25 Μαρτίου 1821: Από τον Κολοκοτρώνη στη Μαυρογένους - Οι ήρωες της Επανάστασης

25 Μαρτίου 1821: Οι σκλαβωμένοι Έλληνες ξεσηκώνονται κατά των Τούρκων δυναστών και διεκδικούν την ελευθερία τους. Η Ελληνική Επανάσταση είναι ένα από τα πιο σημαντικά γεγονότα της Νεότερης ιστορίας και αποτέλεσε την αφετηρία για την ίδρυση του Ελληνικού κράτους. Οι ιστορικές μάχες για την απελευθέρωση σημαδεύτηκαν από σημαντικά πρόσωπα που έδωσαν ψυχή και σώμα για να δουν ελεύθερη την πατρίδα τους.
13'

Η Ελληνική Επανάσταση έμεινε στην ιστορία και θα μας ακολουθεί για πάντα. Ήταν η αρχή για να ιδρυθεί το ελληνικό κράτος, ήταν η στιγμή που οι Έλληνες διεκδίκησαν την απελευθέρωσή τους και βγήκαν από την σκλαβιά των Οθωμανών. Η επανάσταση σημαδεύτηκε και από τα πρόσωπα που αφιέρωσαν τη ζωή τους για την πατρίδα.

Στο παρακάτω αφιέρωμα παρουσιάζονται μόνο μερικοί από τους ιστορικούς ήρωες που έγραψαν ιστορία στην Εθνική Επανάσταση το 1821.

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Μια από τις πιο ηγετικές μορφές της Ελληνικής Επανάστασης που πολέμησε στην Πελοπόννησο ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, γνωστός και ως «Γέρος του Μοριά».

Γεννήθηκε στις 3 Απριλίου του 1770 στη Μεσσηνία και από τον 16ο αιώνα η οικογένειά του ζούσε υπό συνεχή πόλεμο με τους Τούρκους. Το 1762 μέχρι το 1806, εβδομήντα Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές.

Ένα γεγονός που του σημάδεψε τη ζωή ήταν ο θάνατος του πατέρα του το 1780 όταν ήταν μόλις 10 ετών. Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού, Αικατερίνη Κρούσου. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.

Στις 23 Μαρτίου 1821 συμμετείχε στο στρατιωτικό σώμα του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη που κατέλαβε την Καλαμάτα, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης. Τότε έβαλε σκοπό να καταλάβει την Τριπολιτσά, το διοικητικό κέντρο των Οθωμανών στον Μωριά, γιατί αλλιώτικα δεν θα μπορούσε να επικρατήσει η επανάσταση. Η νίκη των Ελλήνων στο Βαλτέτσι (13 Μαΐου 1821) και η άλωση της Τριπολιτσάς (23 Σεπτεμβρίου 1821), που οφείλονται αποκλειστικά και μόνο στον Κολοκοτρώνη, τον οδήγησαν να γίνει αρχηγός του επαναστατικού στρατού της Πελοποννήσου.

Στη μάχη των Δερβενακίων (26 - 28 Ιουλίου 1822), όπου καταστράφηκε ο στρατός του Δράμαλη, αναδείχθηκε η στρατηγική του ιδιοφυΐα και η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον διόρισε αρχιστράτηγο των επαναστατικών δυνάμεων. Ωστόσο η ίδια κυβέρνηση τον φυλάκισε στην Ύδρα, κατά τη διάρκεια των εμφύλιων συρράξεων των ετών 1823 και 1824, όπου είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Τον Μάιο του 1825 απελευθερώθηκε όταν ο Ιμπραήμ απειλούσε να καταστείλει την επανάσταση και θα του αναθέσει εκ νέου την αρχιστρατηγία του Αγώνα.

Ο Γέρος του Μοριά κράτησε ζωντανή την επανάσταση μέχρι τη Ναυμαχία του Ναβαρίνου στις 7 Οκτωβρίου 1827.

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 4 Φεβρουαρίου του 1843, λίγο μετά την επιστροφή στο σπίτι του από δεξίωση στα Ανάκτορα.

«Ο Θεός έβαλε την υπογραφή του για την λευτεριά της Ελλάδας και δεν την παίρνει πίσω»

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο «Γέρος του Μοριά»

Αθανάσιος Διάκος

Ο Αθανάσιος Διάκος ήταν ένας από τους Έλληνες οπλαρχηγούς της Επανάστασης του 1821 και έδρασε στην Στερεά Ελλάδα. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία το 1818 και το 1820 έγινε αρματωλός στη Λιβαδειά.

Τον Απρίλιο του 1821 κατέλαβε το φρούριο της Λιβαδειάς μαζί με άλλους οπλαρχηγούς και κατάφερε να κερδίσει πολλές μάχες. Μία από αυτές ήταν και η κατάκτηση της γέφυρας της Αλαμάνας και η μάχη με τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη στις 22 Απριλίου 1821.

Η μάχη αυτή σηματοδοτήθηκε στην ιστορία αφού εκεί συνελήφθη επειδη σκότωσε πολλούς Τούρκους. Οι Οθωμανοί τού πρότειναν να προσκυνήσει και να συνεργαστεί μαζί τους. Ο Διάκος υπερήφανα αρνήθηκε: «Εγώ Γραικός γεννήθηκα, Γραικός θελ’ να πεθάνω» και αφού μεταφέρθηκε στη Λαμία, δολοφονήθηκε από τους Τούρκους και κάηκε στις 24 Απριλίου 1821. Στη λογοτεχνία στον θάνατο του ήρωα αναφέρουν ότι «σουβλίστηκε».

Προτού ξεψυχήσει ο Διάκος λέγεται ότι αναφώνησε το αυτοσχέδιο τετράστιχο:

«Για ιδές καιρό που διάλεξε
ο χάρος να με πάρει
τώρα π' ανθίζουν τα κλαδιά
και βγάζει η γης χορτάρι»

Αθανάσιος Διάκος

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα γεννήθηκε στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης στις 11 Μαΐου 1771 και έχει καταγωγή από την Ύδρα. Το πραγματικό της ωστόσο επίθετο ήταν Πινότση. Μετά το γάμο της μητέρας της με τον Δημήτρη Λαζάρου-Ορλώφ, η Λασκαρίνα απέκτησε 8 ετεροθαλή αδέλφια.

Η ηρωίδα, η οποία ήταν πλοίαρχος σε ένα από τα καράβια της, τον Αγαμέμνων, προσέφερε πολλά στην Ελληνική Επανάσταση και αξίζει να σημειωθεί ότι έδωσε όλη της την περιουσία στον ελληνικό στόλο, που συντήρησε και εξόπλισε.

Η Λασκαρίνα έγινε μέλος στη Φιλική Εταιρεία στην Κωνσταντινούπολη όπου προετοίμαζε την Ελληνική Επανάσταση και ήταν η μόνη γυναίκα που μυήθηκε εκεί, αλλά στον κατώτερο βαθμό μύησης αφού οι γυναίκες δεν μπορούσαν να γίνουν δεκτές.

Όταν οι Έλληνες κατάφεραν να καταλάβουν το Ναύπλιο στις 30 Νοεμβρίου 1822, το νεοσύστατο κράτος της έδωσε κλήρο στην πόλη ως ανταμοιβή για την προσφορά της στο έθνος και η Μπουμπουλίνα εγκαταστάθηκε εκεί.

Όταν ο Κολοκοτρώνης φυλακίστηκε η Λασκαρίνα αντέδρασε και ζήτησε την αποφυλάκισή του. Τότε η ίδια κρίθηκε επικίνδυνη από την Κυβέρνηση και συνελήφθη 2 φορές. Τελικά η Μπουμπουλίνα εξορίστηκε στις Σπέτσες χάνοντας τον κλήρο γης που το Κράτος της είχε παραχωρήσει στο Ναύπλιο.

Το 1825 η Μπουμπουλίνα, παραμερίζοντας την δυσαρέσκειά της για τους πολιτικούς και καθοδηγούμενη μόνο από την φιλοπατρία της, άρχισε να προετοιμάζεται για νέες μάχες όταν έρχεται όμως τότε το άδοξο τέλος της, στις 22 Μαΐου 1825.

Η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα πέθανε έπειτα από οικογενειακή διαμάχη όπου ο Ιωάννης Κούτσης, την πυροβόλησε, την πέτυχε στο μέτωπο και την σκότωσε ακαριαία.

«Ελευθερία ή Θάνατος»

Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα

Ρήγας Φεραίος

Ο Ρήγας Φεραίος γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Η οικογένεια του υπήρξε από τα θύματα της τουρκικής μανίας. Από αυτούς διασώθηκαν μόνο η μητέρα του με τον αδερφό του και μεταφέρθηκαν στη Βλαχία, όπου συντηρούνταν από τον Ρήγα.

Σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της επαναστατικής σκέψης του Ρήγα, διαδραμάτησαν σημαντικά γεγονότα της εποχής του, όπως τα Ορλωφικά και η Γαλλική Επανάσταση. Στόχος του τελικός ήταν «να αναλάβη το πεπτωκός Ελληνικόν γένος, να φθάσει στην πρότερή του θέση, στην παιδεία και στη μόρφωση».

Έδωσε προτεραιότητα στην ψυχική προετοιμασία των σκλαβωμένων, ώστε να πάρουν τα όπλα και να επαναστατήσουν κατά της Οθωμανικής τυραννίας, θέλοντας πρώτα να εξυψώσει το ηθικό τους και μετά να τους ωθήσει στον αγώνα της επανάστασης.

Ὡς πότε παλικάρια, νὰ ζοῦμε στὰ στενά, μονάχοι σὰ λεοντάρια, σταῖς ράχαις στὰ βουνά; Σπηλιαῖς νὰ κατοικοῦμε, νὰ βλέπωμεν κλαδιά, νὰ φεύγωμ᾿ ἀπ᾿ τὸν κόσμον, γιὰ τὴν πικρὴ σκλαβιά; Νὰ χάνωμεν ἀδέλφια, πατρίδα καὶ γονεῖς, τοὺς φίλους, τὰ παιδιά μας, κι ὅλους τοὺς συγγενεῖς; Καλλιῶναι μίας ὥρας ἐλεύθερη ζωή, παρὰ σαράντα χρόνοι, σκλαβιὰ καὶ φυλακή. Τί σ᾿ ὠφελεῖ ἂν ζήσῃς, καὶ εἶσαι στὴ σκλαβιά; στοχάσου πῶς σὲ ψαίνουν, καθ᾿ ὥραν στὴν φωτιά.

Δημήτριος Παπανικολής

Ο Δημήτριος Παπανικολής γεννήθηκε στα Ψαρά τον 1790 και ήταν ένας από τους σπουδαίους ναυμάχους και πυρπολυτές κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Ήταν μόλις 19 ετών όταν ξεκίνησε η απελευθέρωση της χώρας και πλοιάρχησε στο πλοίο του Αποστόλη Αποστόλη.

Ο Παπανικολής αναδείχθηκε σε έναν από τους τολμηρότερους πυρπολητές, σε ναυμαχίες που έμελλε να έχουν καθοριστική σημασία για την εξέλιξη του Αγώνα. Μεταξύ αυτών ήταν η ναυμαχία στον κόλπο της Ερεσού στη Λέσβο (27 Μαΐου 1821) και η ναυμαχία του Γέροντα (ή Μανδαλιά) (29 Αυγούστου 1824). Και οι δύο υπήρξαν πολύνεκρες και καταστρεπτικές για τον οθωμανικό στόλο.

Από τον Ιανουάριο του 1829, ύστερα από την κατάπαυση των μαχών, ο Παπανικολής με το ιδιόκτητο πλοιάριό του επανήλθε στις εμπορικές του δραστηριότητες.

Το 1843 εξελέγη παμψηφεί πληρεξούσιος Ψαρών, ενώ το 1846 διορίστηκε πρόεδρος του ναυτοδικείου, θέση την οποία διατήρησε μέχρι το τέλος της ζωής του. Πέθανε το 1855, στον υπό Αγγλο-Γαλλική κατοχή Πειραιά και κατόπιν βασιλικής διαταγής μεταφέρθηκε στην Αθήνα όπου και ετάφη με στρατιωτικές τιμές.

Το όνομα Παπανικολής έχει δοθεί στα υποβρύχια Παπανικολής Ι και Παπανικολής ΙΙ του ελληνικού πολεμικού ναυτικού, προς τιμήν του αγωνιστή.

Πίνακας που απεικονίζει τον Δημήτριο Παπανικολή

Μαντώ Μαυρογένους

Η Μαντώ Μαυρογένους ήταν μια από τις μεγάλες ηρωίδες της Ελλάδας και υπήρξε μια ξεχωριστή μορφή στην Ελληνική Επανάσταση, αγωνίστρια και πολέμαρχος μέχρι το τέλος.

Γεννήθηκε το 1796 στο χωριό Μαρμαρά της Πάρου και καταγόταν από ελληνική οικογένεια της Ρουμανίας, η οποία έφυγε κρυφά για την Ιταλία και συγκεκριμένα την Τεργέστη.

Με την εξέγερση των Ελλήνων το 1821 πήρε μέρος στις συσκέψεις που γίνονταν για συμμετοχή στον Ιερόν Αγώνα και αποφάσισε να πάει στην Μύκονο. Μετά από δική της προτροπή, οι κάτοικοι του νησιού, ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων. Η Μαυρογένους εξόπλισε πλοία από δικά της χρήματα και ηγήθηκε του αγώνα κατά των πειρατών που λυμαίνονταν τις Κυκλάδες και αργότερα πολέμησε στο Πήλιο, στη Φθιώτιδα και στη Λιβαδειά. Επειδή γνώριζε πολύ καλά γαλλικά, συνέταξε συγκινητική έκκληση προς τις γυναίκες της Γαλλίας, ζητώντας τη συμπαράστασή τους στον πληθυσμό της Ελλάδας. Επίσης εκτός από τη Γαλλική, μιλούσε άπταιστα ιταλικά και τούρκικα.

Στις 22 Οκτωβρίου 1822, με τα παλικάρια που είχε εκπαιδεύσει, απέκρουσε και σύντριψε τη δύναμη διακοσίων Τούρκων που έκαναν απόβαση στην Μύκονο. Η Μαντώ, αψηφώντας το θάνατο, αναδείχθηκε άξιος οπλαρχηγός του Ιερού Αγώνα.

Η Μαντώ πρόσφερε στον Αγώνα 700.000 γρόσια. Το 1826 έδωσε να εκποιηθούν τα κοσμήματά της και να διατεθούν προς περίθαλψη δύο χιλιάδων Μεσολογγιτών που σώθηκαν από την Έξοδο. Για τις υπηρεσίες στην Πατρίδα, της απένειμαν τον επίτιμο βαθμό του αντιστράτηγου από τον Καποδίστρια και της παραχώρησε κεντρικό σπίτι στο Ναύπλιο.

Μετά την Επανάσταση, απογοητευμένη από την άτυχη ερωτική σχέση της με τον Δημήτριο Υψηλάντη και καταδιωγμένη από τον Ιωάννη Κωλέττη, επέστρεψε στη Μύκονο κι έπειτα από λίγα χρόνια, το 1848 πέθανε πάμφτωχη στην Πάρο.

«Αύριο θα ξαναγίνει πόλεμος. Κι όποιος σταθεί άξιος, παίρνει το δίπλωμά του από τους Τούρκους»

~Γράμμα της Μαντώς Μαυρογένους προς τις ευρωπαϊκές αυλές

Μαντώ Μαυρογένους

Παπαφλέσσας

Ο Γεώργιος Δικαίος Φλέσσας, όπως ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε το 1786 ή το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας. Φοίτησε στην ονομαστή Σχολή της Δημητσάνας και το 1816 εκάρη μοναχός στο μοναστήρι της Βαλανιδιάς στην Καλαμάτα κι έλαβε το όνομα Γρηγόριος.

Στις αρχές του 1818 μάλωσε μ’ ένα Τούρκο αγά της περιοχής για κάποια διαφιλονικούμενα κτήματα και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Λίγο προτού εγκαταλείψει την Πελοπόννησο κι ενώ καταδιώκετο από Τούρκους οπλοφόρους, φέρεται να τους είπε: «Άιντε ρε και πού θα μου πάτε! Θα ξαναγυρίσω πάλι ή δεσπότης ή πασάς και τότε θα λογαριαστούμε!»

Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον κατήχησε και τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου του 1818 με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Την ίδια περίοδο έγινε αρχιμανδρίτης από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε'. Από τη στιγμή που έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ο Παπαφλέσσας αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στην υπόθεση του εθνικού ξεσηκωμού.

Στις 23 Μαρτίου συμμετείχε με πολλούς Μοραΐτες καπεταναίους στην απελευθέρωση της Καλαμάτας. Από εκείνη τη στιγμή, ο Παπαφλέσσας πέταξε το ράσο και φόρεσε τη στολή του πολεμιστή. Απ' όπου περνούσε, ενθουσίαζε και ξεσήκωνε τους Έλληνες. Κλείστηκε να πολεμήσει στο κάστρο του Άργους και ύστερα πήρε μέρος σε πολλές μάχες (Δερβενάκια και άλλες μικρότερες).

Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου, παρά το γεγονός ότι ήταν παλιός συνεργάτης του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, βρέθηκε στο αντίπαλο στρατόπεδο. Οι ένοπλες συγκρούσεις του με τους Κολοκοτρωναίους αποτέλεσαν μελανή σελίδα στην όλη δράση του.

Όταν πάτησε το πόδι του ο Ιμπραήμ στο Μοριά το 1825, πρότεινε την αποφυλάκιση του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη και άλλων αντικυβερνητικών αγωνιστών, ενώ ο ίδιος όντας ακόμη Μινίστρος των Εσωτερικών και της Αστυνομίας ξεκίνησε για τη Μεσσηνία για να χτυπήσει τον εισβολέα. Ταμπουρώθηκε στο Μανιάκι, με την απόφαση να νικήσει ή να πέσει. Στις 20 Μαΐου δέχθηκε επίθεση από τις υπέρτερες δυνάμεις του εχθρού κι έπεσε ηρωικά μαχόμενος, ύστερα από οκτάωρη σκληρή μάχη.

«…Έλληνες ποτέ μην ξεχνάτε το χρέος σε Θεό και σε Πατρίδα! Σ’ αυτά τα δύο σας εξορκίζω ή να νικήσουμε ή να πεθάνουμε κάτω από την Σημαία του Χριστού»

Παπαφλέσσας

Γεώργιος Καραϊσκάκης

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης γεννήθηκε τo 1782. Πέρασε δύσκολα παιδικά χρόνια λόγω του οικογενειακού του ιστορικού αλλά και επειδή αναγκάστηκε να ζει μόνος χωρίς την υποστήριξη των γονέων του.

Ήταν φιλόνικος, βλάσφημος και βωμολόχος, χαρακτηριστικά που απέκτησε από αυτά τα δύσκολα παιδικά του χρόνια. Από την παιδική του ηλικία ήδη, έκανε τα πρώτα βήματά του ως κλέφτης.

Η πιο σκοτεινή περίοδος της ιστορίας του Καραϊσκάκη θεωρείται η παραμονή του στην αυλή του Αλή Πασά. Ο Καραϊσκάκης από νεαρή ηλικία φιλοδοξούσε να γίνει κάποια μέρα καπετάνιος των Αγράφων και το κατόρθωσε πράγματι το 1821 βοηθούμενος και από τον Γιαννάκη Ράγκο.

Μετά τη λύση της πρώτης πολιορκίας του Μεσολογγίου (31 Δεκεμβρίου 1822), μέρος του στρατού του Ομέρ Βρυώνη και του Κιουταχή χρειάστηκε από το Αγρίνιο να μετακινηθεί διερχόμενο από τα Άγραφα. Του στρατού αυτού ηγούνταν οι Ισμαήλ Πασάς Πλιάσας, Ισμαήλ Χατζή Μπέντου και Άγος. Ο Καραϊσκάκης προκατέλαβε με χίλιους περίπου άνδρες την διάβαση κοντά στον Άγιο Βλάση και ανάγκασε τους εχθρούς, να οπισθοχωρήσουν στο Αγρίνιο, μετά από πεισματώδη μάχη.

Η συντριπτική πλειονότητα των πρωτογενών πηγών, μεταξύ των οποίων επίσης αυτόπτες, δέχεται ότι ο Καραϊσκάκης πυροβολήθηκε από Τούρκους. Από τους νεότερους συγγραφείς ο Γιάννης Βλαχογιάννης υποστήριξε ότι ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος οργάνωσε την δολοφονία του Καραϊσκάκη.

«Όποιος θέλει να κουμαντάρη τους Έλληνες πρέπει να βαστάη ένα δισάκι γεμάτο, ομπρός το Χριστό, πίσω τους διαόλους και στη μέση το χρυσάφι»

Γεώργιος Καραϊσκάκης

Διαβάστε επίσης

25η Μαρτίου: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης η κορυφαία προσωπικότητα - Η πολιτική σκοπιά και η παρακαταθήκη

Έλληνες, Κρυπτοχριστιανοί και Γενετική, η νέα «βόμβα» στα θεμέλια του τουρκικού εθνικισμού

Για πάντα δίπλα στον Κολοκοτρώνη: Πώς εκπληρώθηκε η τελευταία επιθυμία του Νικηταρά του Τουρκοφάγου

Δείτε όλο το Weekend Edition εδώ