Σαν σήμερα το 1920 δολοφονείται o Ίων Δραγούμης
Διπλωμάτης, πολιτικός και συγγραφέας. Aνάλωσε τη ζωή του στην προάσπιση των εθνικών υποθέσεων, μέχρις ότου πέσει και ο ίδιος θύμα του Εθνικού Διχασμού το 1920. Μαζί με τους φίλους του Περικλή Γιαννόπουλο και Αθανάσιο Σουλιώτη - Νικολαΐδη, υπήρξε ένας από τους κύριους εκπροσώπους του ελληνικού ρομαντικού εθνικισμού των αρχών του 20ου αιώνα.
Με καταγωγή από το Βογατσικό της Καστοριάς, ο Ίων Δραγούμης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 2 Σεπτεμβρίου του 1878. Ήταν ο πέμπτος γιος του δικαστικού και μετέπειτα πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη και της Ελισάβετ Κοντογιαννάκη. Σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και το 1897 κατατάχτηκε εθελοντής στον άτυχο για τα ελληνικά όπλα ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Το 1899 εισήλθε στο διπλωματικό σώμα και το 1902 τοποθετήθηκε ως υποπρόξενος στο Γενικό Προξενείο του Μοναστηρίου. Από τη θέση αυτή και με τη συνεργασία του πατέρα του και του γαμπρού του Παύλου Μελά εργάστηκε επίμονα για την οργάνωση των ορθοδόξων κοινοτήτων της Μακεδονίας κατά των Βούλγαρων σχισματικών, γνωστών και ως κομιτατζήδων.
Τα επόμενα χρόνια υπηρέτησε ως πρόξενος στις Σέρρες (1903), στον Πύργο Βουλγαρίας, στη Φιλιππούπολη (1904), στην Αλεξανδρούπολη (τότε Δεδέαγατς) και στην Αλεξάνδρεια, όπου γνώρισε τους δύο έρωτες της ζωής του: την Πηνελόπη Δέλτα και τη Μαρίκα Κοτοπούλη. Το 1907 τοποθετήθηκε στο προξενείο της Κωνσταντινούπολης με τον βαθμό του γραμματέα. Η παραμονή του εκεί συνέπεσε με την Επανάσταση των Νεοτούρκων.
Οι επαγγελίες των επαναστατών «περί ισοπολιτείας των διαφόρων εθνοτήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία» φάνηκαν να δικαιώνουν ορισμένες απόψεις του, που θεωρούσαν ότι η λύση του ελληνικού ζητήματος θα μπορούσε να αναζητηθεί όχι με την ενσωμάτωση των αλύτρωτων πατρίδων στο Ελληνικό Κράτος, αλλά με τη «δημιουργία των συνθηκών που θα επέτρεπαν την ελεύθερη οικονομική, πολιτική και πολιτισμική ανάπτυξη των Ελλήνων στην ανατολική τους κοιτίδα». Ο Δραγούμης πίστευε στην ελληνοτουρκική συνεννόηση και φοβόταν τον από βορρά σλαβικό κίνδυνο.
Από το 1909 υπηρέτησε διαδοχικά στις πρεσβείες της Ρώμης και Λονδίνου, αναμίχθηκε στο Επαναστατικό Κίνημα του Γουδή (1909), ενώ το 1911 οργάνωσε στην Πάτμο συνέδριο για την ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα. Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων υπηρέτησε στο επιτελείο του Αρχιστρατήγου Διαδόχου Κωνσταντίνου και τον Οκτώβριο του 1912 διαπραγματεύτηκε με τους Τούρκους την παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Στη συνέχεια διορίσθηκε διαδοχικά επιτετραμμένος στις πρεσβείες της Πετρούπολης, της Βιέννης, του Βερολίνου και το 1914 πρεσβευτής στην Πετρούπολη. Οι συχνές μεταθέσεις όλα αυτά τα χρόνια οφείλονταν στην άκαμπτη στάση του στα ευαίσθητα εθνικά θέματα και στις απρόβλεπτες πρωτοβουλίες που ανέπτυσσε.
Τον Μάιο του 1915 παραιτήθηκε από τη διπλωματική υπηρεσία για να πολιτευθεί. Πήρε μέρος στις εκλογές της 31ης Μαΐου και εκλέχθηκε ανεξάρτητος βουλευτής Φλώρινας. Υποστηρικτής αρχικά του Ελευθέριου Βενιζέλου ήλθε σε ρήξη μαζί του, καθώς διέκρινε σημάδια αυταρχισμού και εθνικής υποτέλειας στην πολιτική του. Ο αντιβενιζελισμός του Δραγούμη δεν προερχόταν από κάποια τυφλή πίστη στη Μοναρχία, αλλά αντίθετα από την πίστη στην εθνική αυτοδιάθεση. Τον Ιανουάριο του 1916 εξέδωσε το περιοδικό Πολιτική Επιθεώρησις, που συμμεριζόταν τις επιλογές της αντιβενιζελικής παράταξης.
Μετά την επιτυχία του βενιζελικού κινήματος το 1917 εξορίσθηκε με άλλους αντιβενιζελικούς πολιτικούς στην Κορσική, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του πολέμου (1918). Επανήλθε στην Ελλάδα για να εξοριστεί αυτή τη φορά στη Σκόπελο. Απελευθερώθηκε στα τέλη του 1919 και ανέπτυξε δράση υπέρ της «Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως», η οποία συσπείρωνε τους αντιβενιζελικούς. Ο Ίων Δραγούμης ήταν ένας από τους ηγέτες της, καθώς ξεχώριζε τόσο για τις πολιτικές και διπλωματικές του ικανότητες, όσο και για την πνευματικότητα και την αγνή φιλοπατρία του.
Την επομένη της απόπειρας δολοφονίας του Ελευθερίου Βενιζέλου στο Παρίσι (30 Ιουλίου 1920), ο Ίων Δραγούμης δολοφονήθηκε από βενιζελικούς αξιωματικούς στη διασταύρωση των οδών Βασιλίσσης Σοφίας (τότε Κηφισίας) και Παπαδιαμαντοπούλου. Η άσκοπη και άδικη δολοφονία του συγκίνησε το Πανελλήνιο και τον πολιτικό κόσμο. Ο Κωστής Παλαμάς από τις στήλες της Καθημερινής του αφιέρωσε τη Νεκρική Ωδή.
Πηγή: sansimera.gr