Πύλος: «Τρομοκρατημένος στα γόνατα διάβαζα προσευχές» – Συγκλονίζουν διασωθέντες του ναυαγίου
Διασωθέντας πακιστανικής καταγωγής αποκάλυψε πως έδωσε προκαταβολή 8.000 δολάρια στους διακινητές προκειμένου να ταξιδέψει από τη Λιβύη στην Ιταλία. Όπως είπε ο ίδιος, πριν από ένα μήνα ταξίδεψε στη Λιβύη και το κύκλωμα, το οποίο ήταν ιδιαίτερα οργανωμένο, τους μετέφερε από σπίτι σε σπίτι, όπου συγκατοικούσαν περίπου 150 με 200 άτομα μαζί.
«Στο σκάφος ήταν δύο άτομα που είχαν ενεργό ρόλο στη μεταφορά μας και έκαναν κουμάντο. Εμένα με έβαλαν να κάτσω στο επάνω κατάστρωμα και τη γυναίκα μου με τα παιδιά μου την έβαλαν σε καμπίνα. Ξεκινήσαμε το ταξίδι μας ξημερώματα Παρασκευής και στο σκάφος επιβαίναμε περίπου 700 άτομα», είπε.
«Ταξιδεύαμε 3 ημέρες και μετά χάλασε η μηχανή του σκάφους. Βραδινές ώρες στις 13/06/2023 οι διακινητές είχαν σβήσει τις μηχανές του σκάφους για να μην ακούν το θόρυβο δίπλα τους τα πλοία που περνούσαν. Κάποιοι από τους Αιγύπτιους ζήτησαν νερό από κάποιο πλοίο που περνούσε. Το πλήρωμα κάποιου πλοίου πέταξε νερό, όμως το πήραν όλοι οι Αιγύπτιοι και σε μας δεν έδωσαν.
Τσακωθήκαμε μεταξύ μας και μετά έδωσαν και σε μας νερό. Μετά έβαλαν εμπρός τη μηχανή και συνεχίσαμε το ταξίδι μας. Μισή ώρα μετά σταμάτησε πάλι η μηχανή του σκάφους. Εγώ καθόμουν στα γόνατα και διάβαζα ευχές γιατί φοβόμουν και ξαφνικά ένιωσα το σκάφος να γέρνει από τη μία μεριά. Το σκάφος άρχισε να μπάζει νερό. Τότε μετακινηθήκαμε όλοι από την άλλη μεριά και επειδή το βάρος πήγε στην άλλη πλευρά το σκάφος άρχισε να βουλιάζει.
Κάποιοι πήδηξαν στη θάλασσα και κάποιοι άλλοι κρατιόντουσαν από διάφορα σημεία του σκάφους. Εγώ πήδηξα στη θάλασσα, όμως επειδή δεν ήξερα κολύμπι καθόμουν ανάσκελα και περίμενα να με σώσουν. Όσοι δεν πρόλαβαν να βγουν βυθίστηκαν στο νερό μαζί με το σκάφος και μεταξύ αυτών χάθηκαν και η γυναίκα μου και τα παιδιά μου, που βρίσκονταν στην καμπίνα του σκάφους».
«Πέσαμε στη θάλασσα»
Άλλος διασωθέντας ανέφερε πως για το ταξίδι στην Ιταλία έδωσε στους διακινητές το ποσό των 4.000 δολαρίων, ενώ ανέφερε πως στο αλιευτικό επέβαιναν περίπου 700 άτομα.
«Μετά από δύο ημέρες μείναμε από φαγητό και νερό. Αφού ταξιδέψαμε συνολικά πέντε ημέρες, φωνάξαμε ένα πλοίο να μας πετάξει λίγα νερά. Την νύχτα της δεύτερης ημέρας χάλαγε συνέχεια η μηχανή του σκάφους την φτιάχνανε και ξαναχάλαγε. Άκουσα από το δορυφορικό κανάλι να καλεί ένα μεγάλο πλοίο και να ρωτάει αν χρειαζόμαστε βοήθεια, και ο καπετάνιος ο δικός μας είπε όχι», ανέφερε και συμπλήρωσε:
«Το σκάφος ξαφνικά γύρισε από την μια μεριά γιατί είχε περισσότερο κόσμο από αυτή τη μεριά, μπήκαν νερά σε αυτό και βυθιζόταν σιγά σιγά. Όσα άτομα ήμασταν στο πάνω κατάστρωμα πέσαμε στη θάλασσα. Διακόσια άτομα περίπου στο σύνολο. Οι υπόλοιποι έμειναν στο σκάφος και αυτό βυθιζόταν. Αναγνωρίζω το άτομο που μας φώναζε και μας έδινε διαταγές. Αυτό το άτομο μας έδινε φαγητό μόνο αν του δίναμε λεφτά. Μας έβριζε και μας χτυπούσε», είπε.
Δείτε το βίντεο του Mega:
Τα σενάρια για το ναυάγιο
Φουντώνει η παραφιλολογία σχετικά με το αν το Λιμενικό έριξε ή όχι τελικά σχοινιά στο αλιευτικό, κάτι που διαψεύδει κατηγορηματικά ο εκπρόσωπος Τύπου, Νίκος Αλεξίου, τονίζοντας πως σκοινιά έριξαν μόνο οι ναύτες των εμπορικών πλοίων για να τους δώσουν τρόφιμα και νερό.
«Όπως καταλαβαίνετε η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Οπότε πέταξαν σκοινιά οι ναύτες του εμπορικού για να πετάξουν τα πράγματα», δήλωσε ο κ. Αλεξίου.
Τι λέει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος
Ωστόσο, από την πλευρά του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αποκάλυψε πως τελικά σχοινιά έριξε το λιμενικό με τα οποία επιχείρησε να προσεγγίσει το πλοίο και σε καμία περίπτωση να το ρυμουλκήσει.
«Σκοινί όχι ρυμούλκησης χρησιμοποιήθηκε για λίγα λεπτά και το λιμενικό κατά την προσέγγιση πλώρη με πλώρη και στη συνέχεια το πήραν», εξήγησε ο Ηλίας Σιακαντάρης.
Αυτή η προσπάθεια προσέγγισης, όπως είπε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, έλαβε χώρα στις 10.40 κι επομένως, όπως λέει, δεν συνδέεται με το ναυάγιο το οποίο συνέβη στις 02.00 το πρωί.
«Δεν υπήρχε σκοινί πρόσδεσης. Ήταν σκοινί για να σταθεροποιηθούν να πλησιάσουν για να δουν αν θέλουν οποιαδήποτε βοήθεια. Την αρνήθηκαν, έλεγαν “no help. Go Italy”», λέει σε ανακοίνωσή του το Λιμενικό.
Την ίδια ώρα οι ίδιοι οι επιζώντες και οι συγγενείς τους λένε μπροστά στις κάμερες πως ουδέποτε το σκάφος του Λιμενικού έριξε σκοινιά στη βάρκα τους.
Ωστόσο αίσθηση προκαλούν τα όσα αποκαλύπτει άνδρας, ο οποίος σε επικοινωνία που είχε με έναν διασωθέντα του είπε πως «η βύθιση έγινε κατά την προσπάθεια του Λιμενικού να ρυμουλκήσει το σκάφος. Το τραβούσε προς αριστερή πλευρά και χωρίς να καταλάβουν, πήρε κλίση και βυθίστηκε προς δεξιά».
Το χρονικό του ναυαγίου
Στις 9 Ιουνίου το καράβι 30 μέτρων ξεκινά από το Τομπρούκ της Λιβυής υπερφορτωμένο με άτομα από Αίγυπτο, Πακιστάν, Παλαιστίνη και Συρία.
Το σαπιοκάραβο πλέει επί 5 μέρες με χαμηλή ταχύτητα με προορισμό την Ιταλία.
Στις 13/6 στα ανοιχτά της Πελοποννήσου μια 20χρονη κοπέλα πάνω στο καράβι επικοινωνεί με μια ακτιβίστρια. Της ζήτησε βοήθεια εξηγώντας πως πάνω στη βάρκα υπάρχουν νεκροί, ενώ τους έχει τελειώσει και το νερό.
Αμέσως σήμανε συναγερμός. Αεροσκάφος της Frontex εντοπίζει το αλιευτικό, το οποίο όμως δε ζητά βοήθεια, και λίγο αργότερα ενημερώνονται οι ελληνικές Αρχές.
Στις 14.00 το μεσημέρι γίνεται μετ’ εμποδίων και η πρώτη επικοινωνία του λιμενικού με το αλιευτικό το οποίο αρνείται τη συνδρομή της Ελλάδας.
«Δε θέλουμε συνδρομή από την Ελλάδα. Κατευθυνόμαστε προς Ιταλία. Χρειαζόμαστε μόνο φαγητό και νερό», αναφέρεται στην επικοινωνία με το Λιμενικό.
Στις 15.35 το αλιευτικό εντοπίζεται και από ελικόπτερο του Λιμενικού που απογειώθηκε από Μυτιλήνη, ενώ δίνεται εντολή σε παραπλέοντα πλοία να συνδράμουν με εφόδια. Την ώρα που αρνούνταν τη συνδρομή της Ελλάδος, στην γραμμή βοήθειας έλεγαν ότι ο καπετάνιος έφυγε με τη βάρκα και ζήτησαν φαγητό και νερό.
Στις 18.00 το απόγευμα εμπορικό πλοίο με σημαία Μάλτας πλησιάζει και με σκοινιά τους τροφοδοτεί με φαγητό και νερό. Στις 21.00 το βράδυ πλησιάζει και το ελληνικό πλοίο, το οποίο με σκοινιά προσπάθησαν να τους εφοδιάσουν. Αυτήν τη φορά όμως οι μετανάστες δε δέχτηκαν ούτε τα τρόφιμα παρά μόνο το νερό.
«Ένα πλοίο το έδεσε με δύο σκοινιά. Άρχισαν να τους πετούν μπουκάλια με νερό. Κινδύνευσαν να αναποδογυρίσει το σκάφος επειδή τους πετούσαν μπουκάλια και επειδή τα σκοινιά ήταν συνδεδεμένα μ’ αυτόν τον τρόπο», είπε η ακτιβίστρια Νάουαλ Σούφι.
Στις 22.40 σκάφος του λιμενικού από την Κρήτη φτάνει στο σημείο. Το προσεγγίζουν, όμως οι μετανάστες αρνούνται τη συνδρομή. Παραμένουν στην περιοχή και επιβλέπουν. Στις 01.40 ο κυβερνήτης του Λιμενικού παρατηρεί μηχανική βλάβη στο αλιευτικό που προκαλεί έντονη αναστάτωση στο κατάστρωμα.
Στις 02.04 ο κυβερνήτης του σκάφους του Λιμενικού ενημέρωσε το Κέντρο Επιχειρήσεων ότι είδε το αλιευτικό να παίρνει μια δεξιά και μετά μια απότομη αριστερά κλίση και μετά άλλη μια δεξιά κλίση, τόσο μεγάλη που είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή του αλιευτικού.
«Παρακαλούσαν, έλεγαν ότι ίσως αυτή να είναι η τελευταία τους νύχτα. Έλεγαν και ζητούσαν βοήθεια από οποιαδήποτε ακτοφυλακή», είπε η ακτιβίστρια.
Μέσα σε 15 λεπτά το σκάφος βυθίζεται στα βαθύτερα νερά της Μεσογείου. Δεκάδες πέφτουν στη θάλασσα, εκατοντάδες παραμένουν εγκλωβισμένοι στο αμπάρι.
Το «προφίλ» του αλιευτικού
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Mega, το αλιευτικό που βυθίστηκε:
- Τύπος σκάφους: Τράτα
- Σημαία: Αιγυπτιακή
- Ιδιοκτήτης: Hassan Abdel Fatah, Αίγυπτος
- Υλικό κατασκευής περιβλήματος πλοίου: Aτσάλι
- Συνολικό μήκος: 23 μέτρα
- Μήκος: 21,25 μέτρα
- Δοκός: 6,8 μέτρα
- Μέγιστη ταχύτητα: 11 κόμβοι
- Ταχύτητα πλεύσης: 9 κόμβοι
- Πλήρωμα: 6
PHOTO GALLERY
Δείτε το βίντεο του Mega:
Ο κατασκευαστής είχε επισημάνει τους κινδύνους
Η κατασκευή του πλοίου, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Mega, ήταν κόντρα σε κάθε προβλεπόμενο κανονισμό της συγκεκριμένης κατηγορίας. Στο βωμό του παράνομου κέρδους το σκοτεινό κύκλωμα των διακινητών ζήτησε ένα σκάφος με μεγάλα αμπάρια για μεγάλα ταξίδια αλλά με κόστος μειωμένο, όπως αποκαλύπτεται.
«Η κατασκευή ενός σκάφους που δεν είναι σύμφωνα με κανέναν διεθνώς αναγνωρισμένο κανόνα κατηγορίας αποδείχθηκε δύσκολη. Αντιμετωπίσαμε αυτήν την πρόκληση εστιάζοντας πρώτα στην ολοκλήρωση του συνολικού σχεδιασμού προτού αναζητήσουμε τις εταιρείες που θα προμήθευαν τα ανταλλακτικά που θα χρειαζόμασταν», ανέφερε ο Αιγύπτιος κατασκευαστής.
Το πλοίο της τραγωδίας ονομάστηκε «Μητέρα των Μαρτύρων». Ο κατασκευαστής είχε επισημάνει τους κινδύνους αλλά για να μην ακυρωθεί η παραγγελία προχώρησε.
«Μας πήρε λίγο χρόνο μέχρι να βρούμε έναν κινητήρα για το σχέδιο που είχαμε ολοκληρώσει. Τελικά ξεπεράσαμε τα ζητήματα συντονίζοντας πιο στενά με τους συμβούλους μας και τους προμηθευτές μας μέσω συχνών συναντήσεων και δοκιμών», συμπλήρωσε.
Όπως θυμάται ο Αιγύπτιος κατασκευαστής, του είχε ζητηθεί να διασφαλίσει ότι το σκάφος θα μπορούσε να μεταφέρει στα ψυγεία όσο το δυνατόν περισσότερα αλιεύματα κατά τη διάρκεια κάθε ταξιδιού. Αυτά όπως του έλεγαν θα μπορούσαν να έχουν διάρκεια έως και 20 ημέρες το καθένα. Μόνο που αντί για ψαριά, εκείνοι που διαπραγματεύονταν και τον πλήρωσαν, είχαν όπως αποδείχθηκε άλλα σχέδια στο μυαλό τους.
«Ο ίδιος πελάτης είχε επιμείνει ότι το σκάφος θα μπορούσε να λειτουργεί ακόμη και κάτω από τις χειρότερες θαλάσσιες συνθήκες που είναι τυπικές σε ορισμένες περιοχές της Μεσογείου. Η μηχανότρατα δεν κατασκευάστηκε σύμφωνα με συγκεκριμένους κανόνες κατηγορίας όπως είχε ζητήσει ο πελάτης προκειμένου να διατηρηθεί το συνολικό κόστος στο ελάχιστο».
Συγγενείς και φίλοι αγνοουμένων ψάχνουν τους ανθρώπους τους
Την ίδια στιγμή όλο και περισσότεροι συγγενείς και φίλοι αγνοουμένων από το πολύνεκρο ναυάγιο ανοιχτά της Πύλου, συγκεντρώνονται στο λιμάνι της Καλαμάτας, εκεί όπου βρίσκονται όσοι ναυαγοί δεν έχουν μεταφερθεί ακόμη στη δομή φιλοξενίας της Μαλακάσας.
Άνθρωποι από την Αίγυπτο, το Πακιστάν και άλλες χώρες ψάχνουν συγγενείς και συγχωριανούς τους που ταξίδευαν με το αλιευτικό, προκειμένου να φτάσουν στην Ιταλία.
Όπως λέει στην κάμερα του Mega ένας άνδρας, 12 συγχωριανοί του από το Πακιστάν ταξίδευαν με το αλιευτικό του τρόμου.
«Δεν ξέρω τίποτα, πήγαμε μέσα, λένε περιμένουμε, δώσαμε ονόματα, ηλικίες, διαβατήρια και περιμένουμε».
Ένας άλλος άνδρας, από την Αίγυπτο, αναζητά 25 ανθρώπους που ξεκίνησαν από το χωριό του, Σαρκία, της Αιγύπτου.
Ο ίδιος, είχε κάνει το ίδιο ταξίδι πριν από 5 χρόνια για την Ελλάδα, όπου πλέον ζει και εργάζεται.
Όπως λέει, οι συγχωριανοί του ήθελαν «να πάνε στην Ιταλία και να μείνουν εκεί».