Υπερψηφίστηκε το νομοσχέδιο για την Αρχή Πιστοποίησης στην εκπαίδευση
Το νομοσχέδιο υπερψηφίστηκε επί της αρχής και επί των άρθρων από τα κόμματα της συμπολίτευσης.
Ο κ. Παπαθεοδώρου προσδιόρισε τη φύση της Αρχής ως ενός θεσμού εποπτείας της αξιολόγησης που θα αποτελεί αντίβαρο στις «οποιεσδήποτε παρεμβάσεις θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος». Το σύστημα της αξιολόγησης, έτσι όπως προβλέπεται, θα αρχίσει από τα πάνω: Οι αξιολογητές «θα επιμορφωθούν, θα αξιολογηθούν και μετά θα αξιολογήσουν τους υπόλοιπους». Σε περίπτωση που θα υπάρξει αρνητική κρίση για κάποιον εκπαιδευτικό, «αυτός θα έχει και δεύτερη ευκαιρία, ενώ και η αρνητική κρίση θα κινητοποιεί ένα μηχανισμό επιμόρφωσης για τον εκπαιδευτικό, διότι δεν μας ενδιαφέρει αυτός να μείνει στάσιμος, αλλά να βελτιωθεί».
Η αξιωματική αντιπολίτευση επέμεινε ιδιαίτερα στην αποσύνδεση της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών από τις επιδόσεις των μαθητών τους. Χαρακτηριστικά, ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Τάσος Κουράκης, παρατήρησε πως «όταν ένας εκπαιδευτικός διορίζεται σε μια περιοχή, π.χ. στο Δενδροπόταμο Θεσσαλονίκης, ή εδώ πέρα στα Λιόσια ή στο Πέραμα, είναι από χέρι καμένος, γιατί οι σχολικές επιδόσεις των μαθητών (αν είναι ένα κριτήριο οι Πανελλήνιες, καταλαβαίνετε ότι θα είναι πάρα πολύ χαμηλές), πολύ μικρή σχέση έχουν με τη μαθησιακή διδασκαλία, εξαρτώνται πάρα πολύ από κοινωνικοοικονομικούς και άλλους παράγοντες - και αυτό είναι αδύνατον να αποτυπωθεί με μια αρνητική κρίση στους καθηγητές και στα σχολεία».
Απαντώντας, ο υφυπουργός Παιδείας υπενθύμισε πως το σύστημα αξιολόγησης ξεκινά από την αυτοαξιολόγηση που γίνεται σε επίπεδο σχολικής μονάδας. Κύριος παράγων της αυτοαξιολόγησης αυτής, συμπλήρωσε, είναι ο σύλλογος διδασκόντων, ο οποίος αναφέρεται στο εκπαιδευτικό έργο και στο εκπαιδευτικό περιβάλλον του σχολείου. «Κατανοούμε επομένως όλοι, πως αυτός που θα έρθει να αξιολογήσει το μέλος του συλλόγου διδασκόντων, δεν μπορεί να βρει το εκπαιδευτικό περιβάλλον διαφορετικό. Το ίδιο θα διαπιστώσει. Υπάρχει λοιπόν ένα πολύ σημαντικό συγκρίσιμο μέγεθος - και σε περίπτωση αμφισβήτησης, σε περίπτωση προσφυγής ή ένστασης, υπάρχει η Αρχή. Η Αρχή παρέχει θεσμικά εχέγγυα, και ακριβώς λειτουργεί ως αντίβαρο σε οποιεσδήποτε παρεμβάσεις θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος» υπογράμμισε.
Καταγράφεται, τέλος, η αντιπαράθεση που προέκυψε όταν ο αγορητής της Χρυσής Αυγής, Αρτέμης Ματθαιόπουλος, υποστήριξε πως για την αναβάθμιση της ποιότητας της εκπαίδευσης χρειάζεται μεταξύ άλλων ο διαχωρισμός των Ελλήνων και των αλλοδαπών μαθητών σε διαφορετικές τάξεις, «προκειμένου το επίπεδο διδασκαλίας να μην υποβιβάζεται για να καθίσταται προσβάσιμο στους μη Έλληνες». Ο κ. Ματθαιόπουλος κάλεσε τον υφυπουργό Παιδείας να επισκεφθούν ένα σχολείο, «και εάν ακούσετε έστω και μία ελληνική λέξη, αν δείτε ότι αυτά τα παιδιά αφομοιώνουν την ελληνική παιδεία, τότε πραγματικά εγώ θα σας δώσω όλα τα συγχαρητήρια». Στον κ. Ματθαιόπουλο απάντησε ο πρόεδρος της Επιτροπής Γ. Καλαντζής, υπενθυμίζοντάς του τη μεικτή παιδεία που προώθησε στις μακεδονικές κτήσεις ο Μέγας Αλέξανδρος, ενώ ο κ. Παπαθεοδώρου δήλωσε πως «θέση του υπουργείου Παιδείας - και δεν επιθυμώ να κάνω κανέναν διάλογο επ' αυτού - είναι πως οποιαδήποτε τέτοια διάκριση, θα ήταν απλά και καθαρά φασισμός. Σ' αυτό εμείς δεν συναινούμε».