Η ανεργία «σκοτώνει» το Πέραμα και τους κατοίκους του!
ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΜΑΡΙΑ ΓΙΑΧΝΑΚΗ
Της Μαρίας Γιαχνάκη
Με την ανεργία να κυμαίνεται στο τριπλάσιο του εθνικού μέσου όρου και με οικογένειες αναγκασμένες να ζουν με 200 ευρώ το μήνα, το Πέραμα βιώνει τη χειρότερη μορφή της κρίσης.
Η κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι κάτοικοι της περιοχής που εργάζονταν κατά κύριο λόγο στη Nαυπηγοεπισκευαστική Zώνη είναι τραγική.
Η Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη του Περάματος υπήρξε για πολλές δεκαετίες κομμάτι από τη βιομηχανική "καρδιά" της Ελλάδας και χώρος στον οποίο αναπτύχθηκαν τεχνικές και επισκευαστικές δραστηριότητες ονομαστές σε όλη τη Μεσόγειο.
Σήμερα το Πέραμα μαραζώνει, υποβαθμίζεται τόσο τεχνικά όσο και περιβαλλοντικά. Οι 25.000 κάτοικοι της πόλης, μακροχρόνια άνεργοι, βιώνουν την οικονομική κρίση περισσότερο, ίσως, από άλλες περιοχές. Οι ίδιοι κάνουν λόγο, κυρίως, για ανθρωπιστική κρίση.
Η ανατολή του ήλιου από τα βουνά του Περάματος και η δύση του στα άλλοτε γεμάτα ζωή ναυπηγεία σήμερα μοιάζουν καταθλιπτικές για τους κατοίκους που βλέπουν τις ζωές τους να καταστρέφονται.
Στη Λ. Δημοκρατίας στο Πέραμα, καθημερινά επισκέπτονται την εκκλησία του Άη Γιώργη δεκάδες οικογένειες που δεν έχουν όχι να πληρώσουν το ρεύμα, αλλά ούτε να πάρουν λίγο ψωμί.
«Στις δύσκολες ώρες σκεφτόμαστε την εκκλησία ψιθυρίζει» η κυρία Άννα, μητέρα τριών παιδιών που πηγαίνουν Δημοτικό και Γυμνάσιο.
«Ο σύζυγός μου είχε κατάστημα με οικιακά είδη εδώ στο Πέραμα, το κλείσαμε. Δεν αντέχαμε την εφορία και τα πάγια. Το μαγαζί δεν μπορούσε να σταθεί. Έψαξε παντού για δουλειά αλλά τίποτα, έχουμε εξαθλιωθεί. Τώρα φανταστείτε μαζεύουμε χρήματα για να βγάλει το εισιτήριό του για το εξωτερικό. Πάει στην Αυστραλία. Εμείς θα μείνουμε να περιμένουμε».
Στην ίδια ενορία καθημερινά άστεγοι, «χρεωμένοι» στις τράπεζες άνεργοι και απολυμένοι κατηφορίζουν στο υπόγειο του ναού για να λάβουν το μερίδιο του μεσημεριανού φαγητού που τους αναλογεί.
Ο Ιερέας της ενορίας του Αγίου Γεωργίου, πατέρας Ιωάννης, τα τελευταία 20 χρόνια προσφέρει γεύματα σε άπορους, όμως τώρα με την κρίση οι ανάγκες αυξήθηκαν και ο κόσμος πλήθυνε.
Μια ομάδα εθελοντών που βοηθάει το έργο της ενορίας, φροντίζει για τους άπορους με καθημερινό φαγητό και ρουχισμό.
«Είμαστε όλοι πονεμένοι και ταλαιπωρημένοι από την κρίση αλλά ο λιγότερο ταλαιπωρημένος βοηθάει τον άλλο», λέει ο κύριος Μιχάλης , που η Κατοχή, του είχε αφήσει το απωθημένο της πείνας να κυριαρχεί πάντα στη ζωή του.
«Εγώ τους νιώθω τους πεινασμένους, νιώθω τι σημαίνει να ζαλίζεσαι από την πείνα και να πέφτεις κάτω, να κολλούν τα έντερα μεταξύ τους από την αφαγία. Δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα από αυτό. Εδώ κάθε μέρα έρχονται οικογένειες, πατεράδες με κατεβασμένο το κεφάλι, μανάδες με τα πλαστικά στις σακούλες για να πάρουν το φαγητό για την οικογένεια. Καμιά φορά δεν τους κοιτώ στα μάτια και άλλες πάλι προσπαθώ να γεμίζω μέχρι πάνω τα πλαστικά τους για να μην τους λείψει το φαγητό».
Η κυρία Σοφία, μια από τις γυναίκες εθελόντριες, εξηγεί ότι όλα τα φαγητά και ο ρουχισμός είναι από προσφορές ιδιωτών και από χρήματα που αποταμιεύουν από την εκκλησία, τα μνημόσυνα και τις τελετές. «Έδιναν και απλοί άνθρωποι προσφορές τώρα όμως δεν έχουν ούτε αυτοί πως να δώσουν σε εμάς.»
Στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη που πλέον έχει ερημώσει, ξέμειναν τα όνειρα και τα χρωστούμενα μιας ολόκληρης ζωής. Ακόμη και στην ιδιωτική επισκευαστική ζώνη που ψυχομαχεί τα προβλήματα είναι μεγάλα.
«Ούτε το ρεύμα δεν μπορούμε να πληρώσουμε πια, ούτε άλλους λογαριασμούς», λέει ο κύριος Αθιτάκης, ιδιοκτήτης ναυπηγείου.
«Το ναυπηγείο το έχω 20 χρόνια. Με το που άρχισε η κρίση τελειώσαμε , πεθάναμε. Έπεσε η δουλειά 90% και μετά τίποτα. Το μόνο που κάνουμε είναι να βγάλουμε κανένα καραβάκι έξω, ίσα- ίσα για ένα πιάτο φαγητό. Εδώ δουλεύανε 500 άτομα , ταΐζαμε 500 οικογένειες, τώρα δουλεύουν τρία άτομα σε αυτό το ναυπηγείο που βλέπετε. Φωνάζουν μόνο για τους δημόσιους υπαλλήλους που τους κάνουν περικοπές στους μισθούς. Εδώ εμείς βγάζαμε τα λεφτά , κινούσαμε την αγορά και τώρα μας περικόπτουν τις ζωές μας. Για μας δεν φωνάζει κανείς , δεν υπάρχει σωτηρία. Τα πλοία τα έδιωξαν τώρα στην Τούζλα της Τουρκίας και όπου αλλού μπορεί να φανταστεί κανείς. Παρακαλούσα να τα πάρει η Cosco μπας και παίρναμε κάτι. Κερδισμένοι δεν θα βγαίναμε αλλά κάτι θα παίρναμε. Ενώ τώρα πλήρης καταστροφή».
Σε μία από τις λαϊκές αγορές του Περάματος, κοντά στον άγιο Νικόλαο κάποτε από τον κόσμο δεν μπορούσες να περάσεις, τώρα δεν τολμάς να πας να ψωνίσεις παρόλο που οι τιμές είναι χαμηλές.
«Όταν δεν έχουμε, δεν πάμε να ψωνίσουμε. Πολλές φορές είναι η λαϊκή κάτω από το σπίτι μου και δεν έχω να πάρω μια ντομάτα», τονίζει η κυρία Μαρία, που ζει εδώ και χρόνια στο Πέραμα. Η ίδια είναι συνταξιούχος με τα παιδιά της άνεργα να ψάχνουν ακόμη και το μικρότερο μεροκάματο.
«Το Πέραμα μπορεί να θεωρείται μια περιοχή φτωχή, αλλά παλιότερα ο κόσμος δούλευε. Είχαμε εργατιά, αλλά ζούσαμε με αξιοπρέπεια γιατί δουλεύαμε. Οι άνδρες έφερναν ένα μεροκάματο στο σπίτι. Οι γυναίκες δούλευαν σε κομμωτήρια. Σε μαγαζιά μικρά ή μεγάλα, δεν έχει σημασία, δουλεύαμε και τα παιδιά μας σπουδάζανε ή τους δημιουργούσαμε τις συνθήκες να ανοίξουν έστω κι ένα συνεργείο. Τώρα για κάντε μία βόλτα και ρωτήστε πόσοι από αυτούς που περπατούν, είναι εργάζονται και θα δείτε τι θα σας πουν. Όλοι άνεργοι είναι. Ακόμη και η λαϊκή αγορά μίκρυνε. Αφού δεν ψωνίζει ο κόσμος τι να κάνουν να έρθουν οι πωλητές;»
«Τα παιδιά μου λιποθυμούν στο σχολείο από την πείνα...»
Η νεαρή Χρύσα είναι μητέρα 2 παιδιών στην Τρίτη και Τετάρτη Δημοτικού και η καρδιά της χτυπάει κάθε μέρα και πιο δυνατά ώσπου να γυρίσουν τα παιδιά από το σχολείο χωρίς να την ειδοποιήσουν ότι ένιωσαν αδιαθεσία από το άδειο στομάχι.
«Μέχρι πρόσφατα ντρεπόμουν να πω ότι ο άνδρας μου είναι άνεργος και δεν μπορεί να βρει ούτε ένα μεροκάματο έστω να βάψει ένα σπίτι, να κουβαλήσει κάτι στο λιμάνι. Ακόμη και στο λιμάνι και σε αυτά τα καθημερινά μεροκάματα παίρνουν αλλοδαπούς. Ο σύζυγός μου δούλευε στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη. Τώρα τίποτα. Τα παιδιά μου μοιράζονται ακόμη και την τυρόπιτα που βρίσκω στα σκουπίδια. Αν δεν το κάνω, στο σχολείο λιποθυμούν. Ως σήμερα τρεις φορές με ειδοποίησαν και τώρα έχω βρει κάποιο φούρνο να παίρνω κάτι μπαγιάτικα για να περνάμε. Ήταν και τα συσσίτια μια ιδέα αλλά εκεί μας βλέπουν. Θα μου πεις αυτό σκέφτεσαι. Τι προτιμάς να πεθάνεις; Όχι αλλά και η αξιοπρέπειά μας που θα θαφτεί; Μόνο αυτή μας έμεινε».
Το Πέραμα δεν βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση, με την κυριολεκτική έννοια του όρου, αλλά παρουσιάζει συγγενή χαρακτηριστικά, απόρροια των πολιτικών της συγκυβέρνησης και της τρόικα, έχοντας φτάσει τον πληθυσμό στα όρια της επισιτιστικής κρίσης ακολουθώντας τον ίδιο δρόμο που οδηγούνται συνάνθρωποί μας από τις τρίτες χώρες του κόσμου.
«Δεν υπάρχουν εμβόλια για τα παιδιά»
Στις αρχές του 2010 η οργάνωση «Γιατροί του Κόσμου», πήρε την απόφαση να εγκαταστήσει ένα πολυιατρείο στην περιοχή με κεντρικό στόχο τη προσφορά περίθαλψης κυρίως σε μετανάστες που ήταν ανασφάλιστοι: Από τότε μέχρι σήμερα όμως η πορεία και η ζωή έδειξαν άλλα πράγματα.
Η κ. Μαϊλη, παιδίατρος και πρόεδρος της οργάνωσης, μας λέει χαρακτηριστικά ότι «το 90% των ανθρώπων που επισκέπτονται το πολυϊατρείο του Περάματος είναι Έλληνες. Άνθρωποι που έχουν χάσει τη δουλειά τους και την ασφαλιστική τους κάλυψη, γεγονός που σημαίνει πως οτιδήποτε χρειαστούν από το ιατροφαρμακευτικό πεδίο πρέπει να το πληρώσουν. Στο πολυιατρείο προσφέρουν εθελοντική εργασία 20 ειδικότητες ιατρών. Λειτουργούμε με τα προγράμματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και με προσφορές ιδιωτών. Αυτή τη στιγμή, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι υπάρχει κενό στους εμβολιασμούς μικρών παιδιών και αυτό είναι μεγάλος κίνδυνος για τη δημόσια υγεία.
Συγκλονιστικό επίσης είναι το γεγονός ότι υπάρχουν πλέον πολλά ψυχιατρικά περιστατικά λόγω κρίσης αλλά και φαινόμενα κακοποίησης και εγκατάλειψης μικρών παιδιών. Αυτό δεν το συναντούμε μόνο στο Πέραμα είναι γενικό φαινόμενο. Δυστυχώς, η φτώχεια δημιουργεί βιαιότητα στους γονείς απέναντι στα παιδιά τους».
Ακόμη και αυτές όμως, οι οικογένειες που τα μέλη τους είναι επί σειρά ετών στην ανεργία, χωρίς ασφάλιση και με την ανάγκη βοήθειας από οργανώσεις, φορείς και αλληλέγγυες ομάδες, δεν είναι στη χειρότερη μοίρα στο Πέραμα.
Νεοάστεγοι στα πρόθυρα της εξαθλίωσης
Πάντα υπάρχει ένα σκαλί χαμηλότερα, όχι στο επίπεδο της αξιοπρέπειας, αλλά της φτώχειας. Ο λόγος για τους νεοάστεγους. Με την ιστορία μιας οικογένειας που έμενε μαζί με τα παιδιά της σε παγκάκι να συγκλονίζει, όπως μας αφηγείται μια νεαρή φοιτήτρια, η Εύα, που μαζί με φίλες της κάθε μέρα έρχεται από άλλη περιοχή της Αθήνας για να προσφέρει τσάντες με φαγητό και ψώνια σε οικογένειες που έχουν ανάγκες.
«Δεν είχα έρθει ποτέ σε αυτήν την περιοχή. Μένω κάπου πολύ διαφορετικά από εδώ, δεν έχει σημασία όμως. Ένα πρωί μια φίλη που έκανε την πρακτική της στο Παίδων έβλεπε μια οικογένεια που πήγαινε διαρκώς το παιδί της στο νοσοκομείο με προβλήματα υγείας λόγω ασιτίας. Πήρε τα στοιχεία τους και μαζί με αυτούς εδώ βρήκαμε κι άλλα περιστατικά που βοηθάμε».
Όταν υπάρχουν άνθρωποι που έχουν από 2 έως και 4 χρόνια να δουλέψουν, άνθρωποι που δεν έχουν να πληρώσουν το λογαριασμό της ΔΕΗ, το νερό ή το τηλέφωνο, που δεν έχουν να πάρουν εισιτήριο για να πάνε να αναζητήσουν μεροκάματο εκτός Περάματος, τότε η κατάσταση είναι περισσότερο από τραγική.
Στα σχολεία οι μαθητές συνεχίζουν να λιποθυμούν. Οι δάσκαλοι όπου γνωρίζουν συγκεκριμένα περιστατικά φροντίζουν μαθητές που έχουν ανάγκη με διακριτικότητα.
Μητέρες «τρέχουν» κρυφά στα συσσίτια. Πατεράδες περπατούν με τις ώρες, χτυπώντας πόρτες για να βρουν δουλειά. Μαθητές παρατούν το σχολείο. Φοιτητές σταματούν τις σπουδές ή δεν πάνε ποτέ να γραφτούν. Και όλων τα μάτια γυρνούν μοιραία προς τη θάλασσα, εκεί στα ναυπηγεία που σαπίζουν σαν να τους εκδικούνται για τα πολλά χρόνια που τους έδιναν ψωμί και σήμερα τα πνίγει η σιωπή παρέα με τις δροσερές σταγόνες τις θάλασσας που βρέχουν που και που τα σκουριασμένα παλιοσίδερα.
Κάποια μέρη της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης έχουν γίνει τα σπίτια άστεγων πρώην εργατών. Οι οικογένειές τους βρήκαν τουλάχιστον μια γωνιά σε ένα γνώριμο περιβάλλον εργασίας του πατέρα.
«Αυτή η τραγική ειρωνεία μας… δέρνει όλους καθημερινά» λέει με σκυμμένο κεφάλι ο Ν.Π. πρώην εργαζόμενος στα ναυπηγεία, «αλλά τα γεγονότα είναι γεγονότα και δεν μιλάμε γι αυτά για να μας λυπηθούν. Έφυγαν όλα από τα χέρια μας. Δεν θα ξεχάσω την περίοδο των μεγάλων προβλημάτων στη Ναυπηγοεπισκευαστική Ζώνη που χάσαμε τη δουλειά μας 4.500 άνθρωποι από όλες τις ειδικότητες. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό; Σκεφτείτε λίγο μια περιοχή με αυτό το ποσοστό να μένει στο δρόμο. Ήταν δυνατόν να μην έχουμε αυτή την εξέλιξη που βλέπετε σήμερα;
Γίναμε οι ουρές στα συσσίτια και οι κακομοίρηδες της Ελλάδας. Εμείς πεινάσαμε περισσότερο από τον καθένα και νωρίτερα από τον καθένα χωρίς να έχουμε περιθώρια να αναπνεύσουμε. Ξέρετε πόσος κόσμος από μας αυτή τη στιγμή υποστηρίζετε από ψυχολόγους, ψυχιάτρους; Άνδρες που έπιαναν την πέτρα και την έστυβαν στα ναυπηγεία σήμερα κλαίνε σαν μωρά παιδιά...»'
Κάθε μέρα στις ψηλές πολυκατοικίες και στα χαμόσπιτα του Περάματος καθώς και στα καινούρια σπίτια της περιοχής υπάρχουν ιστορίες ανθρώπων που κρύβονται πίσω από τις κλειστές πόρτες.
Η παρατεταμένη ανεργία έχει αλλάξει τα δεδομένα μιας κοινωνίας με όνειρα διαφορετικών επιπέδων τα οποία όλα μαζί τελικά είχαν την ίδια τύχη.
Αυτό, είναι μόνο ένα σκέλος της «επιτυχίας» της κυβέρνησης Σαμαρά και όσων προηγήθηκαν, αφού στο Πέραμα παίχθηκε τα «χρυσά» χρόνια της ευημερίας της περιοχής, η μεγαλύτερη μπίζνα εις βάρος και του ελληνικού δημοσίου, σίγουρα όμως κατά των ανθρώπων που για ένα μεροκάματο έδιναν και τη ζωή τους, στα αμπάρια των πλοίων...