Τι θα συνέβαινε αν η κακοκαιρία Daniel έπληττε την Αττική; Ερευνητές απαντούν και… προειδοποιούν
Φόβος και αβεβαιότητα «κυριαρχούν» στις πληγείσες περιοχές της Θεσσαλίας, μετά το «σφυροκόπημα» της κακοκαιρίας Daniel. Οι κάτοικοι έρχονται αντιμέτωποι με ολοκληρωτικές καταστροφές σε περιουσίες και επιχειρήσεις, ενώ, παραμένουν οι φόβοι για τη Δημόσια Υγεία, λόγω των στάσιμων νερών και των νεκρών ζώων.
Διπλή εικόνα παρατηρείται στις πληγείσες περιοχές της Θεσσαλίας, μετά το σφοδρό «χτύπημα» της κακοκαιρίας Daniel, αφού παρ’ ότι σε ορισμένες τα νερά υποχωρούν μέρα με την ημέρα, σε άλλες (όπως στη Γιάννουλη της Λάρισας αλλά και χωριά της Καρδίτσας) παραμένουν για 9ο εικοσιτετράωρο μέσα στα σπίτια, καθιστώντας αδύνατη την όποια προσπάθεια των κατοίκων να επιστρέψουν στις οικίες τους.
Ερευνητές εξέφρασαν τους προβληματισμούς, τις ανησυχίες αλλά και τις εκτιμήσεις τους, στο ερώτημα «τι θα γινόταν αν έπεφταν ανάλογα ποσοστά βροχής στην Αττική», μιλώντας στην «Καθημερινή».
Ουσιαστικά, τούτη η υπόθεση έχει απαντηθεί από τον Μάρτιο του 2021, όταν η Περιφέρεια Αττικής υπέγραψε προγραμματική σύμβαση με το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών και το Πανεπιστήμιο Αθηνών (ύψους 2,2 εκατ. ευρώ) για την εκπόνηση έρευνας με τίτλο «Εκτίμηση κινδύνου σεισμού, πυρκαγιάς και πλημμυρών στην Περιφέρεια Αττικής».
Οι πέντε λεκάνες στις οποίες κινήθηκε η έρευνα ήταν εκείνες: Της Πικροδάφνης, της Μάνδρας, του Σαρανταποτάμου, του ρέματος Γιώργη (Νέα Πέραμος) και του Κηφισού. Το αποτέλεσμα έχει ήδη ολοκληρωθεί στις τέσσερις περιοχές και αναμένεται να αποπερατωθεί και για τον Κηφισό έως το τέλος του έτους. Αποτελεί μία λεπτομερή ανάλυση, που φθάνει σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου.
«Η Αττική έχει σοβαρό πρόβλημα»
«Η Περιφέρεια έχει κάνει κάποιες κινήσεις για την αντιμετώπιση ακραίων φαινομένων, που ακούγονται απλές αλλά είναι ουσιαστικές, όπως οι καθαρισμοί και η κατάλληλη σηματοδότηση οδών. Δε θες σε μία τέτοια στιγμή να βρεθείς σε αδιέξοδο. Η Αττική έχει σοβαρό πρόβλημα, ιδίως οι περιοχές εκτός του κυρίως πολεοδομικού συγκροτήματος», υπογράμμισε ο Διευθυντής Ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Χάρης Κοντοές, μιλώντας στην «Καθημερινή».
«Ο κόσμος στην Αττική δεν ξέρει πώς να συμπεριφερθεί σε μία πλημμύρα, έχει άγνοια κινδύνου»
«Δεν είχαμε ποτέ σφοδρές βροχές. Όμως, τα δεδομένα δείχνουν να αλλάζουν, πλέον. Το έγκλημα με την αποκαρδιωτική εικόνα σε ρέματα και με τους χειμάρρους είναι συλλογικό. Δεν υπάρχει ένας “δολοφόνος”. Αναφορικά με τις κακοκαιρίες και τα ακραία φαινόμενα, η Περιφέρεια Αττικής και οι Δήμοι γύρω από τις πέντε πιο “επικίνδυνες” λεκάνες απορροής δε μπορούν πλέον να ισχυρισθούν ότι δε γνώριζαν.
Τώρα, με τον μηχανισμό έρευνας, έχουμε ένα πραγματικά χρήσιμο “εργαλείο” στα χέρια μας. Μένει να το διατηρήσουμε σε λειτουργία, κάτι που απαιτεί διαρκή ενημέρωση», τόνισε ο καθηγητής Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδραυλικών Έργων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Δημήτρης Κουτσογιάννης.
Τα δύο «κλειδιά» – Το σχέδιο για τον Κηφισό
Η ευρύτερη περιοχή της Μάνδρας και της Ελευσίνας είναι από τις πιο «προβληματικές» στην Αττική, με τα επίπεδα νερού στη σφοδρότερη βροχή της 50ετίας, της 100ετίας και της 1.000ετίας να… τρομάζουν, όπως κατέγραψε η «Καθημερινή». Ωστόσο, υπάρχουν δύο σημαντικοί παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται συνεχώς υπόψη, σύμφωνα με τον μελετητή υδραυλικών έργων, Νίκο Μαλατέστα.
«Η προσοχή πρέπει να στραφεί σε δύο σημεία. Πρώτον, πρέπει να καθαρίζεται τακτικά το έργο από τα φερτά υλικά και να συντηρείται. Δεύτερον, έχουμε μελετήσει για λογαριασμό του Υπουργείου Υποδομών την αναδιευθέτηση του ποταμού σε μήκος 3 χιλιομέτρων από τις Τρεις Γέφυρες έως την Αττική Οδό (ανοιχτό τμήμα).
Η μελέτη βρίσκεται εδώ και δύο – τρία χρόνια σε διαδικασία περιβαλλοντικής αδειοδότησης. Αυτό το έργο πρέπει να προχωρήσει, γιατί θα αυξήσει τη διατομή, ενώ περιλαμβάνει και μία δεξαμενή ανάσχεσης (700.000 κυβικά μέτρα), η οποία θα γεμίζει και θα αδειάζει στις βροχοπτώσεις, μειώνοντας τον όγκο του νερού που δέχεται ο Κηφισός», σημείωσε ο κ. Μαλατέστας.