Τι μου ψυθίρισε στο αυτί η κόρη του Νίκου Νικολόπουλου, Νίκη

Για μέρες πολλές η Πάτρα βρέθηκε να κρατάει την καρδιά της με τα δυο της τα χέρια και να παρακολουθεί με εμφανή τα σημάδια της αμηχανίας μια 16χρονη να σβήνει σγά σιγά όπως τα σπάνια πουλιά που ήρθαν από έναν άλλο τόπο για να κελαηδίσουν ένα τραγούδι τον ήχο του οποίου αυτή η κοινωνία έχει καταφανή αδυναμία να συλλάβει.
4'

Της Γιώτας Κοντογεωργοπούλου

Η ιστορία της Νίκης που έφυγε νικημένη μόνο για όσους έχουν συνηθίσει να μετράνε τις ήττες στα προφανή της φθοράς ενός βιαστικά φτιαγμένου κόσμου, μέσα σε όλη τη συγκλονιστική της εξέλιξη, την οποία όρισε το αιφνίδιο που πάντα θα ενεργοποιεί όλα τα αντανακλαστικά της συγκίνησης, ιδίως όταν αυτό έχει επιτεθεί σε ένα παιδί, είναι η ιστορία μιας πραγματικής νίκης από αυτές που κάνουν θόρυβο μέσα μας και καταφέρνουν να απομονώσουν όλους τους ήχους της μέρας που έφυγε και αυτών που θα' ρθουν.

Η περίπτωση της μικρής κόρης του Νίκου Νικολόπουλου, που έζησε στο φάσμα του αυτισμού και ό,τι είχε να ψιθυρίσει σε αυτό τον κόσμο, το ψιθύρισε με τα μάτια της, είναι ιδιάζουσα από πολλές πλευρές και μέσα στο πλέγμα αυτής της ιδιαιτερότητας, καταφέρνει να ανοίγει το δρόμο, σε σκέψεις και συμπεριφορές με τις οποίες δεν έχουμε εναρμονιστεί όσο και αν έχουμε πάρει το λάβαρο του ευρωπαϊκού... προαπαιτούμενου και το ανεμίζουμε στο μπαλκόνι, την ίδια ώρα που ανοίγουμε με το κατσαβίδι κλειδαρότρυπες για να παρακολουθήσουμε όσα μας κάνουν να απορούμε αλλά δεν θέλουμε να κατανοήσουμε, όσα μας προσφέρουν εύκολη συγκίνηση και όχι τροφή για σκέψη, όσα σε μερικές πολύ θλιβερές περιπτώσεις, μας ανοίγουν τη πόρτα των ταπεινών συλλογισμών.

Πιστεύω ότι η Νίκη του Νίκου Νικολόπουλου (με τον οποίο είθισται κατά... συρροήν να διαφωνώ), μας ψιθύρισε στο αυτί μια αλλιώτικη ιστορία και κάτω από τα φώτα που μοιραία έπεσαν πάνω στην πολύ γνωστή οικογένεια, άναψε το φως για να περπατήσει η σκέψη μας στον διάδρομο μιας άλλης νοοτροπίας.

Ας δούμε, λοιπόν τώρα που κάθησε μέσα μας αυτό το «αντίο» πώς και γιατί ο Νίκος Νικολόπουλος και η Τασία Μανωλοπούλου, πήραν την φωνή της Νίκης και την έκαναν, ίσως και άθελά τους, χωρίς να είναι αυτή η πρόθεσή τους, δυνατό ήχο.

Κόντρα σε όλα τα στερεότυπα αυτής της πόλης, αυτού του τόπου, αυτής της αμφίθυμης κοινωνίας, η Νίκη, που είχε αυτισμό, δεν θεωρήθηκε στιγμή «λεκές». Δεν πήγε σε ίδρυμα, δεν κρύφτηκε στο σπίτι, δεν απομονώθηκε, δεν περιθωριοποιήθηκε, δεν σκεπάστηκε από προφάσεις, δεν ωραιοποιήθηκε από μεγάλα λόγια, δεν κανακεύτηκε από περιττά χάδια, δεν επιδείχθηκε για την αποκόμιση προβολής σε πρόσωπα που θα το μπορούσαν, δεν έβαλε φρένο στη ζωή κανενός και κανείς δεν έβαλε φρένο στη δική της.

Ήταν ένα αλλιώτικο παιδί, μέσα σε μια οικογένεια ίσων. Είχε μια μάνα που της κράτησε το χέρι δυνατά και την κάθισε στο τραπέζι σαν ίση προς ίσους, ανάμεσα σε άλλα τρία παιδιά που την κοίταξαν ίσια στα μάτια.

Η Νίκη, ήταν ένα τυχερό, διαφορετικό παιδί. Mας ψιθύρισε στο αυτί ότι όλα είναι δυνατά, ότι το ατύχημα μπορεί να γίνει ευλογία.

Όταν ήρθε η ώρα να ανοίξει τα φτερά της και να φύγει με τρόπο τόσο ξαφνικό, όπως μια μπόρα, η Νίκη έσπασε ένα άλλο ταμπού, στο οποίο δεν ήταν κανείς εθισμένος.

Έσπασε το ταμπού του βωβού θρήνου. Το ταμπού της λύπης που δεν μοιράζεται. Ο Νίκος και η Τασία, δεν έκλεισαν τα παντζούρια, όπως δεν τα έκλεισαν ποτέ. Ούτε πριν, ούτε μετά. Ό,τι ήταν στη ζωή τους, ήταν και σε αυτή τη δοκιμασία, την πιο σκληρή.

Και ανοίγοντας το σκούρο της σκέψης τους και της ψυχής τους, ακόμη και τις δύσκολες τις ώρες, εκείνες τις βαριές που πέφτουν πάνω σου σαν τους βράχους, κατάφεραν, ίσως πάλι άθελά τους, άλλη μια νίκη για τη Νίκη. Κατάφεραν να αφήσουν έξω, στην... αυλή, όλη τη νοσηρότητα της κλειδαρότρυπας του θρήνου. Όλους εκείνους που αγαπούν το να φαντάζονται και να μεταφέρουν... πληροφορίες, νέα, αισθήματα και διαγνώσεις και να τα ονομάζουν έγνοια.

Δημόσια και καθαρά τη θρήνησαν την τρωθείσα στα 16 Νίκη τους και τόλμησαν να δεχθούν και κριτική για αυτό.

Η πιο μεγάλη νίκη όμως για αυτή τη Νίκη των 16 Μαϊων που μας έκανε να το πάρουμε το πράγμα αλλιώς, ήταν αυτό που μας ψιθύρισε πριν το τελευταίο της «αντίο». Η κουβέντα εκείνη που είπε με το σώμα της... Εκείνο το δόσιμο που τρέμουμε οι περισσότεροι να φανταστούμε. Εκείνη η δωρεά ζωής, η απόλυτη και γενναία, η τεράστια και καταλυτική που κάνει το πέρασμα να έχει αξία, το μήνυμα να έχει λόγο και τη ζωή να βρίσκει πάντα τον τρόπο να νικάει όσα την πολεμούν.

Αυτά μου ψιθύρισε στο αυτί η κόρη του Νικολόπουλου με τον οποίο και αύριο θα διαφωνώ και μάλιστα εντόνως, αλλά εδώ του βγάζω το καπέλο... Η Νίκη. Αυτό το κορίτσι που ποτέ δεν γνώρισα.

Πηγή: Patra News.gr