ΕΛΣΤΑΤ: Στο 11,2% μειώθηκε η ανεργία για το β’ τρίμηνο του 2023
Στο 11,2% διαμορφώθηκε το ποσοστό της ανεργίας στην Ελλάδα το β’ τρίμηνο εφέτος, σημειώνοντας μείωση ύψους 9,9% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, ενώ, συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο παρουσίασε μείωση κατά 3,1%. Το ποσοστό ανεργίας κατά το προηγούμενο τρίμηνο (α’ του 2023) ήταν 11,8% και κατά το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους (β’ του 2022) ήταν 12,4%.
Ο αριθμός των ανέργων ανήλθε σε 533.341 άτομα, παρουσιάζοντας μείωση 3,1% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και μείωση 9,9% συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Ωστόσο, περίπου 320.000 άτομα ή το 59,9% του συνόλου των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι, καθώς αναζητούν εργασία ένα έτος ή περισσότερο χωρίς αποτέλεσμα.
Από την έρευνα εργατικού δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν επίσης:
Στις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας ανέρχεται σε 14,6%, έναντι 8,4% στους άνδρες. Ηλικιακά, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας καταγράφονται στις ομάδες 15 – 19 ετών (30,5%) και 20 – 24 ετών (26,2%). Ακολουθούν οι ηλικίες 25 – 29 ετών (18,9%), 30 – 44 ετών (11,5%), 45 – 64 ετών (7,6%) και 65 ετών και άνω (6,8%).
Σε επίπεδο Περιφερειών της χώρας, στις τρεις πρώτες θέσεις βρίσκονται οι Ιόνιοι Νήσοι (17%), η Δυτική Μακεδονία (14,5%) και η Ήπειρος (13,4%). Ακολουθούν, η Ανατολική Μακεδονία – Θράκη (13,2%), η Κεντρική Μακεδονία (13,1%), η Θεσσαλία (11,4%), η Πελοπόννησος (11,3%), η Δυτική Ελλάδα (10,7%), η Αττική (10,4%), η Στερεά Ελλάδα (10,1%), το Βόρειο Αιγαίο (9,8%), η Κρήτη (9,8%) και το Νότιο Αιγαίο (4,2%).
Οι βασικοί λόγοι που σταμάτησαν οι άνεργοι να εργάζονται είναι είτε διότι η εργασία τους ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (30,4%) είτε διότι απολύθηκαν (16,6%). Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργασθεί στο παρελθόν (νέοι άνεργοι) είναι 22,9%. Η πλειονότητα των ανέργων (59,9%) αναζητεί εργασία ένα έτος ή περισσότερο (μακροχρόνια άνεργοι).
Επίσης, η πλειονότητα των ανέργων έχει ολοκληρώσει έως δευτεροβάθμια εκπαίδευση (60,6%). Το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν ότι δεν είναι εγγεγραμμένοι στη ΔΥΠΑ ανέρχεται σε 23,7%, ενώ το ποσοστό αυτών που δηλώνουν ότι λαμβάνουν επίδομα ή βοήθημα από τη ΔΥΠΑ ανέρχεται σε 11%.
Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 4.236.526 άτομα, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 3,4% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και αύξηση κατά 1,7%, συγκριτικά με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων εργάζονται ως μισθωτοί (69,7%), ενώ σημαντικό είναι και το ποσοστό των αυτοαπασχολουμένων χωρίς προσωπικό (19,9%). Το ποσοστό μερικής απασχόλησης ανέρχεται σε 7,4%, ενώ το ποσοστό των ατόμων που έχουν προσωρινή εργασία σε 7,8%.
Η μερική απασχόληση εμφανίζει μείωση 9,6% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και 11,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Η προσωρινή απασχόληση έχει αυξηθεί 23,7% συγκριτικά με το προηγούμενο τρίμηνο και 0,4% με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Τα επαγγέλματα που συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων είναι οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και πωλητές (22,3%) και οι επαγγελματίες (21,9%). Σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στους ανειδίκευτους εργάτες, χειρώνακτες και μικροεπαγγελματίες (10,4%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους ειδικευμένους γεωργούς, κτηνοτρόφους, δασοκόμους και αλιείς (3,8%). Σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (8,7%), ενώ η μεγαλύτερη μείωση παρατηρείται στους υπαλλήλους γραφείου (4,6%).
Το μεγαλύτερο ποσοστό των απασχολουμένων (49,9%) δηλώνει ότι εργάσθηκε 40 – 47 ώρες την εβδομάδα αναφοράς, ενώ ένα σημαντικό ποσοστό (19,3%) δηλώνει ότι εργάστηκε 48 ή περισσότερες ώρες. Η πλειονότητα των απασχολουμένων (76,6%) δηλώνει ότι εργάστηκε τις συνήθεις ώρες κατά την εβδομάδα αναφοράς.
Το 6,3% των απασχολουμένων δηλώνει ότι θα επιθυμούσε να εργάζεται περισσότερες ώρες, το 3% είναι υποαπασχολούμενοι μερικής απασχόλησης οι οποίοι θα ήθελαν να εργάζονται περισσότερο και θα μπορούσαν να αρχίσουν να εργάζονται περισσότερο μέσα στις επόμενες δύο εβδομάδες, και το 1,4% έχει παραπάνω από μία εργασία.
Τέλος, τα άτομα που δεν περιλαμβάνονται στο εργατικό δυναμικό, ή «άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού» (τα άτομα που δεν εργάζονται ούτε αναζητούν εργασία), ανήλθαν σε 4.268.513 άτομα. Ειδικότερα, τα άτομα εκτός του εργατικού δυναμικού κάτω των 75 ετών, ανήλθαν σε 3.039.950 άτομα. Το ποσοστό τους μειώθηκε κατά 4,1% σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 1,4% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους.
Η πλειονότητα των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού, ηλικίας 15 – 74 ετών είτε δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν (47,3%) είτε έχουν περάσει περισσότερα από 8 έτη από τότε που σταμάτησαν την τελευταία εργασία τους (30,7%). Από τα άτομα που εργάστηκαν μέσα στα τελευταία οκτώ έτη, το μεγαλύτερο ποσοστό σταμάτησε να εργάζεται επειδή συνταξιοδοτήθηκε (62,5%), ή επειδή η εργασία του ήταν περιορισμένης διάρκειας και τελείωσε (12,5%).
Το 93,8% των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού δηλώνει ότι δεν θέλουν να εργάζονται, το 0,4% δηλώνει ότι αναζητά εργασία αλλά δεν είναι άμεσα διαθέσιμοι να την αναλάβουν, ενώ το 3,2% δηλώνει ότι είναι διαθέσιμοι για να αναλάβουν εργασία αμέσως αλλά δεν αναζητούν.