Ο αλιευτικός στόλος στον Νότιο Ευβοϊκό - Τα προβλήματα και οι κοινωνικοοικονομικές επιπτώσεις

Ακολουθεί η έρευνα που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια μεταπτυχιακής Διατριβής (Μεταπτυχιακό Μεσογειακή Υδατοκαλλιέργεια) του Υπ. Διδάκτωρ Πάφρα Δημήτρη, με επιβλέπων καθηγητή Κλαουδάτο Δημήτρη.
6'

Κοινωνικοοικονομική μελέτη του αλιευτικού στόλου που δραστηριοποιείται στην περιοχή του Νότιου Ευβοϊκού

Τα αποτελέσματα της ερευνά θα παρουσιαστούν και στο 5ο Διεθνές Συνέδριο Εφαρμοσμένης Ιχθυολογίας, Ωκεανογραφίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος (HydroMediT 2024) θα πραγματοποιηθεί στη Μυτιλήνη.

Η μικρή παράκτια αλιεία αποτελεί μεγάλο μέρος της αλιείας παγκοσμίως. Ο όρος «μικρή παράκτια» σημαίνει ότι πραγματοποιείται με μικρά σκάφη κοντά στην ακτή, μερικές φορές αυτά τα σκάφη ψαρεύουν και σχετικά μεγάλη απόσταση από την ακτή.

Η μικρή παράκτια αλιεία αποτελεί σημαντικό τμήμα του αλιευτικού κλάδου στην Ελλάδα και τη Μεσόγειο και χαρακτηρίζεται από υψηλή ετερογένεια και πληθώρα ιδιαιτεροτήτων. Από τη βιβλιογραφική ανασκόπηση που πραγματοποιήθηκε διαπιστώθηκε ότι δεν έχει μελετηθεί επαρκώς η μικρή παράκτια αλιεία στην νήσο Εύβοια. Για την εξαγωγή συμπερασμάτων εξετάστηκαν αρκετές παράμετροι όπως τα βασικά δημογραφικά στοιχεία, αλιευτικά εργαλεία, περιοχή δραστηριοποίησης, συχνότητα δραστηριοποίησης κ.α.

Ετήσιες ποσότητες αλιευμάτων του Ευβοϊκού κόλπου μεταξύ 2002 και 2021 (Πηγή: Ελληνική Στατιστική Αρχή).

Προβλήματα της αλιείας

Μερικά από τα προβλήματα τις αλιείας περιλαμβάνουν:

  • Οι ερασιτέχνες αλιείς.
  • Ρύπανση εξαιτίας των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων.
  • Εισαγωγή αλλόχθονων ή ξενικών ειδών.
  • Κλιματική αλλαγή.

Σκοπός της διατριβής ήταν η διερεύνηση των κοινωνικοοικονομικών παραμέτρων (προφίλ) της μικρής παράκτιας αλιείας στην νήσο Εύβοια. Η διεξαγωγή της ερευνάς πραγματοποιήθηκε το Δεκέμβριο του 2022 μέσω προσωπικής συνέντευξης χρησιμοποιώντας δομημένο ερωτηματολόγιο.

Η μελέτη διερέυνησε τους οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες που επηρεάζουν την αλιευτική βιομηχανία στην περιοχή του Νοτίου Ευβοϊκού, τη σύνθεση του στόλου, τους τύπους των αλιευτικών σκαφών και τα αλιευτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται. Ένας από τους πρωταρχικούς στόχους αυτής της μελέτης ήταν η αξιολόγηση των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών των αλιέων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή του Νότιου Ευβοϊκού. Διερευνήθηκαν τα μέσα διαβίωσης των αλιευτικών κοινοτήτων, οι πηγές εισοδήματός τους και η οικονομική συμβολή της αλιευτικής βιομηχανίας στην τοπική οικονομία. Με την εξέταση της κατανομής των θέσεων εργασίας που σχετίζονται με την αλιεία, η μελέτη στόχευσε στην κατανόηση της δυναμικής της απασχόλησης και του ρόλου του αλιευτικού τομέα στη στήριξη του τοπικού εργατικού δυναμικού. Επιπλέον, έγινε προσπάθεια εμβάθυνσης στις κοινωνικές πτυχές του αλιευτικού στόλου, εξετάζοντας τα δημογραφικά στοιχεία των αλιέων και των οικογενειών τους, το μορφωτικό τους επίπεδο και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

Τα αποτελέσματα της μελέτης επιβεβαίωσαν τον πολύ-ειδικό και πολύ-εργαλειακό χαρακτήρα της μικρής παράκτιας αλιείας στην περιοχή μελέτης.

Επίσης η μελέτη έδειξε ότι η παράκτια αλιεία στην περιοχή της νήσου Ευβοίας:

(α) αποτελεί ένα παραδοσιακό επάγγελμα (οι αλιείς προέρχονται από οικογένεια ψαράδων με 88,2%),

(β) παρουσιάζει τάση γήρανσης (κατά μέσο όρο 60,2 χρόνια),

(γ) ασκείται από άτομα χαμηλού μορφωτικού επιπέδου και

(δ) χαρακτηρίζεται από αρκετά αναβαθμισμένο εξοπλισμό σε μικρά σκάφη μεγάλης ηλικίας κατασκευής.

Η αλιευτική δραστηριότητα πραγματοποιείται καθ’ όλο σχεδόν το έτος, με κύριο αλιευτικό εργαλείο το δίχτυ (κυρίως μανωμένο και σε μικρότερο βαθμό απλάδι).

Τα συνήθη είδη που αλιεύονται στην παράκτια ζώνη του Ευβοϊκού κόλπου είναι το χταπόδι (Octopus vulgaris), η συναγρίδα (Dentex dentex), η στήρα (Epinephelus costae), ο μπάλας (Dentex macrophthalmus), ο λούτσος (Sphyraena sphyraena), η γόπα (Boops boops), το λυθρίνι (Pagellus erythrinus), ο σαργός (Diplodus sargus), η τσίπουρα (Sparus aurata), το μπαρμπούνι (Mullus surmuletus), το φαγκρί (Pagrus pagrus), η κουτσομούρα (Mullus barbatus) , το λαβράκι (Dicentrarchus labrax), το χριστόψαρο (Zeus faber), ο κέφαλος (Mugil cephalus), η πεσκανδρίτσα (Lophius piscatorius), οι βατοί, το γοφάρι (Pomatomus saltatri ), το μυτάκι (Diplodus puntazzo), η σάλπα (Sarpa salpa), ο σκάρος (Sparisoma cretense), το μελανούρι (Oblada melanura), η λίτσα (Lichia amia), το σκαθάρι (Spondyliosama cantharus), ο αστακός (Palinurus elephas), το σαφρίδι (Trachurus spp.), η αθερίνα (Atherina hepsetus), η σουπιά (Sepia spp.), οι γαρίδες (Parapenaeus spp.), το ρίκι (Sarda sarda), η ζαργάνα (Belone belone), η παλαμίδα (Katsuwonus pelamis) και ο σπάρος (Diplodus annularis) τα οποία αποτελούν τα κύρια είδη που αλιεύονται με δίχτυ και παραγάδι.

Επίσης τα είδη που ανάφεραν ότι έχει μειωθεί η αλιευτική απόδοση τους στον Ευβοϊκό κόλπο περιλαμβάνουν: τσιπούρα (Sparus aurata), μπαρμπούνι (Mullus surmuletus), σαργό (Diplodus sargus), κουτσομούρα (Mullus barbatus), σκορπίνα (Scorpaena spp.), μελανούρι (Oblada melanura), αστακό (Palinurus elephas), φαγκρί (Pagrus pagrus), και συναγρίδα (Dentex dentex).

Η μείωση της αφθονίας των αλιευμάτων μπορεί να σχετίζεται και με άλλους παράγοντες, όπως η κλιματική αλλαγή, η εισαγωγή ξενικών ειδών καθώς και η ρύπανση και η υποβάθμιση του φυσικού περιβάλλοντος.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επαγγελματίες αλιείς σε μεγάλο ποσοστό συμπεριλαμβάνουν την έλλειψη αποζημιώσεων και τη συμπεριφορά των καταναλωτών.

Τέλος η πλειοψηφία των ερωτηθέντων θεωρεί ότι υφίσταται μείωση των αποθεμάτων ενώ δεν πραγματοποιείται επίσημη καταγραφή της αλιευτικής παραγωγής στο συντριπτικό ποσοστό των ερωτηθέντων καθώς διαθέτουν τα αλιεύματα τους εκτός ιχθυόσκαλας.

Στην επόμενη εικόνα παρουσιάζεται η προέλευση γνώσης για τα ξενικά είδη που διαθέτουν οι ερωτηθέντες αλιείς.

Η εικόνα δείχνει ότι περισσότεροι αλιείς έχουν μάθει για τα ξενικά είδη από άλλους αλιείς και το διαδίκτυο. Δευτερευόντως από την τηλεόραση, ραδιόφωνο και περιοδικά. Σε μικρότερο ποσοστό από υπηρεσίες αλιείας, και προσωπική εμπειρία και τέλος από τον περιοδικό τύπο, μέλη του στενού οικογενειακού κύκλου, το λιμενικό σώμα, επιστήμονες και φήμες.

Θα παρουσιάσουμε κάποια από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα ξενικών ειδών που εντοπίζονται στην χώρα μας:

  • Λαγοκέφαλος (Lagocephalus sceleratus)
  • Νανολαγοκέφαλος (Yellowspotten puffer)
  • Γερμανός (Siganus luridus)
  • Μονόχειρος, (Stephanolepis diaspros)
  • Γουρουνόψαρο, (Βalistes capriscus)
  • Λιονταρόψαρο, (Pterois miles)
  • Τρομπέτα, (Fistularia commersonii)

  • Αχίνος, (Diadema setosum) & Λιονταρόψαρο (Pterois miles)

Σουπιοκαλάμαρο (Sepioteuthis lessoniana)

Φωτογραφίες καθώς και πληροφορίες για τους θαλάσσιους οργανισμούς μπορείτε να βρείτε στο βιβλίο “The world of the sea” D. Pafras, A. Pafra

Οι εισβολές ξενικών ειδών σε θαλάσσια οικοσυστήματα αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες απειλές για τη βιοποικιλότητα και την ομαλή λειτουργία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων. Μέχρι σήμερα έχουν εισαχθεί πάνω από 600 θαλάσσια ξενικά είδη στην περιοχή της Μεσογείου.

Εν κατακλείδι η αλιευτική επιστήμη σε συνδυασμό με τους δημοσίους οργανωτικούς φορείς οφείλει να προστατεύσει τη μικρή παράκτια αλιεία καθώς αποτελεί μία από τις αρχαιότερες δραστηριότητες που σχετίζονται με τους κατοίκους του Ελλαδικού χώρου και της κουλτούρας του.