Ο άγνωστος ευεργέτης του Ωνάση που του βρήκε δουλειά ενώ τριγύριζε άνεργος (Pics)
Μια άγνωστη ιστορία από τη ζωή του Αριστοτέλη Ωνάση είδε πρόσφατα το φως της δημοσιότητας, η οποία αναφέρεται στον άνθρωπο που βοήθησε τον Έλληνα κροίσο στα πρώτα του βήματα: τον Κυριάκο Γαζίδη.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Real News του δημοσιογράφου Τάσου Κοντογιαννίδη, «τον Μάρτιο του 1925, στο λιμάνι του Πειραιά, ένας νεαρός διοπτροφόρος με τη βαλίτσα στο ένα χέρι, 250 δολάρια στην τσέπη και το χαρτί της άδειας του Νάνσεν στο άλλο χέρι (διαβατήριο του Νορβηγού Φρίντζοφ Νάνσεν, υπεύθυνου από την Κοινωνία των Εθνών για τους πρόσφυγες της Ανατολής) μπήκε στο βαπόρι για την Ιταλία και από εκεί με το προσφυγικό πλοίο «Τομάσο Ντι Σαβοΐα» τράβηξε για την Αργεντινή, μαζί με χίλιους άλλους μετανάστες, για να βρει την τύχη του».
«Ήταν ο Αριστοτέλης Ωνάσης, που γεννήθηκε στις 20 Ιανουαρίου του 1904 στη Σμύρνη, φοίτησε στην εκεί Ευαγγελική Σχολή και παρακολουθούσε τις πατρικές δουλειές στο καπνεργοστάσιο. Η μικρασιατική καταστροφή το 1922 έφερε την οικογένεια στην Αθήνα και ο Αριστοτέλης αναγκάστηκε να δουλέψει ως κλητήρας στην εφημερίδα «Ελεύθερος Λόγος» του Κώστα Αθάνατου».
(Με τον πατέρα του, Σωκράτη)
«Όταν ο νεαρός άνεργοςμετανάστης, Αρίστος, έφτασε στην Αργεντινή, τριγύριζε στους δρόμους του Μπουένος Αϊρες για να βρει την τύχη του, με τους Αργεντίνους να χαρακτηρίζουν Έλληνες, Αρμένιους, Σύρους και Λιβανέζους υποτιμητικά και περιφρονητικά ‘Τούρκους’. Έπλενε πιάτα σε εστιατόρια για να εξασφαλίσει το φαγητό και να επιβιώσει, ώσπου μια μέρα, καθώς κατέβαινε με το τραμ στο κέντρο, του χαμογέλασε η τύχη!».
Στη συνέχει το άρθρο στρέφει την προσοχή του αναγνώστη στην ιστορία του άγνωστου ευεργέτη του Αριστοτέλη Ωνάση: «Το καλοκαίρι του 1966, αν θυμάμαι καλά, ο Ωνάσης έδωσε συνέντευξη στο περιοδικό Τime και, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι η τύχη τού χαμογέλασε στο Μπουένος Άιρες όταν μέσα στο τραμ συνάντησε εντελώς τυχαία δυο άτομα να κουβεντιάζουν ελληνικά και ότι ένας από αυτούς του βρήκε δουλειά εργάτη στην εταιρεία που εργαζόταν. Ποιος ήταν, όμως, αυτός ο ευεργέτης του»;
«Το 1978 δέχτηκα στην εφημερίδα που εργαζόμουν ένα τηλεφώνημα από κάποιον κύριο που είχε κάτι σοβαρό να μου αποκαλύψει. Μου έκλεισε ραντεβού στην πλατεία Βικτωρίας κι εκεί συνάντησα έναν ηλικιωμένο αλλά καλοστεκούμενο κύριο, που είχε έρθει από τη Χιλή. Το όνομά του Κυριάκος Γαζίδης, προσφυγόπουλο το 1922 από την Κωνσταντινούπολη, που έφυγε τότε στην Αργεντινή, βρήκε δουλειά κι εργαζόταν.
Μετά πήγε στη Χιλή για μικρό χρονικό διάστημα και το 1977 ήρθε στην Αθήνα. Καθίσαμε στην καφετέρια του Μίμη Δομάζου και άρχισε να μου αφηγείται μια παλιά ιστορία: ‘Κατεβαίναμε με έναν φίλο μου με την τραμβία (τραμ) στο κέντρο του Μπουένος Άιρες, μετά την εργασία μου στην τηλεφωνική εταιρεία. Καθώς μιλούσαμε με τον συνάδελφό μου, ένας συνεπιβάτης που καθόταν στα μπροστινά καθίσματα γύρισε, μας κοίταξε και γέλασε λέγοντας: ‘Γεια σας πατριωτάκια! Κι εγώ Έλληνας είμαι! Πριν από λίγο καιρό ήρθα από την Ελλάδα’. Τον ρώτησα πώς σε λένε και μου απάντησε Αρίστο, Αριστοτέλη Ωνάση. Του είπα καλώς ήρθες στην Αργεντινή και να περάσεις καλά. Κατεβήκαμε από το τραμ, πήγαμε στο μπαρ ‘Λα Μπόκα’ και μας λέει ότι οι οικονομίες του άρχισαν να εξανεμίζονται, πως πρέπει να βρει οπωσδήποτε δουλειά και αν μπορούσαμε να του συστήσουμε καμία, έστω και για εργάτης.
Την επομένη ημέρα τον πήρα στην τηλεφωνική εταιρεία ‘United Telecom’ και τον πήγα στον διευθυντή μου, έναν Εγγλέζο αξιωματικό, τον Σμιθ, που είχε υπηρετήσει στη Θεσσαλονίκη στους Βαλκανικούς Πολέμους και μιλούσε πάντα με αγάπη για την πόλη αυτή. Μόλις του είπε ο Αρίστος ότι γνωρίζει ξένες γλώσσες, τον προσέλαβε και δουλεύαμε για έναν μήνα μαζί και έπαιρνε 150 πέσος, κάπου 200 δολάρια μηνιάτικο.
Αργότερα, χτύπησε από μόνος του την πόρτα του διευθυντή και άρχισε την κουβέντα μαζί του στα αγγλικά. Του είπε ο πονηρός ψέματα, για να του τραβήξει την προσοχή, ότι γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη (!), τον ζάλισε κυριολεκτικά και τον συμπάθησε! Είδε ότι έχει και προσόντα, είναι έξυπνος αν και 20 χρόνων, τον μετέθεσε σε καλή δουλειά και δούλευε ανάμεσα σε κορίτσια στους τηλεφωνικούς πίνακες. Έκανε υπερωρίες, περιόρισε τα έξοδά του με τις γυναίκες, που ήταν η αδυναμία του, και μετακόμισε σε δωμάτιο ενός οικοτροφείου στη λεωφόρο Εσμεράλδα».
(Ο Κυριάκος Γαζίδης)
«Έμεινε στην τηλεφωνική εταιρεία τρία χρόνια, ενώ παράλληλα άρχισε να ασχολείται και με το εμπόριο. Έστελνε δέρματα από την Αργεντινή στην Ελλάδα κι έφερνε από εκεί καπνά. Με το δαιμόνιο εμπορικό μυαλό του δημιούργησε σε πέντε χρόνια μεγάλη περιουσία από ένα μικρό εργοστάσιο παραγωγής τσιγάρων που άνοιξε. Μετά έγινε πρόξενος της Ελλάδος, αγόρασε πλοία, ανοίχτηκε κι έτσι πρόκοψε», καταλήγει το αποκαλυπτικό δημοσίευμα της Real News.