Ενεργοί Μπαμπάδες: Ορισμένοι χορηγούν ψευδείς γνωματεύσεις κακοποίησης τέκνου

Ανακοίνωση για την έννοια της ενδοοικογενειακής βίας που έχει συνδεθεί με την βία αποκλειστικά, κατά των γυναικών εξέδωσαν οι «Ενεργοί Μπαμπάδες»
5'

Με ανακοίνωσή τους οι «Ενεργοί Μπαμπάδες» κάνουν λόγο για την έννοια της ενδοοικογενειακής βίας που παραμένει, σχεδόν κατ’ απόλυτο βαθμό συνδεδεμένη με την βία αποκλειστικά, κατά των γυναικών.

Στην ανακοίνωση τους επισημαίνουν ότι οι προσωρινές δικαστικές αποφάσεις δεν περιλαμβάνουν διεξοδική έρευνα των γονέων και του παιδιού από ειδικούς ψυχικής υγείας. Οι διαδικασίες για την ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη στις οριστικές αποφάσεις είναι χρονοβόρες και ακριβές, καθιστώντας τις αναποτελεσματικές, όπως τονίζουν χαρακτηριστικά.

Οι Εισαγγελίες Ανηλίκων είναι υπερφορτωμένες και δεν μπορούν να διεξάγουν σε βάθος έρευνες. Οι κοινωνικές έρευνες γίνονται από μη αρμόδιους κοινωνικούς λειτουργούς. Η ανεπάρκεια των κρατικών μηχανισμών οδηγεί σε καταφυγή σε ιδιώτες ψυχολόγους με ιδιοτελή κίνητρα, όπως φαίνεται από πρόσφατο σκάνδαλο με ψευδείς βεβαιώσεις κακοποίησης από ψυχολόγο της ΕΛΑΣ, επισημαίνουν, μεταξύ άλλων.

Την ίδια ώρα προτείνεται νομοθετική ρύθμιση ώστε οι γνωματεύσεις ψυχολόγων να λαμβάνονται υπόψη μόνο με τη συναίνεση και των δύο γονέων ή με εντολή δικαστηρίου και να διενεργούνται από δημόσιους φορείς.

Συγκεκριμένα στην ανακοίνωση τους μεταξύ άλλων αναφέρουν:

«Σε επίπεδο ασφαλιστικών μέτρων δεν προβλέπεται, στο βωμό της γρήγορης απονομής της δικαιοσύνης, ή άμεση, και εις βάθος διερεύνηση των γονέων αλλά και του τέκνου, από αμερόληπτο, ήτοι τουλάχιστον με δημόσια θέση (και άνευ αμοιβής), ειδικό ψυχικής υγείας.

Σε επίπεδο οριστικής αποφάσεως, ήτοι σε επίπεδο αγωγών, εφόσον υποβληθεί αίτημα διενέργειας Ψυχιατρικής Πραγματογνωμοσύνης, η κατάσταση επιεικώς μπορεί να χαρακτηριστεί ως τραγελαφική. Ο εκάστοτε γονέας, που έχουν διαρρηχθεί οι σχέσεις του με το τέκνο του, θα πρέπει να καταθέσει αγωγή στην οποία θα περιλάβει το σχετικό αίτημα του, και το οποίο για να ολοκληρωθεί, θα πρέπει να προηγηθεί μια ιδιαίτερα πολυέξοδη και κυρίως χρονοβόρα διαδικασία (κατάθεση - συζήτηση - έκδοση προδικαστικής απόφασης - διορισμός και όρκιση πραγματογνώμονα - συσχέτιση της πραγματογνωμοσύνης και επιστροφής της στο δικαστήριο και κατόπιν έκδοση αποφάσεως). Καθίσταται λοιπόν προφανές, πως μια τέτοια διαδικασία, δεν είναι καθόλου αποτελεσματική και ικανή να αναχαιτίσει την αυξανόμενη διαρκώς τάση παρέμβασης του ενός γονέα και επηρεασμού του τέκνου, εις βάρος του έτερου, με άσκηση ψυχικής πίεσης.

Σε επίπεδο δε Εισαγγελιών Ανηλίκων είναι επίσης σαφές ότι λόγω υπερφόρτωσης αυτών και σύνδεσής τους με κέντρα ψυχικής υγείας και Δημόσια Νοσοκομεία που καθορίζουν κατ’ ελάχιστο, μετά μεγάλου χρονικού διαστήματος, την έναρξη τυχόν διαταχθεισών συνεδριών τέκνων και γονέων και με ιδιαίτερα σύντομες και συνοπτικές διαδικασίες, (λόγω μη αντικειμενικής δυνατότητας των δομών αυτών, ουσιαστικής σε βάθος διερεύνησης, και κυρίως θεραπείας), ότι και αυτή η λύση, καθίσταται προβληματική και απόλυτα ανεπαρκής στην διάγνωση και επίλυση ζητημάτων, που άπτονται της ψυχικής υγείας γονέων και τέκνων.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι αρκετές φορές διαταχθείσες «κοινωνικές έρευνες» διατυπώνονται από κοινωνικούς λειτουργούς που ουδόλως είναι καθ’ ύλην αρμόδιοι να γνωμοδοτήσουν επί της κατανομής της γονικής μέριμνας και ιδίως επί της ψυχολογικής κατάστασης και κατά συνέπεια ουσιαστικής καταλληλότητας έκαστου γονέα. Ελλείψει όμως ουσιαστικής και λειτουργικής σύνδεσης του Δικαστού με ειδικό ψυχικής υγείας, οι έρευνες αυτές, που κατ’ ορθή ανάγνωση θα έπρεπε να ομιλούν κυρίως για τις συνθήκες διαβίωσης ενός εκάστου ανηλίκου, αποτελούν το κατευθυντήριο έγγραφο, στα χέρια του Δικαστού.

Η ανεπάρκεια των μηχανισμών του κράτους δημιούργησε και εξακολουθεί να δημιουργεί εύφορο έδαφος προσφυγής σε ιδιώτες ειδικούς ψυχικής υγείας με απόλυτα, αρκετές φορές, ιδιοτελή στόχευση. Χαρακτηριστική η προσφάτως αποκαλυφθείσα σοκαριστική υπόθεση του συσταθέντος κυκλώματος ψευδών βεβαιώσεων κακοποίησης, από ψυχολόγο της ΕΛΑΣ. Όπως προκύπτει από πληθώρα δημοσιευμάτων στον Τύπο, ψυχολόγος της ΕΛΑΣ σε συστηματική συνεργασία με έτερα πρόσωπα και στο πλαίσιο διάσπασης της έγγαμης συμβίωσης, διεξήγαγε συνεδρίες με ανήλικα τέκνα, δίχως τη γνώση ή συναίνεση του πατέρα. Συνέβαλλε δε στην πλήρη αποξένωση τέκνων και γονέων, χορηγώντας ψευδείς γνωματεύσεις που πιστοποιούσαν μεταξύ άλλων, δήθεν κακοποίηση των ανηλίκων τέκνων από τον πατέρα τους, με σκοπό κυρίως την αφαίρεση της επιμέλειας και την άσκησή της, αποκλειστικά από τη μητέρα. Είναι σαφές λοιπόν γιατί έχουν γιγαντωθεί οι καταγγελίες κατά ιδιωτών ειδικών ψυχικής υγείας οι οποίοι πολλές φορές γνωματεύουν ιδιοτελώς και πλείστες φορές και παράνομα, ήτοι άνευ της αναγκαίας συναίνεσης του έτερου γονέα, κατά την επιταγή του άρθρου 1519 ΑΚ. Οι εν λόγω δε γνωματεύσεις, που πλείστες φορές δίδονται όχι μόνο άνευ της αναγκαίας συναίνεσης αλλά και δίχως ποτέ να έχει συναντήσει ο ειδικός τον έτερο γονέα ή και ακόμα και το τέκνο, συντάσσονται συνήθως προ της συζήτησης των αιτήσεων ή αγωγών, και με απόλυτα ιδιοτελή στόχευση. Η μεθόδευση αυτή θα σταματήσει μόνον εφόσον ρητά διατυπωθεί στο Νόμο πως γνωματεύσεις ειδικών ψυχικής υγείας θα μπορούν να λαμβάνονται υπόψιν μόνο εφόσον έχουν συναινέσει στην εξέταση του τέκνου αμφότεροι οι γονείς ή έχουν διενεργηθεί κατόπιν διαταγής δικαστηρίου ή αρχής, και έχουν διενεργηθεί από Δημόσιο Φορέα. Αυτονόητα επίσης, θα πρέπει να βελτιωθεί η δυνατότητα ουσιαστικής και όχι στερεοτυπικής εξέτασης γονέων και τέκνων από ειδικούς ψυχικής υγείας του κράτους».