Κωνσταντίνος: Ο τέως βασιλιάς που σημάδεψε μια ολόκληρη εποχή
Γεννημένος στις 2 Ιουνίου του 1940 στην Αθήνα, ο Κωνσταντίνος Γκλύξμπουργκ, ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Ελλάδας στις 6 Μαρτίου του 1964, σε ηλικία 24 ετών διαδεχόμενος τον πατέρα του, Παύλο Α΄ μετά τον θάνατό του την ίδια ημέρα.
Το Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς παντρεύτηκε την τότε πριγκίπισσα της Δανίας, Άννα Μαρία με την οποία απέκτησε τρεις γιούς και δύο κόρες.
Τα πρώτα χρόνια
Ήταν γιος του βασιλιά Παύλου Α', του οίκου των Γκλύξμπουργκ και της βασίλισσας Φρειδερίκης-Λουίζας του Αννοβέρου, αδελφός της μετέπειτα (και πρώην πλέον) βασίλισσας της Ισπανίας Σοφίας και της πριγκίπισσας Ειρήνης.
Το 1941, η οικογένειά του διέφυγε στην Κρήτη και μετά στην Αίγυπτο. Στη διάρκεια του πολέμου έζησαν για μεγάλα διαστήματα στο Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής.
Το 1946, μετά την απελευθέρωση η βασιλική οικογένεια επέστρεψε στη χώρα.
Την 1η Απριλίου 1947, ο πατέρας του ανέλαβε το βασιλικό αξίωμα, ύστερα από το θάνατο του Γεωργίου Β', και ο ίδιος ανακηρύχτηκε διάδοχος του θρόνου. Τα πρώτα του γράμματα έμαθε στο δημοτικό σχολείο που λειτούργησε μέσα στα ανάκτορα Ψυχικού. Τις γυμνασιακές του σπουδές έκανε στο εθνικό εκπαιδευτήριο Αναβρύτων και συνέχισε στη Σχολή Ευελπίδων.
Στις 28 Ιουνίου του 1958, ανακηρύχτηκε αξιωματικός και στα τρία όπλα. Ασχολήθηκε ενεργά με τον προσκοπισμό και το 1959, ανακηρύχτηκε αρχιπρόσκοπος.
Χρυσός Ολυμπιονίκης
Το 1960, αναδείχτηκε χρυσός ολυμπιονίκης στη Ρώμη, στο αγώνισμα της ιστιοπλοΐας.
Ο Κωνσταντίνος ήταν πηδαλιούχος μαζί με τον Οδυσσέας Εσκιτζόγλου και τον Γιώργος Ζαΐμη, αποτελούσαν το πλήρωμα του σκάφους «Νηρεύς».
Υπήρξε το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο της Ελλάδας από το 1912.
Σημειώνεται ότι η αδελφή του Κωνσταντίνου, η πριγκίπισσα Σοφία και μετέπειτα Βασίλισσα της Ισπανίας, αποτελούσε αναπληρωματικό μέλος του πληρώματος.
Συμμετείχε ακόμη και στα Πανελλήνια πρωταθλήματα τοιχοσφαίρισης με πολλές δεύτερες και τρίτες νίκες στο διπλό.
Ο Κωνσταντίνος ήταν επίτιμο μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής καθώς και επίτιμος πρόεδρος της Παγκόσμιας Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας μαζί με τον Βασιλιά της Νορβηγίας, Χάραλντ Ε΄.
Βασιλιάς σε ηλικία 24 ετών
Στις 6 Μαρτίου 1964, την επομένη του θανάτου του πατέρα του ανακηρύχτηκε βασιλιάς σε ηλικία 24 ετών.
Στις 18 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου, παντρεύτηκε την πριγκίπισσα Άννα Μαρία της Δανίας, τριτότοκη κόρη του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου Θ'.
Από το γάμο του απέκτησε πέντε παιδιά: την Αλεξία, τον Παύλο, τον Νικόλαο τη Θεοδώρα και τον Φίλιππο.
Ιουλιανά
Στις 15 Ιουλίου του 1965, προκάλεσε την πτώση της κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου, αμφισβητώντας το δικαίωμα του πρωθυπουργού να αναλάβει προσωπικά το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Στη συνέχεια διόρισε τις βραχύβιες κυβερνήσεις Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα (15 Ιουλίου) και Ηλία Τσιριμώκου (20 Αυγούστου), οι οποίες δεν συγκέντρωσαν ψήφο εμπιστοσύνης. Στις 17 Σεπτεμβρίου διόρισε νέα κυβέρνηση υπό το Στέφανο Στεφανόπουλο, η οποία διατηρήθηκε στην εξουσία επί 15 περίπου μήνες.
Στις 22 Δεκεμβρίου 1966, διόρισε την υπηρεσιακή κυβέρνηση του Ιωάννη Παρασκευόπουλου η οποία έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και στις 3 Απριλίου 1967, διόρισε πρωθυπουργό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο με σκοπό τη διεξαγωγή εκλογών. Λίγες ημέρες αργότερα, παρότι αντίθετος με την ομάδα των πραξικοπηματιών που κατέλαβαν την εξουσία την 21η Απριλίου, υπέδειξε για τη θέση του πρωθυπουργού τον Κωνσταντίνο Κόλλια και προσυπέγραψε το διορισμό της υπό αυτόν κυβέρνησης.
Η δικτατορία της 21ης Απριλίου
Τη νύχτα της 20ης προς 21η Απριλίου 1967 εκδηλώθηκε το στρατιωτικό πραξικόπημα.
Η αναποφασιστικότητα του Κωνσταντίνου τη νύχτα του πραξικοπήματος αντικατοπτρίζεται στις τηλεφωνικές συνομιλίες του από τα θερινά Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου διέμενε. Στις 2.30, ξύπνησε από το τηλεφώνημα του Αθανασίου Σπανίδη, απόστρατου ναυάρχου, ο οποίος βρισκόταν στο ναύσταθμο της Σαλαμίνας. Ο Σπανίδης, αφού ενημέρωσε τον Βασιλιά για τα γεγονότα, εισηγήθηκε απόπλου του στόλου για την Κρήτη και το σχηματισμό εκεί νόμιμης κυβέρνησης. Στη συνέχεια τηλεφώνησε στον Κωνσταντίνο ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Γεώργιος Ράλλης, από το κέντρο Αμέσου Δράσεως της Χωροφυλακής, στο Μαρούσι. Και αυτός με τη σειρά του εισηγήθηκε να μετακινηθούν από την επαρχία νομιμόφρονες στρατιωτικές δυνάμεις κυρίως της αεροπορίας, όπου οι κινηματίες δεν είχαν ερείσματα, όσο υπήρχε ακόμη χρόνος. Και στις δύο περιπτώσεις ήταν κατηγορηματικά αντίθετος, θέλοντας να αποφύγει την αιματοχυσία και να μάθει τα κίνητρα των πραξικοπηματιών. Η απόφασή του έχει κατακριθεί καθώς έχει υποστηριχθεί ότι ενδεχόμενη άρνησή του να συναινέσει, θα δημιουργούσε σημαντικό πρόβλημα νομιμοποίησης στους Συνταγματάρχες.
Έτσι, όταν στις 5.30 το πρωί δέχτηκε τους επικεφαλής, Γεώργιο Παπαδόπουλο, Στυλιανό Παττακό και Νικόλαο Μακαρέζο, οι συνομιλίες του ήταν διαπραγματευτικού χαρακτήρα και περιορίστηκαν στη σύνθεση της νέας δικτατορικής κυβέρνησης, γνωστής ως η Χούντα των Συνταγματαρχών.
Ο Κωνσταντίνος, ακολούθησε τη συμβουλή του τρίτου συνομιλητή του, Σπύρου Μαρκεζίνη, αρχηγού ενός μικρού συντηρητικού κόμματος, να επιδιώξει τη συνδιαλλαγή μαζί τους. Ο ίδιος σε μεταγενέστερη συνέντευξή του ανέφερε ότι προσπάθησε να δηλώσει την αντίθεσή του προς αυτούς, όταν κατά τη φωτογράφιση της «επαναστατικής» κυβέρνησης, φωτογραφήθηκε μαζί τους σκυθρωπός, αντί για χαμογελαστός ως συνήθως. Αργότερα, ο Κωνσταντίνος αν και εξήγησε το κίνητρο της φωτογράφισης, παραδέχθηκε ότι δεν πέτυχε τον σκοπό της.
Στην προσφώνησή του στις 26 Απριλίου 1967, για το νέο καθεστώς της Χούντας των Συνταγματαρχών δήλωσε: «Είμαι βέβαιος ότι με την ευχήν του Θεού, με την προσπάθειαν υμών και προπαντός με την βοήθειαν του λαού, θα επιτευχθή ταχέως η οργάνωσις Κράτους Δικαίου, μιας αληθούς και υγιούς Δημοκρατίας».
Το αντικίνημα της 13ης Δεκεμβρίου
Στις 13 Δεκεμβρίου ο βασιλιάς συνοδευόμενος από μέλη της οικογένειάς του και τον Πρωθυπουργό Κ. Κόλλια, αποπειράθηκε Αντικίνημα. Στην αρχή κατευθύνθηκε προς τη Θεσσαλονίκη, όπου στη διαδρομή, πληροφορήθηκε ότι οι Χουντικές δυνάμεις συνέλαβαν τους αξιωματικούς του κινήματός του. Προσγειώθηκε στη Καβάλα και προσπάθησε να ανασυντάξει τις δυνάμεις του, με στόχο την ανατροπή της δικτατορίας. Αλλά ενώ το Ναυτικό και η Αεροπορία συντάχτηκαν και παρέμεναν μαζί του, ο Στρατός παρέμεινε πιστός στη Χούντα. Ο Κωνσταντίνος θέλοντας να αποφύγει την αιματοχυσία και την αποδιοργάνωση των Ενόπλων Δυνάμεων σε περίοδο κρίσης με την Τουρκία εγκατέλειψε την προσπάθεια και αναχώρησε, μαζί με όσους τον συνόδευαν, στη Ρώμη. Αμέσως μετά ο Παπαδόπουλος ανέλαβε Πρωθυπουργός, διορίζοντας το στρατηγό Γεώργιο Ζωιτάκη Αντιβασιλέα.
Η φυγή στο εξωτερικό
Στις 13 Δεκεμβρίου οργάνωσε αντιδικτατορική κίνηση που απέτυχε. Κατέφυγε με την οικογένειά του στη Ρώμη και στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο.
Την 1η Ιουνίου 1973, το δικτατορικό καθεστώς ανακοίνωσε την κατάλυση της βασιλείας και στις 29 Ιουλίου έκανε "δημοψήφισμα" για να κατοχυρώσει την απόφασή του αυτή.
Το 1974 όταν προκηρύχθηκε το δημοψήφισμα για να επιλέξει ο ελληνικός λαός το πολίτευμα που επιθυμεί. Ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος απεύθυνε διάγγελμα από το Λονδίνο που βρισκόταν εκείνη την περίοδο.
Ήταν και το τελευταίο του πολιτικό διάγγελμα. «Ο Βασιλεύς δεν πρέπει να φοβήται την κρίσιν του Λαού όταν μάλιστα έχη ήρεμη την συνείδησι, ότι εξεπλήρωσε το χρέος του» ακούγεται να λέει τέως Βασιλιάς Κωνσταντίνος.
Το 1974, ύστερα από την αποκατάσταση της δημοκρατίας, έγινε το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου, κατά το οποίο το εκλογικό σώμα ψήφισε υπέρ του αβασιλεύτου (3.245.111 ψήφοι υπέρ της αβασίλευτης δημοκρατίας, ποσοστό 69,18% και 1.445.875 ψήφοι υπέρ της βασιλευομένης, ποσοστό 30,82%).
Δείτε στο βίντεο – ντοκουμέντο του Πάνου Δημητρίου, το διάγγελμα του Κωνσταντίνου στις 26 Νοεμβρίου 1974, λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα.
Ο Κωνσταντίνος απηύθυνε την επόμενη της ψηφοφορίας το ακόλουθο μήνυμα: «Έλληνες και Ελληνίδες. Πιστός στη διακήρυξή μου, επαναλαμβάνω ότι προέχει η εθνική ενότητα χάριν της ομαλότητας, της προόδου και της ευημερίας της Χώρας και εύχομαι ολόψυχα οι εξελίξεις να δικαιώσουν το αποτέλεσμα που προέκυψε από τη χθεσινή ψηφοφορία».
Πρώην βασιλική περιουσία και διεκδίκησή της
Μετά το δημοψήφισμα ο Κωνσταντίνος παρέμεινε στο εξωτερικό αποφεύγοντας να επιστρέψει στην Ελλάδα, την οποία επισκέφθηκε πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 1981 για να παρακολουθήσει την νεκρώσιμη ακολουθία της μητέρας του, Φρειδερίκης. Οι διαφορές του με το ελληνικό κράτος για την πρώην βασιλική περιουσία των τριών κτημάτων του, δηλαδή το Μον Ρεπό στην Κέρκυρα, το Κτήμα Τατοΐου, και το κτήμα Πολυδενδρίου στην Αγιά Λάρισας οδήγησαν τελικά στα δικαστήρια, καθώς εξ αρχής κατέστη σαφές το ενδιαφέρον του Κωνσταντίνου για τα χρήματα, δηλαδή ο ιδιοτελής χαρακτήρας των Γκλύξμπουργκ, όπως διαπιστώνει ο Νίκος Αλιβιζάτος, Ομότιμος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και μέλος της υπερασπιστικής ομάδας της ελληνικής κυβέρνησης στην υπόθεση της βασιλικής περιουσίας στην εκδίκαση στο Στρασβούργο.
Συμφωνία με την κυβέρνηση Κωνσταντίνου Μητσοτάκη το 1992
Το 1992 σύναψε συμφωνία με την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, δια της οποίας εκχωρούσε το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του στην Ελλάδα σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με αντάλλαγμα την απόδοση των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου και το δικαίωμα να εξαχθεί ένας μεγάλος αριθμός κινητών περιουσιακών στοιχείων από τη χώρα. Η σύμβαση ψηφίστηκε με τον νόμο 2086/1992 περί κυρώσεως της μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του τέως Βασιλέως Κωνσταντίνου σύμβασης. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο κερκυραϊκός λαός πραγματοποίησε κατάληψη στο ανάκτορο Μον Ρεπό διαδηλώνοντας κατά της συμφωνίας και δηλώνοντας ότι το ανάκτορο ανήκει στον κερκυραϊκό λαό και όχι στον μονάρχη.
Επίσης το 1992 μεταφέρθηκε με κοντέινερ όλη η κινητή περιουσία που βρισκόταν στα παλαιά ανάκτορα Τατοΐου, η οποία σύμφωνα με δημοσιεύματα συμπεριλάμβανε κλασικές και βυζαντινές αρχαιότητες. Τα κοντέινερ με τα οποία μεταφέρθηκαν τα κινητά αντικείμενα από το Τατόι προκάλεσαν την κατακραυγή της κοινής γνώμης. Μάλιστα καταγράφηκε το γεγονός πως εκλάπησαν πίνακες ζωγραφικής, θρησκευτικές εικόνες και κοσμήματα. Σημειώθηκε ακόμη πως ο νόμος του 1992 της κυβέρνησης Μητσοτάκη εξυπηρετούσε σκανδαλωδώς τα συμφέροντα του Κωνσταντίνου.
Ακύρωση συμφωνίας 1992
Το 1993 έκανε μια πρώτη μεγάλη επίσκεψη στην Ελλάδα, αλλά η κυβέρνηση ενοχλήθηκε από αυτή την περιοδεία του και αντιμέτωπη με τις όλο και ισχυρότερες διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης του ζήτησε να αποχωρήσει. Το 1994 η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου ακύρωσε με τον νόμο 2215/1994 τη συμφωνία του 1992 και αφαίρεσε από τον Κωνσταντίνο την ιδιοκτησία του στην Ελλάδα και την ελληνική ιθαγένεια θεωρώντας ότι η βασιλική περιουσία είχε ήδη απαλλοτριωθεί με το νομικό διάταγμα της Χούντας των Συνταγματαρχών. Ο συγκεκριμένος νόμος αναγνώριζε ότι η απαλλοτρίωση της βασιλικής περιουσίας από τη Χούντα ήταν εξ αρχής νόμιμη και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά το 1974, οπότε και αποκαταστάθηκε η δημοκρατία, ενώ αποκαλούσε τον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο ως Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ ζητώντας παράλληλα από τα μέλη της οικογένειας να δηλώσουν ένα επίθετο στα ληξιαρχεία ως όρο για την επανάκτηση της ελληνικής ιθαγένειας.
Προσφυγή Κωνσταντίνου κατά του ελληνικού δημοσίου
Η τέως βασιλική οικογένεια προσέφυγε στα πολιτικά δικαστήρια και στο Συμβούλιο της Επικρατείας ενάντια στον ν. 2215/1994. Αν και δικαιώθηκε από τον Άρειο Πάγο με την απόφαση 1/1996 της ολομέλειας, απορρίφθηκε από την ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας με την απόφαση 4575-8/1996. Τελικά το 1997 το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο, στο οποίο παραπέμφθηκε η υπόθεση, συμφώνησε με το ΣτΕ δεχόμενο ότι ο ν. 2215/1994 είναι συνταγματικός.
Στις 21 Οκτωβρίου 1994 κατέθεσε, μαζί με άλλα οκτώ μέλη της βασιλικής οικογένειας, προσφυγή κατά της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο ισχυριζόμενος ότι ο νόμος 2215/1994 παραβίαζε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Την προσφυγή υπέγραφαν μεταξύ άλλων οι Rosalyn Higgins, καθηγήτρια στο London School of Economics και μετέπειτα η πρώτη γυναίκα μέλος του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, και Georges Vedel, μέλος του γαλλικού συνταγματικού δικαστηρίου και διαπρεπής νομικός, ενώ το κύριο έργο της υπεράσπισης είχαν οι νομικοί λόρδος Λέστερ και Nathene - Arnaouti συνεπικουρούμενοι από τους δικηγόρους Μπράβο και Γεωργιάδη. Με την προσφυγή η βασιλική οικογένεια υποστήριζε ότι με την δήμευση της περιουσίας τους (κτήμα Τατόι, Mon Repos στην Κέρκυρα, κτήμα Πολυδενδρίου στη Λάρισα), χωρίς την καταβολή αποζημίωσης παραβιάστηκαν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματά τους, ότι είχαν υποστεί απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση σχετικά με την υπόθεση της ιθαγένειας, ότι είχε προσβληθεί η προσωπικότητα και η ιδιωτική ζωή τους σχετικά με την επιβολή του επωνύμου "Γκλυξμπουργκ", και ότι είχε παραβιαστεί το δικαίωμα τους σε δίκαιη δίκη.
Απόδοση 13,7 εκατομμυρίων ευρώ στον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο
Τον Οκτώβριο του 1998 δημοσιεύθηκε η απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία έκρινε ως παραδεκτό λόγο το περιουσιακό σκέλος της προσφυγής και όχι τα υπόλοιπα παραπέμποντας την υπόθεση σε νέο τμήμα με νέα σύνθεση. Τον Νοέμβριο του 2000 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του πρώτου άρθρου του Πρώτου Πρωτοκόλλου ενώ στις 28 Νοεμβρίου 2002 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιδίκασε 13,7 εκατομμύρια ευρώ, από τα οποία αποδόθηκαν 13,7 εκατομμύρια ευρώ στον τέως βασιλιά Κωνσταντίνο. Να σημειωθεί ότι στην προσφυγή ο τέως βασιλιάς και τα υπόλοιπα μέλη υπολόγιζαν την βασιλική περιουσία σε 161 εκατομμύρια ευρώ.
Οι νομικοί εκπρόσωποι του ελληνικού Δημοσίου επισήμαναν στο υπόμνημά τους ότι για το ύψος της αποζημίωσης πρέπει να συνεκτιμηθούν τρία κρίσιμα στοιχεία:
- Ο Κωνσταντίνος και τα μέλη της οικογενείας του είναι απλοί πολίτες ιδιώτες, χωρίς προνόμια και με αυτή την παραδοχή η περιουσία πρέπει να αποτιμηθεί αποκλειστικώς σε χρήμα.
- Οι αιτούντες δεν έχουν καταβάλει φόρους και άλλες οφειλές προς το Δημόσιο από κτήσεως της επίδικης περιουσίας.
- Μεγάλο μέρος των εκτάσεων των επίμαχων κτημάτων είναι δασικά και ως τέτοια έχουν μικρή εμπορική αξία, εξαιτίας των περιορισμένων δυνατοτήτων αξιοποίησής τους.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως ο Κωνσταντίνος διεκδικούσε πίνακα του Τζορτζ Σκοτ και άλλα αντικείμενα τα οποία, όμως, σύμφωνα με φορτωτικές που προσκόμισε η ελληνική πλευρά είχαν μεταφερθεί με τα κοντέινερ από το Τατόι το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς του 1991. Αυτό αποκάλυψε πως ο Κωνσταντίνος ψευδόταν και προκάλεσε θυμηδία στους δικαστές.
Τελικά, με απόφαση του δικαστηρίου ο τέως βασιλιάς έλαβε ως αποζημίωση 13,7 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία εισπράχθηκαν από τη ΔΟΥ Αχαρνών, τον Μάρτιο του 2003. Το Ελληνικό Κράτος κατέβαλε αυτό το ποσό από τον προϋπολογισμό "φυσικών καταστροφών", θέλοντας να κάνει έναν πολιτικό υπαινιγμό, και εξέδωσε το σχετικό πιστωτικό εκκαθαριστικό από τη ΔΟΥ Αχαρνών ως κατά τόπον αρμόδια, με το σκεπτικό ότι τελευταίος τόπος διαμονής του Κωνσταντίνου στην Ελλάδα ήταν τα Ανάκτορα στο Τατόι. Ο Κωνσταντίνος, στη συνέχεια, αφού παρέλαβε μέσω πληρεξουσίου δικηγόρου το ποσό, ανήγγειλε τη δημιουργία του Ιδρύματος «Άννα - Μαρία» με έδρα το Λιχτενστάιν ως φορέα διάθεσης της αποζημίωσής του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς. Μέχρι σήμερα όμως οι δραστηριότητες του ιδρύματος δεν έχουν γίνει γνωστές.
Το ζήτημα του ονόματος
Στην Ελλάδα στον δημόσιο λόγο μετά το 1974 αναφερόταν συχνά ως Κωνσταντίνος Γκλύξμπουργκ.
Μετά την κατάργηση της Βασιλευόμενης Δημοκρατίας το 1974, επανειλημμένα είχε δηλώσει ότι αναγνωρίζει τη δημοκρατία, τους νόμους και το Σύνταγμα της Ελλάδας, αλλά συνέχισε να χρησιμοποιεί τον τίτλο "βασιλιάς Κωνσταντίνος," αν και δεν χρησιμοποιούσε πλέον το «Κωνσταντίνος, Βασιλεύς των Ελλήνων».
Έλληνες πολιτικοί υποστήριξαν ότι ο Κωνσταντίνος θα έπρεπε να διαθέτει επώνυμο, εφόσον δεν κατέχει πλέον το βασιλικό αξίωμα. Το επίσημο Ελληνικό διαβατήριο του Κωνσταντίνου τον προσδιόριζε ως «Κωνσταντίνο, πρώην βασιλέα των Ελλήνων». Όμως, με βάση τον νόμο του 1994, το διαβατήριο αυτό του αφαιρέθηκε μαζί με την ιθαγένεια. Ο νόμος του έδινε τη δυνατότητα να τα ανακτήσει μόνο εάν υιοθετούσε επώνυμο, κατά το πρότυπο άλλων έκπτωτων βασιλικών δυναστειών της Ευρώπης. Ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε να αποκτήσει επώνυμο για λόγους αρχής: «Δεν έχω επώνυμο - η οικογένειά μου δεν έχει επώνυμο. Ο νόμος που ο κ. Παπανδρέου (εννοούσε τον Ανδρέα Παπανδρέου) πέρασε βασικά λέει ότι θεωρεί ότι δεν είμαι Έλληνας και ότι η οικογένειά μου ήταν Ελληνική μόνο ενόσω ασκούσαμε τα μοναρχικά μας καθήκοντα, και έπρεπε να παρουσιαστώ και να αποκτήσω ένα επώνυμο. Το πρόβλημα είναι ότι η οικογένειά μου προέρχεται από τη Δανία, και η Δανική βασιλική οικογένεια δεν έχει επώνυμο. Το Glücksburg δεν ήταν επώνυμο αλλά το όνομα μιας πόλης». Στο δημόσιο λόγο μετά την κατάργηση της βασιλείας αναφερόταν συνήθως ως Τέως Βασιλιάς Κωνσταντίνος ή Κωνσταντίνος Γκλύξμπουργκ.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας στην απόφασή του με αριθμό Α4575/1996 αναγνώριζε ότι η ονομασία "Κωνσταντίνος, τέως Βασιλεύς των Ελλήνων" μπορούσε να προσδιορίσει την ταυτότητα του Κωνσταντίνου. Αναγράφεται στην απόφαση:
«Στην προκείμενη περίπτωση, ο αιτών, για να προσδιορίσει την ταυτότητά του, αναφέρει, στο δικόγραφο της κρινόμενης αίτησης, ότι η αίτηση αυτή ασκείται από τον Κωνσταντίνο, πρώην βασιλιά των Ελλήνων. Η ονομασία αυτή, "πρώην βασιλιάς", αναφέρεται στο δικόγραφο όχι ως τίτλος ευγενείας, ο οποίος απαγορεύεται από το Σύνταγμα (άρθρο 4 παρ. 7), αλλά για να προσδιοριστεί η ταυτότητα του αιτούντος, ο οποίος στερείται, για τους λόγους που αναφέρθηκαν, επωνύμου. Έχει, δηλαδή, την έννοια ότι ο αιτών είναι ο Κωνσταντίνος εκείνος που διατέλεσε βασιλιάς των Ελλήνων έως την έκπτωσή του. Πρόκειται για αναφορά σε ένα ιστορικό γεγονός που, όπως και άλλα στοιχεία, μπορεί πράγματι να προσδιορίσει την ταυτότητα του πιο πάνω προσώπου, προκειμένου το πρόσωπο αυτό να τύχει δικαστικής προστασίας.»
Ο Κωνσταντίνος διέθετε διπλωματικό διαβατήριο της Δανίας ως "Constantine de Grecia" (ισπανικά: «Κωνσταντίνος της Ελλάδας») ενώ οι σύγχρονες συνθήκες διακίνησης εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και η εξέλιξη των πολιτικών ηθών στην Ελλάδα είχαν καταστήσει ξεπερασμένο το ζήτημα του διαβατηρίου για ταξίδια προς την Ελλάδα. Το 2003 ταξίδευσε στην Ελλάδα με αυτό το όνομα.
Ενίοτε, εκτός Ελλάδος και υπό συγκεκριμένες περιστάσεις, ο Κωνσταντίνος αποκαλούταν ως «Βασιλιάς Κωνσταντίνος» (King Constantine) και προσφωνούταν Μεγαλειότατος (His Majesty). Π.χ. αποκαλούταν έτσι στις επίσημες ιστοσελίδες της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής, της Παγκόσμιας Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας και της Διεθνούς Ενώσεως Μοντέρνου Πεντάθλου, οργανισμών στους οποίους δραστηριοποιείται.
Το 2015 εκδόθηκε από την εφημερίδα Το Βήμα η τρίτομη αυτοβιογραφία του με τίτλο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος. Χωρίς Τίτλο», που προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις.
Τιμητικές διακρίσεις
Το 1960 στους Ολυμπιακούς αγώνες της Ρώμης κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην κατηγορία Ντράγκον μαζί με τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και Γιώργο Ζαΐμη που αποτελούσαν το πλήρωμα του σκάφους «Νηρεύς». Υπήρξε το πρώτο χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο της Ελλάδας από το 1912. Συμμετείχε ακόμη και στα Πανελλήνια πρωταθλήματα τοιχοσφαίρισης με πολλές δεύτερες και τρίτες νίκες στο διπλό.
Ο Κωνσταντίνος ήταν επίτιμο μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής καθώς και επίτιμος πρόεδρος της Παγκόσμιας Ιστιοπλοϊκής Ομοσπονδίας μαζί με τον Βασιλιά της Νορβηγίας, Χάραλντ Ε΄.
Από το 1994 ήταν πάτρονας της Διεθνούς Ενώσεως Μοντέρνου Πεντάθλου ("Union Internationale de Pentathlon Moderne").
Επιπλέον, ήταν πάτρονας και πρόεδρος του εκπαιδευτικού οργανισμού Round Square, ενός δικτύου 230 ιδιωτικών σχολείων σε 50 χώρες του κόσμου, και πάτρονας του Gstaad Yacht Club, ενός Ιστιοπλοΐκού Ομίλου που εδρεύει στην Ελβετία.
Οικογένεια και συγγενικοί δεσμοί με άλλες βασιλικές οικογένειες
Ο Κωνσταντίνος και η Άννα-Μαρία απέκτησαν δυο κόρες και τρεις γιους:
- την Αλεξία (10 Ιουλίου 1965, Κέρκυρα). Παντρεύτηκε στις 9 Ιουλίου του 1999 στο Λονδίνο τον αρχιτέκτονα Κάρλος Μοράλες Κιντάνα με τον οποίον απέκτησαν 4 παιδιά.
- τον Παύλο, πρώην Διάδοχο της Ελλάδος (20 Μαΐου 1967, Τατόι). Νυμφεύθηκε στις 1 Ιουλίου του 1995 στο Λονδίνο την Μαρί Σαντάλ-Μίλλερ με την οποίαν απέκτησαν 5 παιδιά.
- τον Νικόλαο (1 Οκτωβρίου 1969, Ρώμη). Νυμφεύθηκε στις 25 Αυγούστου του 2010 στις Σπέτσες την Τατιάνα Μπλάτνικ.
- τη Θεοδώρα (9 Ιουνίου 1983, Λονδίνο).
- τον Φίλιππο (26 Απριλίου 1986, Λονδίνο). Νυμφεύθηκε την Νίνα Φλορ αρχικά με πολιτικό γάμο στο Σαιν-Μόριτζ της Ελβετίας στις 12 Δεκεμβρίου του 2020 και στην συνέχεια με θρησκευτικό γάμο στην Μητρόπολη Αθηνών στις 23 Οκτωβρίου του 2021.
Ο τέως Βασιλιάς των Ελλήνων συγγένευε με αρκετές βασιλικές οικογένειες της Ευρώπης. Ήταν δεύτερος ξάδερφος του Βασιλιά Καρόλου Γ' του Ηνωμένου Βασιλείου καθώς έχουν κοινό προπάππου τον Βασιλιά Γεώργιο Α' της Ελλάδος. Ήταν επίσης θείος του Βασιλιά Φιλίππου ΣΤ' της Ισπανίας, ο οποίος είναι γιος της αδελφής του, Βασίλισσας Σοφίας. Επιπλέον, η Βασίλισσα Μαργαρίτα της Δανίας είναι αδελφή της συζύγου του, της Άννας-Μαρίας.
Ο Κωνσταντίνος ήταν και ένας από τους αναδόχους του Διαδόχου του Βρετανικού Θρόνου, του Ουίλιαμ, Πρίγκιπα της Ουαλίας. Η βάφτιση έγινε στις 4 Αυγούστου του 1982 στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ.
Η συλλυπητήρια ανακοίνωση της ΕΟΕ
Η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή, μέσω ανακοίνωση της, εξέφρασε τη θλίψη για τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο. Αναλυτικά:
«Η Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή εκφράζει τη μεγάλη της θλίψη για το θάνατο του τέως Βασιλιά Κωνσταντίνου που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 82 ετών.
Ο τέως Βασιλιάς, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης το 1960 κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην ιστιοπλοΐα, στην κλάση Ντράγκον, με πλήρωμα τους Οδυσσέα Εσκιτζόγλου και Γιώργο Ζαΐμη, με το σκάφος «Νηρέας». Ηταν το πρώτο χρυσό μετάλλιο, που κερδίζει η Ελλάδα, μετά από αυτό του Κωνσταντίνου Τσικλητήρα στο μήκος άνευ φοράς το 1912 στη Στοκχόλμη. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ρώμης, ο τότε διάδοχος Κωνσταντίνος ήταν και ο Σημαιοφόρος της Ελληνικής ομάδας. Παράλληλα είχε πολλές επιτυχίες και διακρίσεις σε διεθνείς ιστιοπλοϊκούς αγώνες, ενώ συνέχισε την ενασχόληση με το αγαπημένο του άθλημα για πάρα πολλά χρόνια.
Διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής από το 1955 έως το 1964 και στη συνέχεια του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Προέδρου της ΕΟΕ για τη μεγάλη προσφορά του στο ελληνικό Ολυμπιακό κίνημα.
Ο τέως Βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν μέλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής από το 1963 έως το 1974 και αμέσως μετά του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Μέλους της ΔΟΕ για την πολύπλευρη συνεισφορά του στην καλλιέργεια και τη διάδοση του Ολυμπιακού ιδεώδους.
Παρακολουθούσε από κοντά όλες τις εξελίξεις στον ελληνικό αθλητισμό και Ολυμπισμό και παρέστη στην εκδήλωση της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής για τη βράβευση των Ολυμπιονικών στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 2016.
O Πρόεδρος της ΕΟΕ Σπύρος Καπράλος, ο Γενικός Γραμματέας Μανώλης Κολυμπάδης και τα μέλη της Ολομέλειας εκφράζουν τα ειλικρινή τους συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του εκλιπόντος».
Μπογδάνος: Ο Κωνσταντίνος Β’ πέρασε στην ιστορία – Να ταφεί με τιμές αρχηγού κράτους
Ο πρόεδρος της Πατριωτικής Αλλαγής - ΠΑΤΡΙΔΑ και ανεξάρτητος βουλευτής Α' Αθηνών, Κωνσταντίνος Μπογδάνος, αναφέρθηκε στον θάνατο του τέως βασιλιά Κωνσταντίνου. Όπως υποστήριξε, πέρα από τις πολιτικές και πολιτειακές απόψεις, κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αγάπη του εκλιπόντος για την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος υπογράμμισε πως θα ήταν πρέπον να ταφεί με τιμές αρχηγού κράτους.
«Ο Κωνσταντίνος Β´ πέρασε απόψε στην ιστορία. Ο Θεός ας αναπαύσει την ψυχή του.
Πέρα από πολιτικές και πολιτειακές απόψεις, ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει, ότι ο εκλιπών βασιλεύς αγάπησε βαθιά την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Θα ήταν ορθό και πρέπον να ταφεί με τιμές αρχηγού κράτους», έγραψε στο Facebook ο Κωνσταντίνος Μπογδάνος.
Η ανάρτηση του Κωνσταντίνου Μπογδάνου
Ο διεθνής Τύπος για τον θάνατο του Κωνσταντίνου
Ο θάνατος του Κωνσταντίνου Γκλύξμπουργκ, όπως αποκαλούταν στον δημόσιο λόγο, αποτέλεσε είδηση για πολλές ξένες ιστοσελίδες και διεθνή πρακτορεία ειδήσεων.
Η ανάρτηση του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων (AFP)
Η ανάρτηση του Associated Press
Η αναφορά του ιταλικού Agenzia Italia
Η ανάρτηση της βρετανικής Sun
Η αναφορά στις ΗΠΑ από την Philadelphia Inquirer
Η ανάρτηση της βρετανικής Express