Σε ελληνική φυλακή μετά από 19 χρόνια η Αντωνία Ηλία
Η Αντωνία Ηλία μετά από έξι απόπειρες εκδόθηκε τελικά στην Ελλάδα και αναμένεται να εκτίσει την ποινή της στις φυλακές της Θήβας
Υπό δρακόντεια μέτρα ασφαλείας και μυστικότητα η Αντωνία Ηλία πήρε το δρόμο για τις ελληνικές φυλακές 19 χρόνια μετά την πολύκροτη υπόθεση του παραδικαστικού κυκλώματος.
Το κατώφλι του Εφετείου πέρασε νωρίτερα η πρώην ανακρίτρια Αντωνία Ηλία. Η Αντωνία ή Τόνια Ηλία έχει καταδικαστεί ερήμην ομόφωνα από το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων σε κάθειρξη 13 ετών για συμμετοχή στο αποκαλούμενο παραδικαστικό κύκλωμα και για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Το κουβάρι για το παραδικαστικό κύκλωμα άρχισε να ξετυλίγεται το 2004, μετά από τις καταγγελίες για το λεγόμενο παρα-εκκλησιαστικό κύκλωμα.
Η κ. Ηλία βρέθηκε αρχικά στο γραφείο του εισαγγελέα εφετών ο οποίος είναι αρμόδιος για τις εκδόσεις και κατόπιν πέρασε στον εισαγγελέα εκτέλεσης ποινών. Αναμένεται να εκτίσει την ποινή της στις φυλακές Ελαιώνα Θηβών.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι χθες αστυνομικό κλιμάκιο ταξίδεψε στην Αγγλία προκειμένου να φέρει στην Ελλάδα τη φυγόποινη πρώην ανακρίτρια, ενώ τις προηγούμενες φορές η Αντωνία Ηλία επικαλούνταν προβλήματα υγείας ή προέβαλε αντιρρήσεις στην έκδοσή της.
Μάλιστα χθες εκτός από τους δύο αστυνομικούς που ταξίδεψαν στην Αγγλία στο κλιμάκιο συμμετείχε και ιατρός, αφού η Αντωνία Ηλία είχε εισαχθεί πάλι σε νοσοκομείο, από το οποίο τελικά δόθηκε εξιτήριο και προχώρησε η διαδικασία της έκδοσης.
Πόσες φορές ζητήθηκε έκδοση
Η έκδοσή της στην Ελλάδα, είχε προηγουμένως διαταχθεί στις 8/6/2015, 28/12/2016, 19/1/2017 και 15/2/2017, ανεστάλη εκ του νόμου στις 8/6/2015, λόγω της κατατεθείσης προσφυγής της, στις 28/12/2016 λόγω προσωπικής της ασθένειας και στις 19/1/2017 επειδή εξετάστηκε και κρίθηκε από τον γιατρό της αγγλικής αστυνομίας στο αεροδρόμιο του Heathrow, ως «ακατάλληλη να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο» για λόγους υγείας που κατά την κρίση του, χρήζουν επείγουσας ιατρικής διερεύνησης.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Η δικαστική έρευνα για το παραδικαστικό κύκλωμα ξεκίνησε με πρωτοβουλία του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Δημήτρη Λινού, το Δεκέμβριο του 2004, με τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης. Την υπόθεση ανέλαβαν οι εφέτες-ανακριτές Ιωάννης Σίδερης και Ιωάννης Φιοράκης, ο εισαγγελέας Εφετών Κυριάκος Καρούτσος, και ο αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γεώργιος Σανιδάς.
Η δικογραφία αναφερόταν μεταξύ άλλων σε ηχογραφημένες συνομιλίες και ρεπορτάζ που παρέθεσαν στοιχεία για μεγάλη υπόθεση διαφθοράς στους κόλπους της Δικαιοσύνης, όπου δικαστές είχαν διασυνδέσεις με δικηγόρους και άτομα του εκκλησιαστικού χώρου και κατηγορήθηκαν ότι καθόριζαν την έκβαση δικών έναντι χρηματικού αντιτίμου.