΚ), στο Newsbomb.gr:
- Ποια είναι η κατάσταση αυτή την εποχή στον κλάδο της κτηνοτροφίας με αφορμή την εκτίναξη του κόστους παραγωγής;
Η αύξηση του κόστους παραγωγής συνοδεύτηκε με πολύ μεγαλύτερη αναλογικά αύξηση στις τιμές πώλησης, εκτός ελάχιστων περιπτώσεων. Ειδικά για την κτηνοτροφία αποτελεί μια πολύ καλή ευκαιρία ώστε να επωφεληθούν οι παραγωγοί και να αυξήσουν το ζωικό κεφάλαιο και την παραγωγή τους. Επίσης, η δυσανάλογη αποχώρηση και είσοδος επαγγελματιών του κλάδου αποτελεί όπλο στα χέρια των νεοεισερχόμενων κτηνοτρόφων, καθώς τα επόμενα χρόνια θα αυξηθεί η κατά μέσο όρο διαθέσιμη στρεμματική έκταση του Έλληνα παραγωγού. Δυστυχώς όμως ο πλούτος που εισπράττεται από αυτήν την εξέλιξη εξανεμίζεται γιατί ο κτηνοτρόφος δεν έχει φροντίσει να απολαμβάνει κόστη οικονομίας κλίμακας, ούτε τα οφέλη των συνεργείων στην μεταποίηση ή στην εμπορία. Συμβαίνει δηλαδή αυτό που λέμε στα χωριά μας, «αυτός κουβαλάει νερό με τρύπιο τενεκέ». Έτσι ο παραγωγός δεν μπορεί να συγκρατήσει τα πρόσκαιρα οφέλη από τις αυξήσεις των τιμών πώλησης. Δυσοίωνο το μέλλον, για αυτούς που απορρίπτουν τη συνεργασία.
Αντίθετα θα υπάρξει «πεδίο δόξης λαμπρό», για τις ομάδες παραγωγών που αναπτύσσουν οικονομίες κλίμακας, αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα τους και έτσι προετοιμάζονται για τις προκλήσεις του μέλλοντος.
Το λέω και το υποστηρίζω σθεναρά αυτό διότι στην Ελλάδα δεν μπορείς να περιμένεις βοήθεια από το κράτος δεκαετίες τώρα.
Το κράτος είναι δυστυχώς μια χούφτα ασχέτων με την κτηνοτροφία γραφειοκρατών και πολιτικών, οι οποίοι χωρίς να διαβουλευτούν πραγματικά και με εγωιστικές αποφάσεις, μας οδηγούν νομοτελειακά στον αφανισμό.
Μοναδικό μέλημά τους η εικόνα τους και η επικοινωνιακή παρουσίαση των θέσεών τους.
Ευγενικοί και ανθρώπινοι όταν βγαίνουν στα ΜΜΕ, όπως και σε συναντήσεις με κτηνοτρόφους, που αυτοαναγνωρίζονται και αυτοπροσδιορίζονται εκπρόσωποι των κτηνοτρόφων χωρίς κανένα επαγγελματικό υπόβαθρο, δυστυχώς χωρίς να το καταλαβαίνουν κάνουν το ίδιο και μεγαλύτερο κακό από τους παραπάνω, στους κτηνοτρόφους και την κτηνοτροφία. Απόδειξη τρανή οι πέντε τελευταίες δεκαετίες που πέρασαν και το αποτέλεσμα τους είναι σήμερα να έχουμε την χαμηλότερη παραγωγή από καταβολής ελληνικού κράτους.
- Πώς έχει επηρεάσει τον κλάδο της κτηνοτροφίας η μείωση του ζωικού κεφαλαίου και οι ενοποιήσεις των κτηνοτροφικών προϊόντων;
Η μείωση του ζωικού κεφαλαίου είναι αποτέλεσμα της εγκατάλειψης της κτηνοτροφίας από πολλούς, όχι μόνο τα τελευταία χρόνια αλλά σχεδόν τα τελευταία 50. Έως το 1980 η χώρα μας ήταν απόλυτα αυτάρκης σε παραγωγή κρέατος και από τότε άρχισε μια κλιμακούμενη χρόνο με τον χρόνο μείωση, αρχικά σιγά, ενώ τα τελευταία χρόνια πολύ περισσότερο. Σήμερα η αυτάρκεια σε ελληνικό κρέας όλων των ειδών είναι κάπου στο 33% μαζί και το κοτόπουλο.
Αυτή η παραγόμενη ποσότητα είναι πολύ λιγότερη από αυτήν που είναι απαραίτητο να παράγει η χώρα ώστε να διαθέτει την απαραίτητη επισιτιστική ασφάλεια σε περίοδο κρίσης για να διασφαλίζει την υγεία και ευρωστία του λαού της. Για την σταδιακή αυτή μείωση της παραγωγής πολλά μπορούμε να πούμε όσον αφορά τους λόγους. Ο σημαντικότερος όμως, δεν έχω δει πουθενά να αναφέρεται, ούτε καν από όλους αυτούς που καθημερινά παίρνουν το μικρόφωνο και εκφωνούν λόγους ή γράφουν παντού όπου μπορούν και το μόνο που κάνουν είναι να επαναεπιβεβαιώνουν τα προβλήματα που όλοι γνωρίζουμε, χωρίς να αναφέρονται στο γιατί φτάσαμε εδώ και πολύ περισσότερο να προσφέρουν λύσεις.
Ο σημαντικότερο λόγος είναι η πολύ μικρή αξία που δώσαμε στα κρέατά μας όλα αυτά τα χρόνια μέχρι και πρόσφατα. Αυτό διότι ο τελικός πωλητής ήταν κατά βάση ο παραδοσιακός κρεοπώλης και συνδέει λανθασμένα το φθηνό με τις δυνατότητα πώλησης. Φτάσαμε το 2020 η τιμή παραγωγού στο πρόβειο κρέας να είναι 1,8-2/κιλό και η τιμή πώλησης, 3/κιλό, το αρνί 4/κιλό στον παραγωγό και στον κρεοπώλη 6/κιλό, το χοιρινό 2,5/κιλό και πώληση 3,5/κιλό, το κοτόπουλο 1,8/κιλό και πώληση 2-2,5/κιλό, ενώ το βόειο 3,5-4/κιλό και πώληση 6-7/κιλό.
Πολλά από αυτά είναι φθηνότερα από ένα ποτήρι καφέ που θα πιούμε, ενώ ένα κιλό κρέας θα ταΐσει μια τετραμελή οικογένεια. Ο λαός μας λέει πολύ σοφά ότι το φθηνό το τρώνε τα σκυλιά, ή ότι από το φθηνό κανένας δεν κερδίζει. Αυτό σημαίνει ότι κανένας δεν κερδίζει από το παραγόμενο κρέας όταν είναι τόσο φθηνό και αυτός που την πληρώνει περισσότερο από όλους όσοι συμμετέχουν στην διακίνηση του κρέατος είναι ο κτηνοτρόφος ο οποίος μην έχοντας άλλη λύση εγκαταλείπει.
Από την άλλη έως σήμερα οι εναπομείναντες κτηνοτρόφοι έμποροι και άλλοι κλάδοι επιβιώνουν παρά πολύ δύσκολα διότι έχουν καταφύγει, άλλοι λιγότερο άλλοι περισσότερο, στην παραβατικότητα που έχει εγκατασταθεί και κάνει κυριολεκτικά πρωταθλητισμό. Μόνο αν οι τιμές των κρεάτων μας ανέβουν εκεί που πραγματικά πρέπει, τότε μόνο θα αρχίσουν να επιστρέφουν οι κτηνοτρόφοι στην παραγωγή εκ νέου, αφού θα υπάρχει πια ενδιαφέρον σημαντικό από το διαμορφούμενο περιθώριο κέρδους. Άλλωστε αυτό συμβαίνει σε όλη την Ευρώπη με μικρές παραλλαγές, δηλαδή το κρέας πωλείται διπλάσια έως τριπλάσια της τιμής πώλησης του παραγωγού.
Στην Ευρώπη είναι αρκετά τα χρήματα για όλους και απολαμβάνουν βιωσιμότητα και όχι μόνο δεν εγκαταλείπουν αλλά παρατηρείται και αύξηση ανάλογη της ζήτησης που όλο και αυξάνεται. Οι Ευρωπαίοι κτηνοτρόφοι δεν απολαμβάνουν μόνο την αρχική αξία πώλησης αλλά και μέρος της προστιθεμένης άξιας από την μεταποίηση αλλά κυρίως από την εμπορία. Έτσι μόνο διασφαλίζεται η βιωσιμότητα.
Στην Ελλάδα όμως ο παραγωγός δεν συμμετέχει, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, στη μεταποίηση και εμπορία, άρα τα μόνα του έσοδα είναι από την παραγωγή και αυτά ποτέ δεν είναι αρκετά ώστε να μπορέσει να παραμείνει και να παράγει. Αυτός λοιπόν είναι ο σημαντικότερος λόγος όλης αυτής την κατάστασης.
- Υπάρχει τρόπος να διασφαλιστεί η ταυτότητα των ελληνικών προϊόντων κτηνοτροφίας έτσι ώστε και ο παραγωγός να απολαμβάνει την υπεραξία των προϊόντων του;
Ποια ταυτότητα; Δεν υπάρχει ούτε μια! Όλα μας τα κρέατα είναι κυριολεκτικά ανώνυμα! Μικρή εξαίρεση αποτελεί το αρνάκι / κατσικάκι Ελασσόνας, που όμως σε καμία περίπτωση δεν έχει εκμεταλλευτεί την ταυτότητα αυτή και κάποια υπεραξία, για διάφορους λόγους. Δεν έχουμε ταυτότητα στα κρέατά μας διότι δεν υπάρχει οργανωμένη βάση κτηνοτρόφων και όταν λέω οργανωμένη εννοώ επαγγελματικά και όχι συνδικαλιστικά.
Ο συνδικαλισμός και οι συνδικαλιστές, χωρίς να το καταλαβαίνουν συνέβαλαν στο να πέσουν τόσο χαμηλά όλοι οι δείκτες της ελληνικής κτηνοτροφίας. Και μάλιστα δεν ευθύνονται μόνο για αυτό αλλά και για το ότι δε υποστηρίζουν την επαγγελματική οργάνωση (συναιτερισμούς), αλλά πολεμούν και όποια θεσμική επαγγελματική οργάνωση γίνει, όπως ΕΘΕΑΣ, Διεπαγγελματικές. Μόνο οι Διεπαγγελματικές είναι σε θέση να δώσουν ταυτότητα στα προϊόντα μας λόγω του ρόλου τους και της δυνατότητας που τους δίνει το κανονιστικό πλαίσιο. Η ΕΔΟΚ έχει ξεκινήσει αυτή την διαδικασία για να δώσει ταυτότητα σε κρέατα αλλά η ανακολουθία των παραγωγών είναι παροιμιώδης και ως εκ τούτου το εγχείρημα πάει πολύ αργά και εκνευριστικά.
Χωρίς ταυτότητα τα κρέατα μας προσφέρονται μαζί με αλλά πολλά και ο καταναλωτής δεν είναι δυνατόν να τα διακρίνει και να τα αγοράσει χωριστά δίνοντας κάτι παραπάνω ενδεχομένως ενώ επί πλέον η μη ύπαρξη ταυτότητας δίνει την ευκαιρία στον τελικό πωλητή να πωλεί όλα του τα κρέατα ως ελληνικά, παραπλανώντας τον καταναλωτή.
- Ποια είναι η εθνική παραγωγή κρέατος στην αιγοπροβατοτροφία, τη βοοτροφία και τη χοιροτροφία;
Στην αιγοπροβατοτροφία έχουμε αυτάρκεια 89% ενώ εισάγουμε 11% κυρίως το Πάσχα και τις ημέρες του καλοκαιριού λόγο τουρισμού. Εδώ οι δυνατότητες μας είναι τεράστιες και ο κλάδος είναι το μοναδικά μας πλεονέκτημα, αλλά είπαμε ότι δεν υπάρχει κράτος. Για αυτό η ΕΔΟΚ έχει πάρει πρωτοβουλίες κόντρα σε όλους ακόμα και στο κράτος, να ανοίξει νέες αγορές για να δημιουργηθεί ζήτηση, άνοδος των τιμών, και σταδιακή επιστροφή κτηνοτρόφων στην παραγωγή.
Η Βοοτροφία μας διαθέτει 220.000 αγελάδες κρεοπαραγωγικές, στα βουνά μας όμως η παραγωγικότητα τους είναι παρά πολύ μικρή, περίπου 10%, ενώ θα μπορούσε να είναι 60%. Η γαλακτοπαραγωγός αγελαδοτροφία στο μεγαλύτερο της ποσοστό δεν ενδιαφέρεται για το παραγόμενο κρέας. Εδώ χρειάζονται κίνητρο ώστε να κεντρίσουν το ενδιαφέρον τους και συμβάλουν και αυτοί με την σειρά τους στην αύξηση της αυτάρκειας σε βόειο κρέας.
Αποτέλεσμα αυτών είναι οι παχυντές βουτρόφοι να εισάγουν δεκάδες χιλιάδες μοσχάρια από το εξωτερικό και μετά από πάχυνση πέντε μηνών να τα διαθέτουν στην ελληνική αγορά ως ελληνικής εκτροφής.
Το ποσοστό βόειου κρέατος που προέρχεται από μοσχάρια που γεννήθηκαν στη χώρα μας είναι 11%, ενώ τα μοσχάρια που γεννήθηκαν στο εξωτερικό και έμειναν στη χώρα μας τουλάχιστον πέντε μήνες, είναι 18%. Συνολικά 29%, ενώ το υπόλοιπο 71% είναι εισαγόμενο κρέας που έρχεται στην Ελλάδα χωρίς να έχει δημιουργήσει καμία προστιθέμενη αξία για τους κτηνοτρόφους και την εθνική οικονομία.
Στην χοιροτροφία τα πράγματα είναι χειρότερα από οποιανδήποτε κλάδο. Ο σημαντικότερος λόγος είναι ότι δεν υπάρχει σε όλο τον κλάδο ούτε μια συνεργασία. Άλλος λόγος είναι το ότι πωλούν τα χοιρινά τους ζωντανά, λες και βρισκόμαστε ακόμη στο 1970, ενώ το χειρότερο όλων είναι ότι η μόνη τους οργάνωση είναι συνδικαλιστική αποφεύγοντας ό,τι επαγγελματικό έχει την δυνατότητα να βοηθήσει. Η αυτάρκεια εδώ έχει πέσει κάτω του 25%. Η ΕΔΟΚ μάταια προσπάθησε να συνεργαστεί με την ομοσπονδία για να δώσουν ταυτότητα στο χοιρινό κρέας, ώστε να μπορεί να διακρίνει ο Έλληνας καταναλωτής, μέτρο παρά πολύ σημαντικό για τη βιωσιμότητα τους.
- Είναι εφικτό να αυξήσουμε την παραγωγή μας και αν ναι με ποιον τρόπο;
Δυστυχώς στο χοιρινό είναι δύσκολο ακόμη και να συγκρατήσεις την παραγωγή στην σημερινή κατάσταση. Στην βοοτροφία όμως τα πράγματα είναι διαφορετικά. Με τις κατάλληλες διορθωτικές παρεμβάσεις, η αυτάρκεια στο βόειο σε μια τριετία μπορεί να φθάσει το 40% της κατανάλωσης.
Η πτηνοτροφία μας, ένας κλάδος με υψηλά στάνταρ οργάνωσης και αντίστοιχα προϊόντα που διακρίνονται για τα υψηλά επίπεδα υγιεινής και ασφάλειας, δεν κατόρθωσε να καλύψει την αύξηση της ζήτησης και δυστυχώς αυτή καλύφθηκε με εισαγόμενα προϊόντα υποδεέστερης ποιότητας. Είδαμε πολλά προβλήματα αθέμιτου ανταγωνισμού αλλά και πολλές περιπτώσεις ελληνοποιήσεων. Η πτηνοτροφία πρέπει να ανασυνταχθεί προκειμένου να κερδίσει το μεγάλο μέρος της αγοράς του εισαγόμενου.
Το μεγάλο μας πλεονέκτημα όμως είναι η αιγοπροβατοτροφία, η οποία έχει το απόλυτο σε επάρκεια, αν υπολογίσουμε τις εξαγωγές της. Το εμφανιζόμενο 11% ως εισαγόμενο υπάρχει γιατί το εξάμηνο από Μάιο μέχρι Οκτώβριο, δεν έχουμε ελληνικό πρόβειο κρέας πάρα μόνο ποσότητες μη καταγράψιμες. Έτσι η αγορά καταφεύγει σε εισαγωγές από Ν. Ζηλανδία και Ρουμανία.
Μπορούμε πολύ εύκολα να εκτοπίσουμε όλο το εισαγόμενο, να παραμείνουμε αυτάρκεις στην ελληνική αγορά, αλλά κυρίως μπορούμε να γίνουμε δυνατός «εξαγωγικός παίκτης» της περιοχής, γιατί είμαστε η μοναδική χώρα που έχει το κατάλληλο ανάγλυφο, το μικροκλίμα και τη βιοποικιλότητα, με προνομιακή θέση στη Μεσόγειο αφού γειτνιάζουμε με μουσουλμανικές χώρες, που δεν έχουν επαρκές ζωικό κεφάλαιο. Αυτό επιτυγχάνεται μόνο με ένα τρόπο και αυτός είναι ο προωθούμενος από την ΕΔΟΚ κλάδος της ΚΡΕΑΤΟΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗΣ ΑΙΓΟΠΡΟΒΑΤΟΤΡΟΦΙΑΣ, που αποτελεί συνάμα και μια μικρή αναδιάρθρωση της ελληνικής κτηνοτροφίας.
- Υπάρχει σχέδιο για την ανασυγκρότηση της Ελληνικής Κτηνοτροφίας από πλευράς πολιτείας;
Κανένα, κυριολεκτικά. Με το μόνο που ασχολούνται είναι να διαφημίζουν τα ήδη αποφασισμένα μέτρα των ΚΑΠ, που με μικρές παραλλαγές επαναλαμβάνονται δεκαετίες τώρα, αλλά και να διώχνουν κυριολεκτικά προτάσεις που γίνονται κατά καιρούς από φορείς διότι θα πρέπει να αποδεχτούν ότι οι ίδιοι δεν είναι ικανοί αλλά και ότι πρέπει και να δουλέψουν. Όλο αυτό προέκυψε από την φημολογούμενη κυρίως αξιολόγηση του υπουργείου ως «τριτοκλασάτο» και ότι οι υπουργοί στο λίγο χρόνο που θα υπηρετήσουν σε αυτό, δεν προλαμβάνουν να ολοκληρώσουν κανέναν οργανωτικό σχεδιασμό, άρα και το αποφεύγουν και το αποτέλεσμα είναι να μην παράγουν σχεδόν καθόλου πολιτική.
- Ποια είναι η κατάσταση στη βιολογική κτηνοτροφία;
Βιολογικό πρόγραμμα υπάρχει στην Ελλάδα και μάλιστα δαπανώνται αρκετά χρήματα, όμως το παραγόμενο βιολογικό προϊόν είναι τόσο λίγο, σχεδόν μη καταγράψιμες ποσότητες, ενώ οι προϋποθέσεις που έχουν τεθεί αποκλείουν τους πραγματικούς παραγωγούς. Τα συμπεράσματα δικά σας.
- Ποιες είναι οι προτάσεις της ΕΔΟΚ για την αναδιάρθρωση του κλάδου;
Καταρχάς, η ίδρυση της ΕΔΟΚ ήταν ένας άθλος, σε ένα αρνητικό για κάθε συνεργασία κλίμα. Άλλωστε η συνεργασία είναι γνωστό ότι δεν υπάρχει στην κουλτούρα του Έλληνα. Το χειρότερο από όλα όμως είναι ότι μας είχαν πλαισιώσει οργανώσεις για να εξασφαλίσουν τη μη επιτυχή λειτουργία μας έτσι ώστε κάποιοι από αυτούς να περιφρουρήσουν τα οφέλη μια «εγκατεστημένης» παραβατικότητας.
Παρά τις δυσκολίες η ΕΔΟΚ κατάφερε να κερδίσει την αναγνώριση της, σαν μοναδική ως τότε Διεπαγγελματική, γιατί υπήρχαν και άλλες οργανώσεις που αυτοπροσδιορίζονταν σαν Διεπαγγελματικές, αλλά καμία σχέση δεν είχαν με αυτό το θεσμικό όργανο.
Τότε όμως άρχισε και η οργανωμένη αντίδραση σε όλα τα επίπεδα, από όλους τους κλάδους της αγοράς αλλά, και η αδιαφορία των υπηρεσιών του υπουργείου. Δεν ήταν λίγες οι φορές που αντί να έχουμε στήριξη για την ενίσχυση των προσπαθειών μας, βλέπαμε να υψώνονταν μπροστά μας εμπόδια, λες και η Διεπαγγελματική ανταγωνίζονταν τον ρόλο και τις αρμοδιότητες τους.
Ο «αγώνας» για την αναγνώριση της Διεπαγγελματικής ως θεσμικού συνομιλητή του κράτους σε θέματα του τομέα, αλλά και δικαιούχου κάθε προγράμματος όχι μόνο του ΥπΑΑΤ, αλλά και όλων των άλλων υπουργείων, όπως του υπουργείου ανάπτυξης, του υπουργείου οικονομικών, του υπουργείο περιβάλλοντος και ενέργειας και του υπουργείου παιδείας, ήταν επίπονος και επίμονος και κυριολεκτικά διήρκησε μια τριετία. Μάλιστα μετά από αυτά εντάχθηκε στην ομάδα των φορέων εκείνων που στο εξής όλες τους οι αποφάσεις, προκηρύξεις, διαγωνισμοί, οικονομικά αποτελέσματα κλπ., θα δημοσιεύονται στη Διαύγεια.
Σήμερα η Ε.Δ.Ο.Κ. διαθέτει τρία άτομα μόνιμο προσωπικό (γραμματέα, γεωπόνο και οικονομολόγο) και με σύμβαση έργου έχει νομικές, λογιστικές και ελεγκτικές υπηρεσίες καθώς και υπηρεσίες τύπου – δημοσιότητας.
Πρόσφατα προχώρησε στην ίδρυση του Ινστιτούτο Κρέατος και Αειφορίας και αυτό τον μήνα ξεκινά η εκτέλεση Ευρωπαϊκού Προγράμματος προβολής του πρόβειου κρέατος στη Σαουδική Αραβία και στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Αυτή τη στιγμή εκτελεί επιτυχώς επτά προγράμματα, ένα εξ αυτών δίνει τη δυνατότητα στην ΕΔΟΚ να δημιουργήσει βάση δεδομένων όλου του τομέα του κρέατος Ελλάδος και εξωτερικού, προκειμένου να παράγει δευτερογενείς πληροφορίες και δείκτες. Επίσης μελέτες απόλυτα απαραίτητες αλλά και για πρώτη φορά Διεπαγγελματικες συμφωνίες. Έχει κατορθώσει μέσα σε μια τετραετία να αλλάξει προς το καλύτερο την εικόνα του πρόβειου κρέατος σε όλα τα επίπεδα, με αποτέλεσμα σήμερα να έχει διπλασιαστεί η κατανάλωση στην χώρα μας να έχουν διπλασιαστεί οι εξαγωγές, να έχουμε δημιουργήσει νέες αγορές, και το σημαντικότερο όλων να φέρουμε συντεταγμένα τον νέο κλάδο τον κρεοπαραγωγικό Αιγοπροβατοτροφιας, που αποτελεί ταυτόχρονα νέα πρόταση για υφιστάμενους ή νέους κτηνοτρόφους.
Παρεμβάσεις έχουμε ετοιμάσει και στην βοοτροφία στην κατεύθυνση της αύξησης παραγωγής ελληνικού κρέατος από θηλάζουσες αγελάδες και από γαλακτοπαραγωγικές Holstein. Παρεμβάσεις επίσης για τον Μαύρο Χοίρο και τον Νεροβούβαλο που όλα μαζί θα εμπλουτίσουν την ελληνική γαστρονομική φαρέτρα αλλά και τον εθνικό τουριστικό γαστρονομικό χάρτη. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι η συντεταγμένη προσπάθεια της ΕΔΟΚ να επαναφέρει τις αξίες των διαφόρων ειδών κρεάτων στην αντικειμενική αξία, που θα διασφαλίσει όχι μόνο τη μη εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας μας αλλά θα κάνει νέους κτηνοτρόφους να εγκατασταθούν και να δώσουν νέα ώθηση για το μέλλον.
- Στην πρόσφατη συνέντευξη Τύπου που παραχωρήσατε, υπογραμμίσατε πως «για τη βιωσιμότητά της κτηνοτροφίας θα πρέπει να ακολουθήσει το εξής τρίπτυχο: Καθετοποίηση, Συνεργατισμός και Συμβολική κτηνοτροφία». Θα θέλατε να μας δώσετε περισσότερες πληροφορίες σχετικά;
Στη χώρα μας έχουμε όλοι, χωρίς εξαιρέσεις, αναγάγει την κτηνοτροφία στο Α και το Ω των πάντων, και την κατάληξη τη βιώνουμε τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν είναι η κτηνοτροφία μας το Α και το Ω, αλλά το σημαντικότερο κομμάτι μιας αλυσίδας με κρίκους ενωμένους που αποτελούν τη διαδρομή του κρέατος ή του γάλακτος από την παραγωγή έως τον καταναλωτή. Δεδομένου ότι ο παραγωγός το μόνο που ξέρει είναι να παράγει και μάλιστα πολλές φορές χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Άλλοι είναι αυτοί που ορίζουν την άξια, τη διακίνηση, την προβολή, την κατανάλωση και γενικότερα άλλοι ορίζουν τη τύχη του προϊόντος.
Πρέπει ο παραγωγός να μπορέσει να έχει λόγο στην εμπορία και στην μεταποίηση που δημιουργούν προστιθέμενη αξία στο προϊόν του, αλλιώς δεν θα μπορέσει να επιβιώσει. Αυτό για να γίνει θα πρέπει να κινητοποιηθεί πλήρως και η παραγόμενη πρώτη ύλη πρέπει να μεταποιηθεί και να πωληθεί από τον ίδιο, πράγμα πολύ δύσκολο και δυνατό από πολύ λίγους παραγωγούς.
Η άλλη λύση είναι να συμμετέχουν οι παραγωγοί σε συνεργατικά σχήματα που εξασφαλίζουν τη μεταποίηση και την εμπορία του προϊόντος, αλλά και απολαμβάνουν οικονομίες κλίμακας, προγράμματα πιστοποίησης, προβολής και προώθησης.
Όπου δεν είναι προσιτά τα δυο παραπάνω ο κτηνοτρόφος θα πρέπει να καταφύγει στη συμβολική συνεργασία, που αποτελείται από τον ίδιο, τον έμπορο - μεταποιητή και την τράπεζα. Η συνεργασία αυτή εξασφαλίζει τη βιωσιμότητα όλων των μερών. Άλλες μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν και μάλιστα οι παραπάνω είναι δοκιμασμένες, εφαρμόζονται με επιτυχία σε όλη την Ευρώπη και αποτελούν μονόδρομο να ακολουθήσουν ή να εγκαταλείψουν.
Διαβάστε επίσης
Οι τελευταίοι βοσκοί της Αττικής: Η άλλη όψη της Αθήνας
Παγκόσμια Ημέρα Πατσά: Το φαγητό των ξενύχτηδων έχει την τιμητική του
Παγκόσμια Ημέρα Τροφίμων: Γιατί πετάμε φαγητό στα σκουπίδια