Αδιανόητο: Μαθήτριες κατασκεύασαν περιστατικά περί δήθεν παρενόχλησης από εκπαιδευτικό
Αμετάκλητη έγινε εδώ και λίγες ημέρες η ομόφωνη αθωωτική απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Βορείου Αιγαίου, που στις 17 Νοεμβρίου απάλλαξε τoν καθηγητή μέσης εκπαίδευσης, ο οποίος είχε κατηγορηθεί από μαθήτριες για ασελγείς χειρονομίες κατά τη διάρκεια του μαθήματος.
Σύμφωνα με εφημερίδα της Μυτιλήνης, η απόφαση καθίσταται αμετάκλητη, καθώς δεν έγινε προσφυγή από πλευράς των οικογενειών των κοριτσιών σε Ανώτατο δικαστήριο, ενώ την ίδια ώρα η πλευρά του καθηγητή, που αθωώθηκε, δεν σπεύδει να αποκλείσει το ενδεχόμενο δικών του προσφυγών κατά των οικογενειών που τον κατηγόρησαν.
Παίρνει πίσω όσα του στέρησαν
Ο καθηγητής επανέρχεται εντός του προσεχούς διαστήματος ξανά στην υπηρεσία του ενω οπως ανέφερε ένας εκ των δικηγόρων του εκπαιδευτικού, ο Δημήτρης Συμεωνίδης «οι δικαστές αξιολόγησαν με προσοχή όλα τα αποδεικτικά στοιχεία και κατέληξαν ομόφωνα και αιτιολογημένα στην κρίση ότι όλοι ανεξαίρετα οι ισχυρισμοί σε βάρος του καθηγητή ήταν αβάσιμοι».
Είχε προηγηθεί η επίσης αιτιολογημένη πρόταση της κ. Εισαγγελέως του Εφετείου για πλήρη απαλλαγή του κατηγορουμένου από όλες τις κατηγορίες, όπως εξάλλου είχε προτείνει και η κ. Εισαγγελέας στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Στο πλαίσιο της πρότασής της, η κ. Εισαγγελέας στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο εντόπισε πολλαπλές αντιφάσεις και κενά στους ισχυρισμούς των καταγγελλουσών, ανέδειξε την αβασιμότητα των κατηγοριών και επεσήμανε μεταξύ άλλων και ότι οι καταγγέλλουσες μαθήτριες, που αποδείχθηκε ότι ήταν στενές φίλες, επέλεξαν όλες την ίδια συμπεριφορά και τις ίδιες διατυπώσεις, μίλησαν στους γονείς τους μόνο αμέσως μετά την αποκάλυψη απουσιών τους και ουσιαστικά κατασκεύασαν τα περιστατικά περί δήθεν παρενόχλησης, με αποτέλεσμα να απαγγελθούν οι αρχικές κατηγορίες σε βάρος του καθηγητή, να βρεθεί αυτός στη θέση του κατηγορουμένου και να αμαυρωθεί η φήμη του.
Ο κ. Συμεωνίδης υπογραμμίζει ότι «μετά από περίπου 5,5 χρόνια γράφτηκε και επίσημα ο επίλογος μιας υπόθεσης που απασχόλησε έντονα και προβλημάτισε την τοπική κοινωνία. Μετά από μια πολυήμερη και ιδιαίτερα προσεκτική διαδικασία, το εφετείο αποφάσισε την πλήρη αθώωση του καθηγητή, παραθέτοντας εκτενή αιτιολόγηση που αποτυπώθηκε στην απόφασή του, όπως αυτή καθαρογράφηκε (ακολουθούν ενδεικτικά αποσπάσματα): «Παρά το γεγονός όμως ότι οι ως άνω πράξεις φέρεται να τελέστηκαν δημόσια και ενώπιον όλων των μαθητών της τάξης, κανείς από τους συμμαθητές τους δεν επιβεβαίωσε την τέλεσή τους. Μάλιστα, μαθήτριες, που κατά τις καταγγέλλουσες φέρεται να υπέστησαν τις ίδιες χειρονομίες (αναφέρονται ονόματα μαρτύρων υπεράσπισης) διαψεύδουν ότι ο κατηγορούμενος τις άγγιξε (….). Οι καταγγέλλουσες στο σύνολό τους ήταν μαθήτριες με πολλές μονόωρες απουσίες σε πλήθος μαθημάτων και όχι μόνο στο μάθημα του κατηγορουμένου – όπως διαπίστωσε η κα. Εισαγγελέας που κρατούσε τα απουσιολόγια – γεγονός που «φανέρωνε αξιοσημείωτη για τη μικρή τους ηλικία αδιαφορία των ιδίων αλλά και των γονέων τους για την αξία της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Ωστόσο, οι υπόλοιποι συμμαθητές όχι μόνο δεν τις αντιλήφθηκαν, παρά το δημόσιο χαρακτήρα τους, αντίθετα δε, όπως προκύπτει και από το περιεχόμενο των υπεύθυνων δηλώσεων των γονέων τους, τις διέψευσαν».
Ο κ. Συμεωνίδης επισημαίνει ότι τελικά η δικαιοσύνη επικράτησε και ο καθηγητής, ο οποίος έδωσε την προσωπική του μάχη έχοντας στο πλάι του την οικογένειά του με αξιοπρέπεια, συνέπεια και πίστη στην αθωότητά του, μπορεί σήμερα πλέον να αισθάνεται δικαιωμένος, αφού απαλλάχθηκε από όλες τις βαριές και ατιμωτικές κατηγορίες.
«Πέρα από τη λύτρωση της δικαίωσης για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο, η συγκεκριμένη υπόθεση αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα που προσφέρεται για γενικότερο προβληματισμό. Μας υπενθυμίζει την ανάγκη για προσοχή και ευσυνειδησία στη διαχείριση παρόμοιων καταγγελιών», αναφέρει ο δικηγόρος. Και συνεχίζει: «Η σοβαρότητα των κατηγοριών φυσικά και δεν πρέπει να υποτιμάται. Ταυτόχρονα όμως πρέπει να εξασφαλίζεται ότι κάθε περίπτωση και κάθε υπόθεση ερευνάται με αντικειμενικότητα, με δίκαιο τρόπο και με σεβασμό στο τεκμήριο αθωότητας που είναι μια σημαντική κατάκτηση του πολιτισμού μας. Η υπόθεση αυτή υπογραμμίζει ακριβώς την αξία και την ανάγκη ευλαβικής τήρησης από όλους – και ιδιαίτερα από τα ΜΜΕ – του τεκμηρίου της αθωότητας. Και επιβεβαιώνει την ανάγκη να διεξάγεται κάθε φορά δίκαια και, όπως προβλέπει ο νόμος, μια ποινική διαδικασία ανεπηρέαστη, αντικειμενική και νηφάλια, στο πλαίσιο της οποίας πρέπει να γίνονται σεβαστά όλα τα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Κανένας δεν πρέπει να θεωρείται, ούτε να αντιμετωπίζεται ως ένοχος πριν αποφανθεί οριστικά και αμετάκλητα γι’ αυτόν η Δικαιοσύνη. Στην προκειμένη περίπτωση είναι πλέον βέβαιο ότι ένας καθηγητής με άμεμπτη διαδρομή και 30ετή υπηρεσία στοχοποιήθηκε άδικα και ταλαιπωρήθηκε ηθικά, ψυχικά και οικονομικά, δεδομένου και ότι, λόγω των καταγγελιών, τέθηκε αυτοδίκαια σε αργία ήδη από τον Ιούλιο του 2018».
Καταλήγοντας ο κ. Συμεωνίδης σημειώνει πως ο καθηγητής που αθωώθηκε επιστρέφει δικαιωμένος και επίσημα στα καθήκοντά του, όμως η υπόθεση αυτή είναι κρίσιμο να γίνει τροφή για σκέψη και προβληματισμό για τα σημεία των καιρών και της κοινωνίας μας.