Νίκαια: Έπεσε θύμα ξυλοδαρμού και εξαφανίστηκε - Έκκληση από την οικογένειά του
Φως στην υπόθεση εξαφανίσης του 46χρονου Θοδωρή Καλφακάκου επιχείρησε να δώσει η εκπομπή «Φως στο Τούνελ». Ο άνδρας εξαφανίστηκε τον Δεκέμβριο από την Νίκαια, ενώ πριν χαθούν τα ίχνη του είχε πέσει θύμα άγριας επίθεσης από άντρα ο οποίος παραδέχεται στην κάμερα της εκπομπής ότι τον χτύπησε άγρια.
Η Φανή, παιδική και οικογενειακή φίλη του αγνοούμενου, είναι ο τελευταίος άνθρωπος που τον είδε το πρωινό της Τρίτης 6 Δεκεμβρίου, την ημέρα που χάθηκαν τα ίχνη του από την περιοχή του Αγίου Φιλίππου στη Νίκαια. Μίλησε γεμάτη αγωνία για τον αγαπημένο της φίλο και τα όσα λέει, συγκινούν.
«Μοιραζόμασταν σχεδόν τα πάντα για τη ζωή μας. Είναι ένα παλικάρι από τα πιο ευαίσθητα που έχω γνωρίσει. Φιλόζωο παιδί, που από μικρός είχε όνειρο ζωής να επιστρέψει στο χωριό, να ανοίξει μία μεγάλη φάρμα με ζώα και να ασχοληθεί με αυτό. Πέρασε από το σπίτι μου εκείνη την ημέρα. Ήταν σε άσχημη κατάσταση μετά από μία ερωτική απογοήτευση που μου είπε ότι είχε. Τον βοήθησα όπως μπορούσα, έφυγε και από τότε δεν τον ξαναείδα», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μεγάλη επιρροή φαίνεται να είχε πάνω στον αγνοούμενο και μία γυναίκα, μία συνάδελφός του, με την οποία διατηρούσαν σχέση.
«Τον πρώτο καιρό μου εξέφραζε την αγάπη και τον έρωτά του για εκείνη την κοπέλα, ωστόσο όταν γνωστοποιήθηκε αυτή η σχέση, κάποιος από το δικό της περιβάλλον τον χτύπησε πολύ άσχημα και του πήρε όλα τα χρήματα που είχε μαζέψει από τη μεταφορική που δούλευε. Ξέρω ότι ήταν μία κοπέλα από τη δουλειά του, που ήταν πολύ ερωτευμένος μαζί της. Μου έλεγε πως ίσως να είναι και η γυναίκα της ζωής του. Είχε βρει καταφύγιο σ’ εκείνη. Είχε ανέβει πολύ ψυχολογικά και τα πράγματα πήγαιναν πολύ καλά για εκείνον», πρόσθεσε.
Θέλησε να του απευθύνει μία έκκληση στην περίπτωση που είναι κάπου και ακούει.
«Εάν μας ακούει, θέλω να ξέρει ότι τον αγαπάμε πάρα πολύ και να μη φοβάται, γιατί είμαστε όλοι δίπλα του. Δε θα το αφήσουμε έτσι, θα τον ψάχνουμε, μέχρι να μάθουμε τι του συνέβη».
«Αν ήταν άλλος δεν ξέρω αν θα τον φύτευα πουθενά»
Η εκπομπή εντόπισε και μίλησε με τον άνθρωπο που παραδέχθηκε πως τον χτύπησε άγρια, τον εγκατέλειψε και στη συνέχεια επέστρεψε για να τον μεταφέρει στο νοσοκομείο, φοβούμενος μην μπλέξει.
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου για το πότε τον είδε τελευταία φορά και για το εάν γνωρίζει κάτι παραπάνω, με περίσσιο ύφος ανέφερε τα εξής:
«Αυτά που γνωρίζετε. Τι άλλο θέλετε να μάθετε από μένα; Τελευταία φορά που τον είδα ήταν τότε που τον πήγα στο Κρατικό νοσοκομείο. Αφού τα γνωρίζετε αυτά. Τι με ρωτάτε; Τσακωθήκαμε για κάτι σοβαρό».
Όταν ρωτήθηκε για το πόσο άσχημα χτυπήθηκε ο φίλος του, είπε:
«Το άσχημα δεν έχει μέτρο. Το άσχημα είναι γενικολογία. Άσχημα θα ήταν αν τον έβαζα σε καροτσάκι… Εγώ τον πήγα στο Κρατικό Νίκαιας και μετά τον μετέφεραν στον Ερυθρό Σταυρό… Εγώ με τον Θοδωρή γνωρίζομαι πολλά χρόνια. Αν ήταν άλλος, δε ξέρω καν αν θα τον πήγαινα στο νοσοκομείο ή αν θα τον φύτευα πουθενά. Αλλά λόγω του ότι είμαστε και συντοπίτες και έχουμε περάσει κάποιες καταστάσεις μαζί, του έδωσα ένα συγχωροχάρτι».
Για τη συνάδελφο του αγνοούμενου, πιθανόν ιρακινής καταγωγής, με την οποία διατηρούσαν σχέση, τόνισε:
«Δούλευαν μαζί. Μετά τον χώρισε, αλλά δεν ξέρω γιατί. Ο Θοδωρής είχε στεναχωρηθεί. Πρέπει να ρωτήσετε τον Δημήτρη, τον προϊστάμενό του στη μεταφορική που δούλευε. Κάπου στο Κορωπί είναι η εταιρία».
Όταν ρωτήθηκε για το πώς ο ίδιος δικαιολογεί το γεγονός ότι λίγες ημέρες μετά το περιστατικό εξαφανίστηκε, με το ίδιο ειρωνικό ύφος απάντησε:
«Εγώ να το δικαιολογήσω; Εγώ θα αποφασίσω για ποιο λόγο χάνονται οι άνθρωποι; Δεν ξέρω κάποιον που να ήθελε να του κάνει κακό. Ούτε εγώ ήθελα κάτι τέτοιο, αλλιώς δεν θα τον πήγαινα στο νοσοκομείο. Δεν ήξερε κανείς ότι τον έχω χτυπήσει. Θα τον παρατούσα εκεί. Κι αν τον ξανά έβλεπα, αν πήγαινα εκεί για να τον μαζέψω, θα του έριχνα και μία κλωτσιά και θα τον πετούσα από το γκρεμό. Χωρίς να μάθει κανείς τίποτα. Ένιωσα τύψεις μετά γιατί ίσως το παράκανα. Όμως, δε θα μου βγει σε μπούμερανγκ επειδή τον πήγα και στο νοσοκομείο».
Η Ελένη Καλφακάκου, αδελφή του Θοδωρή, μίλησε σε δημοσιογράφο του «Τούνελ» για την εξαφάνισή του.
«Από τις 6 Δεκεμβρίου που ο Θοδωρής επικοινώνησε τελευταία φορά μαζί μας, δυστυχώς δεν είχαμε ξανά κάποιο νέο του. Παρ’ όλα αυτά όμως, περίμενα ότι θα επικοινωνήσει μαζί μου γιατί είχαν έρθει τα πράγματά του και περίμενα να έρθει κι εκείνος στο χωριό. Περίμενα από μέρα σε μέρα να με πάρει και να μου πει “έρχομαι”», ανέφερε χαρακτηριστικά, καθώς ο ίδιος σκόπευε να μετακομίσει μόνιμα στη Μάνη για μία νέα αρχή.
«Ρωτήσαμε φίλους, γνωστούς, ψάξαμε μέσα από το Facebook, κάναμε κάποιες κινήσεις αλλά δυστυχώς κανένας δεν ήξερε τίποτα. Είχαν όλοι καιρό να επικοινωνήσουν μαζί του. Φοβόμαστε για το χειρότερο. Θέλω να πιστεύω ότι έχει συμβεί κάτι άλλο, πολύ καλύτερο, κάποιο σενάριο που δεν το’ χω σκεφτεί. Δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει τόσος καιρός, να περάσουν και οι γιορτές και να μην πάρει ένα τηλέφωνο για τα χρόνια πολλά», πρόσθεσε η αδελφή του.
«Ξέρω ότι είχε δεχθεί επίθεση από φίλο του, δεν ξέρω για ποιο λόγο διαπληκτίστηκαν και τι ακριβώς συνέβη. Ξέρω όμως ότι εκείνο το βράδυ βρέθηκε στο Γενικό Κρατικό της Νίκαιας και μόλις άλλαζαν τα νοσοκομεία εφημερία, τον πήρε ασθενοφόρο και τον μετέφερε στον Ερυθρό Σταυρό, όπου νοσηλεύτηκε λίγες ημέρες», τόνισε, ενώ έκανε έκκληση σε όποιον έχει δει έστω και το παραμικρό οπουδήποτε, να τους βοηθήσει.
«Είναι η μόνη μας ελπίδα γιατί όσο περνάει ο καιρός, τα πράγματα δυσκολεύουν. Είναι κρίμα, είναι νέος άνθρωπος. Αυτό που με φοβίζει είναι αν έχει συμβεί κάτι κακό και είναι κάπου μόνος του και δεν θα μπορέσουμε ποτέ να τον βρούμε…», κατέληξε.
Η Φανή δείχνει έμπρακτα την αγάπη για τον παιδικό της φίλο, αλλά και την αγωνία της για την εξαφάνισή του.
«Σε μένα εμφανίστηκε ένα ψυχολογικό ράκος, γιατί η γυναίκα που πίστευε ότι μπορούσε να ζήσει μαζί της για μία ολόκληρη ζωή, τον είχε εκμεταλλευτεί οικονομικά. Κάποιος μάλιστα από το περιβάλλον της, τον χτύπησε άγρια και του πήρε όλα τα χρήματα που είχε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ωστόσο, φαίνεται να υπάρχει ένα μυστήριο γύρω από τις συνθήκες που ο αγνοούμενος βρέθηκε νοσηλευόμενος στο νοσοκομείο.
«Κάπου υπάρχει ένα μυστήριο για το πώς και το πού ακριβώς χτύπησε ο Θοδωρής. Άκουσα και το άλλο, ότι ένας φίλος του, του επιτέθηκε. Όταν ήρθε να με επισκεφτεί μετά τη νοσηλεία του, δε φαινόταν ούτε αμνήμων, ούτε να έχει κάποιο άλλο σοβαρό πρόβλημα, τουλάχιστον εκ πρώτης όψεως. Ο Θοδωρής θα έβρισκε πάντα ένα τρόπο, όπου και όπως και να ήταν, να επικοινωνήσει μαζί μου. Δεν θα εξαφανιζόταν ποτέ χωρίς να του έχει συμβεί κάτι σοβαρό, γι’ αυτό και εγώ και όλη του η οικογένεια έχουμε ανησυχήσει πάρα πολύ. Δεν έχουμε κάποιο νέο, κάποιο στίγμα, κάτι που να μπορεί να μας κατευθύνει. Κοιτάξαμε σε διάφορους χώρους που μπορεί να έχει συμβεί το οτιδήποτε. Θα ήθελα να γίνει μία βαθιά έρευνα στα αζήτητα. Δεν του αξίζει να έχει καταλήξει εκεί. Σε κανέναν δεν αξίζει…», είπε με εμφανή τη συγκίνησή της.
Η ερωτική απογοήτευση που είχε ο αγνοούμενος από τη συνάδελφό του, που υπεραγαπούσε, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχασε και τη δουλειά του, τον επηρέασαν βαθιά και βρέθηκε να ζει σαν άστεγος.
«Δε θέλω να πηγαίνει το μυαλό μου στο κακό, πιστεύω ότι δεν είχε λόγους κάποιος να τον βλάψει. Είναι ένα υπερευαίσθητο παιδί, που μόνο να δίνει ξέρει. Έχει πληγωθεί, δεν έχει πληγώσει. Τάιζε ό,τι αδέσποτο υπήρχε δίπλα του, αγαπούσε περισσότερο τα ζωάκια και μετά τους ανθρώπους. Ελπίζω να τον βρούμε. Και εγώ σαν παιδική του φίλη και η οικογένειά του, θέλουμε να μάθουμε τι του έχει συμβεί», κατέληξε.