Βία μεταξύ ανηλίκων με άγριους ξυλοδαρμούς – Γιατί το φαινόμενο παρουσιάζει έξαρση

Μορφή επιδημίας παίρνουν τα περιστατικά σχολικής βίας
4'

Οι υποθέσεις παραβατικότητας ανηλίκων που έρχονται στο φως το τελευταίο διάστημα σοκάρουν με την επιθετικότητα που εκδηλώνεται αλλά και με τον αριθμό τους

Ειδικοί υποστηρίζουν ότι έχει μειωθεί και ο μέσος όρος της ηλικίας των παιδιών που έχουν παραβατική συμπεριφορά, κάτι που προκαλεί ανησυχία, αποδίδοντας το φαινόμενο σε μεγάλο βαθμό στον νέο τρόπο ζωής, στον εγκλεισμό της πανδημίας, την κακή χρήση του διαδικτύου και την ενδοοικογενειακή βία την οποία βιώνουν τα παιδιά.

Εντύπωση προκαλεί ότι έξαρση προκαλεί και η βία μεταξύ κοριτσιών όπως βλέπουμε στο βίντεο του OPEN.

Ο δικηγόρος της οικογένειας κοριτσιού που τραυματίστηκε, κ. Καντάς, μετέδωσε ότι το ένα κορίτσι που χρειάστηκε ράμματα θα μπορούσε να είχε σοβαρό πρόβλημα στην όραση του αν το χτύπημα ήταν ένα χιλιοστό πιο πάνω.

Στα πλάνα, φαίνονται μαθήτριες σε άγριο καυγά για... ένα τσιγάρο, ενώ συμμαθητές τους βγάζουν βίντεο με τα κινητά τους.

Ακριβώς λόγω της βίαιης φύσης των περιστατικών, καταγγέλλονται και πιο συχνά. Η παραβατικότητα των ανηλίκων είναι μέρος της συνολικής παραβατικότητας σε μια κοινωνία, του α-νομικού φαινομένου. Έτσι και η ανήλικη παραβατικότητα μετέχει και διαμορφώνεται από αυτό το γενικό πλαίσιο και αντίστοιχα κατασκευάζει μια αναπαράσταση αυτής. Αποτελεί μια από τις όψεις της κοινωνικής τοπογραφίας. Εάν θέσουμε αυστηρά και αδιαπέραστα όρια μεταξύ της συνολικής παραβατικότητας και αυτής των ανηλίκων, χάνουμε τη γενική εικόνα που παράγει και αναπαράγει όλες τις μορφές εγκληματικότητας με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους και έτσι θα μετατρέψουμε και θα κατακερματίσουμε ένα συνολικό πρόβλημα σε πρόβλημα ατομικής, εθνοτικής κ.λπ. παθολογίας ή σε πρόβλημα προς επίλυση από τα επιμέρους συστήματα, όπως είναι το σχολείο, η οικογένεια, η δικαιοσύνη κ.λπ., τα οποία καλούνται να ενεργήσουν μεμονωμένα», λένε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ οι εκπρόσωποι του ΔΣ του Συνδέσμου Επιμελητών Δικαστηρίων Ανηλίκων Ελλάδας.

Τα στοιχεία που δίνει το OPEN είναι χαρακτηριστικά του προβλήματος

Για τον πρόεδρο της ΟΛΜΕ, «η πανδημία έβγαλε πάρα πολύ ψυχισμό κρυμμένο. Ήταν έντονα τα φαινόμενα. Θυμάστε ήταν έντονο το συναίσθημα της επιβίωσης, υπήρχε έντονος φόβος, υπήρχε η απομόνωση και όλα αυτά λειτούργησαν αρνητικά στον ψυχισμό όλων. Και κυρίως των οικογενειών. Οι οποίες μας μεταφέρουν αυτή την αυτή την άσχημη συμπεριφορά μέσα στο σχολείο».

Πώς θα αντιμετωπιστεί το πρόβλημα

Σχετικά με την αντιμετώπιση του ζητήματος οι εκπρόσωποι του ΔΣ του Συνδέσμου Επιμελητών Δικαστηρίων Ανηλίκων Ελλάδας υποστηρίζουν: «Αν δεν υπάρξουν ριζικές πολιτικές επιλογές στήριξης, ενίσχυσης και δημιουργίας κατάλληλων δομών και μέσων και αλλαγή κοινωνικού μοντέλου, τότε ναι, και περαιτέρω αύξηση της ανήλικης παραβατικότητας και βίας θα προκύψει. Αν αποστασιοποιηθούμε από την παραπάνω θεώρηση, κινδυνεύουμε να εγκλωβισθούμε σε έναν ανορθόλογο και αντιπαραγωγικό κατακερματισμό ευθυνών («φταίει το σχολείο, φταίει η οικογένεια» κ.λπ.) και σε μονόπλευρες παρεμβάσεις».

Αυτό δεν σημαίνει ότι ο ρόλος του σχολείου και της οικογένειας δεν είναι κρίσιμος.

«Σίγουρα η συνδρομή από εξειδικευμένους επαγγελματίες, οι οποίοι πρέπει να είναι οργανικά ενταγμένοι στη σχολική ζωή και κοινότητα είναι σημαντική. Η ενεργοποίηση των συλλογικοτήτων (δασκάλων, γονέων, μαθητών) μέσα και σε συνεργατικές δράσεις που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της τοπικής κοινωνίας είναι εξίσου σημαντική. Σημασία όμως έχει και το πώς σχεδιάζονται και γίνονται τα πράγματα. Συχνά βρισκόμαστε αντιμέτωποι με διαδικασίες δημιουργίας αποδιοπομπαίων τράγων, όπου παιδιά και οικογένειες αντιμετωπίζονται μέσα από στερεότυπα και δεν τους δίνεται μια πραγματική ευκαιρία ούτε η έγκαιρη, κατάλληλη και αλληλέγγυα στήριξη να λειτουργήσουν μέσα στη σχολική κοινότητα. Οι πρόθυμοι και ευαισθητοποιημένοι εκπαιδευτικοί δεν αρκούν. Ούτε φθάνουν οι περιστασιακές θετικές πρωτοβουλίες. Χρειάζονται μηχανισμοί αυξημένης μέριμνας σε όλα τα επίπεδα και σε βάθος χρόνου. Π.χ. διαμεσολαβητικές και συμφιλιωτικές πρακτικές, παρέμβαση στην κρίση με τρόπο που να μην αποκλείει αλλά να εμπεριέχει τα μέλη της κοινότητας κ. ά. είναι αναγκαίο να ενταχθούν στην κουλτούρα και τις ρουτίνες της σχολικής ζωής. Γι’ αυτά χρειάζονται συγκεκριμένα πρωτόκολλα που εφαρμόζονται από εξειδικευμένους επαγγελματίες, καθώς και επιμόρφωση των εκπαιδευτικών προκειμένου να υποδεχθούν και να στηρίξουν αυτόν τον τρόπο εργασίας», υποστηρίζουν η Πάρη Ζαγούρα και ο Γιάννης Πράνταλος.