Δολοφονία Στέλλας: Η μοναδική επιθυμία του παιδοκτόνου σε φρουρό του
Υπόθεση Στέλλα Εικοσπεντάκη: Αμίλητος και με το κεφάλι συνεχώς σκυμμένο περνά τα πρώτα του 24ωρα ο παιδοκτόνος Γιάννης Εικοσπεντακης στην Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής.
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΕΣ ΔΕΝ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΒΑΡΙΑ ΑΡΡΩΣΤΟΣ - «ΚΛΕΙΣΤΟ, ΨΥΧΡΟ ΚΑΙ ΛΙΓΟΜΙΛΗΤΟ» ΤΟΝ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΕΣ - ΤΙ ΕΙΚΟΝΑ ΕΧΟΥΝ ΣΧΗΜΑΤΙΣΕΙ ΟΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ
Ο 61χρονος πρώην αστυνομικός βρίσκεται στην Διεύθυνση Ασφαλείας του τμήματος Ανθρωκτονιών κλεισμένος σε κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο, με σκοπό να μην έρθει σε επαφή με άλλους κατηγορούμενους.
Όπως εκτιμούν οι έμπειροι αστυνομικοί υπάρχει κίνδυνος επίθεσης εναντίον του, αφού από την πρώτη κιόλας στιγμή που μεταφέρθηκε στην ΓΑΔΑ υπήρξαν αντιδράσεις από Έλληνες κρατουμένους που δεν δίσταζαν να τον βρίζουν.
Για να μην γενικευτεί η ένταση δόθηκε αμέσως εντολή από αξιωματικό της Διεύθυνσης Ανθρωκτονιών, ο 61χρονος να απομονωθεί μέχρι να μεταφερθεί την ερχόμενη Τρίτη στα Δικαστήρια της Ευελπίδων για να απολογηθεί
Όπως είπαν στο newsbomb.gr ο Γιάννης Εικοσπεντακής δεν μιλάει σε κανέναν και δεν έχει ζητήσει να δει κάποιο συγγενικό του πρόσωπο . Το μόνο που ζήτησε ήταν να μάθει πως είναι η κατάσταση της υγείας της συζύγου του.
Το μείζον ερώτημα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν οι επιστήμονες – ψυχίατροι και ψυχολόγοι της Αστυνομίας είναι αν ο αδίστακτος παιδοκτόνος είναι τόσο βαριά άρρωστος (ψυχολογικά), όσο ο ίδιος ισχυρίζεται στο πλαίσιο της υπερασπιστικής του γραμμής
«Αυτός νόμιζε ότι είμαι φίλος του, όμως δεν είμαι γιατί ο άνθρωπος είναι εγκληματίας». Με τα λόγια αυτά περιγράφει τον Γιάννη Εικοσπεντάκη, ένας πρώην συνάδελφός του αστυνομικός.
Το ψυχογράφημα του 61χρονου παιδοκτόνου από τον 6χρονο δίδυμο αδελφό της Στέλλας, είναι συγκλονιστικό όπως το αποτύπωσε στην κατάθεσή της η ψυχολόγος της Αστυνομίας:
«Ο μικρός μου είπε ότι είμαστε στην Αστυνομία και ότι οι αστυνομικοί ψάχνουν την αδελφή του, την οποία είχαν κλέψει από το σπίτι τους το βράδυ... Μου είπε ότι μπήκαν κλέφτες, κλέψανε την αδελφή του, τα χαρτιά της που ήταν από τους γιατρούς, καθώς και κάτι χρυσαφικά. Πρόσθεσε επίσης ότι αυτό συνέβη επειδή όπως ενημερώθηκε από τον πατέρα του, ο τελευταίος είχε αφήσει τη νύχτα κατά λάθος τα κλειδιά του έξω από την πόρτα (...)
Ο μικρός ήταν απόλυτος, ότι δεν άκουσε τίποτα, μολονότι κάποια στιγμή ανέφερε ότι είχε κλειστά τα αυτιά του, για να μην ακούσει, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, ούτε κιχ. Όταν προσπάθησα να κατανοήσω τι εννοούσε ήταν μάλλον απρόθυμος να μου δώσει περισσότερες επεξηγήσεις (...)
Τον ρώτησα, αν θα μπορούσε ο μπαμπάς του να έχει ακούσει κάτι και μου απάντησε πως αυτό δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί, επειδή φοράει πάντοτε τόσο τη νύχτα όσο και κάποιες ώρες της ημέρας ωτοασπίδες, γιατί τον ενοχλούν οι θόρυβοι (...) Μου είπε ότι το βράδυ φορούν πυτζάμες και πως με αυτές τις πυτζάμες και μη την κουβέρτα που σκεπάζεται η Στέλλα την έκλεψαν (...) Μου είπε ότι του αρέσει να τον αγκαλιάζουν και να τον φιλούν, αλλά αυτό το κάνει μόνο η μαμά, γιατί στον μπαμπά δεν αρέσουν γενικά τα χάδια, τα φιλιά και οι αγκαλιές.
Πρόσθεσε επίσης, ότι ο μπαμπάς δεν γελάει και πως θυμώνει αρκετά πιο εύκολα από τη μαμά, με την οποία προτιμά και ο ίδιος να μιλάει περισσότερο. Επίσης, ανέφερε ότι η αδελφή του είναι πολύ δεμένη με τη μαμά, ενώ και ο ίδιος εξέφρασε τόσο την αγάπη του, όσο και την αγωνία του για το τι μπορεί να της συμβαίνει».
Την ίδια εικόνα μετέφεραν στα ΜΜΕ και οι πρώην συνάδελφοί του, αλλά και οι γείτονες του στην Αγία Βαρβάρα.
Δείτε το σχετικό βίντεο:
Είναι εξίσου τραγικό ότι κατά την προανακριτική διαδικασία, ο δράστης ισχυρίστηκε πώς τα ψυχολογικά του προβλήματα προκλήθηκαν από την κινητική αναπηρία από την οποία έπασχε η 6χρονη Στέλλα. (ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ)
Ακόμα πιο σαφής ήταν ο γνωστός ψυχίατρος Δημήτρης Σούρας, που παραχώρησε συνέντευξη στο Star.
Ο παιδοκτόνος τότε ισχυρίστηκε ότι πάσχει από κατάθλιψη και παίρνει βαριά φαρμακευτική αγωγή, κάτι που ο κ. Σούρας όμως, μιλώντας στο Star, το αμφισβητεί.
«Ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασε δείχνουν ότι δεν είναι άρρωστος, γιατί ο άρρωστος δεν συμπεριφέρεται έτσι. Από την πρώτη στιγμή που του μιλάς καταλαβαίνεις ότι κάτι τρέχει, αν εκείνος δεν έχει ήδη ομολογήσει πριν ακόμα ερωτηθεί. Εκτιμώ, αν και δεν τον έχω εξετάσει, ότι δεν πάσχει από κάποια ψυχική ασθένεια, εκτός αν είναι βαρύτατα διαταραγμένος στην προσωπικότητά του», ανέφερε ο κ. Σούρας.
Διαβάστε ΕΔΩ όλο το χρονικό της στυγερής δολοφονίας
Τραγική μητέρα: «Δεν γνώριζα για τη δολοφονία της κόρης μου»
«Ενημερώθηκα τηλεφωνικά από τον σύζυγο μου ότι οι δράστες πήραν και την κόρη μου Στέλλα. Έχω σοκαριστεί και δεν ξέρω τον λόγο που την πήραν. Δεν θεωρώ ότι ο σύζυγος μου έχει σχέση με αυτό...». Από την κατάθεση της τραγικής μητέρας στην αστυνομία, όταν ακόμη το κοριτσάκι ήταν αγνοούμενο προκύπτει ότι είχε πειστεί από τα ψέματα του παιδοκτόνου και δεν υποψιαζόταν το ένοχο μυστικό του... Όταν όμως έμαθε τι έχει συμβεί κατέρρευσε... Ούτε στον χειρότερο εφιάλτη της δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι όταν επέστρεφε στο σπίτι από το νοσοκομείο που είχε πάει για εγχείρηση χολής, θα μάθαινε ότι το αγγελούδι της το δολοφόνησε ο πατέρας του και σύζυγος της...
Διαβάστε εδώ τι έδειξε η ιατροδικαστική εξέταση για τα αίτια θανάτου της 6χρονης
Η προανακριτική απολογία του δράστη
Στην προανακριτική του απολογία, την οποία εξασφάλισε αποκλειστικά το Newsbomb.gr, o κατηγορούμενος ανέφερε:
«Εξαιτίας του προβλήματος της Στέλλας έπεσα σε κατάθλιψη, με αποτέλεσμα εδώ και τρία χρόνια να παίρνω φαρμακευτική αγωγή. Με το που γεννήθηκαν τα παιδιά, εγώ και η γυναίκα μου κάναμε ένα τεράστιο λάθος. Το λάθος μας ήταν ότι εγώ ασχολούμουν αποκλειστικά με τον Μάριο και η γυναίκα μου με την Στέλλα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να θέλει μόνο τη μαμά της και απέναντί μου να είναι επιθετική (...).
Εκείνο το βράδυ, μόλις φτάσαμε σπίτι της είπα ότι πρέπει να την κάνω μπάνιο. Πήρα τα χάπια μου και ήπια ένα ποτήρι κρασί (...). Παρακάλεσα πάλι την Στέλλα να την κάνω μπάνιο. Εκείνη εξακολουθούσε να μην θέλει, γιατί ήθελε τη μαμά της. Άρχισε να με χτυπάει με τα χέρια της στην κοιλιά. Όπως με χτυπούσε και το κεφάλι της βρισκόταν στο ύψος του στήθους μου, την έσφιξα με το δεξί μου χέρι για να σταματήσει να με χτυπάει, μέχρι που κατάλαβα ότι είχε χάσει τις αισθήσεις της. Άνοιξα το χέρι μου που την έσφιγγα και η Στέλλα έπεσε στο πάτωμα. Είδα ότι δεν ανέπνεε και κατάλαβα ότι κάτι κακό είχε γίνει. Τα έχασα, τρομοκρατήθηκα και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να βγάλω τη Στέλλα έξω από το σπίτι. Πήγα στο αποθηκάκι και πήρα τρεις μαύρες σακούλες σκουπιδιών.
Όπως ήταν πεσμένη στο πάτωμα, έβαλα τη Στέλλα σε μία από αυτές τις σακούλες, ξεκινώντας από το κεφάλι της και καταλήγοντας στα πόδια. Θέλω να σας πω δηλαδή ότι η σακούλα έκλεινε στα πόδια της (...) Μετά σκέφτηκα να σκηνοθετήσω το χώρο για να φαίνεται ότι κάποιος έκανε ληστεία. Ξέχασα να σας πω ότι στις σακούλες σκουπιδιών που έβαλα την Στέλλα έβαλα και μία κόκκινη κουβερτούλα που πήρα από το κρεβάτι της, μη ρωτάτε γιατί, δεν ξέρω να σας απαντήσω.
Τις σακούλες με την Στέλλα τις κρατούσα με τα δυο μου χέρια στην αγκαλιά μου...
Κατέβηκα στο δρόμο και με τα πόδια πήγα σε έναν κάδο και εκεί μέσα άφησα την Στέλλα. Σε έναν άλλο κάδο εκεί κοντά πέταξα και τα κοσμήματα της γυναίκας μου (...).
Μετά πήγα στο κρεβάτι μου, όπου λόγω του κρασιού και των χαπιών που είχα πάρει με πήρε ο ύπνος.
Το πρωί στις 7 παρά τέταρτο ξύπνησα και πήρα τηλέφωνο το ΑΤ Αγίας Βαρβάρας και είπα ότι κάποιοι άγνωστοι μπήκαν στο σπίτι μου».