Κέρκυρα: Με το «Αυλιωτινό καρναβάλι» την Καθαρά Δευτέρα ρίχνουν αυλαία οι καρναβαλιστικές εκδηλώσεις

Από το αστικό βενετσιάνικο καρναβάλι, τις «Πετεγολέτσες», τις οπερέτες και την μεγαλειώδη παρέλαση, σειρά έχει σήμερα στην Κέρκυρα το «Αυλιωτινό» καρναβάλι που παίρνει τα σκήπτρα από το «χορό των παπάδων» και τον «κορφιάτικο γάμο», για να ολοκληρώσει όλες τις καρναβαλιστικές εκδηλώσεις που διεξάγονται την περίοδο του Τριωδίου στο νησί και δη στην ύπαιθρο.
3'

Το «Αυλιωτινό» καρναβάλι, είναι μία παράδοση τουλάχιστον τετρακοσίων ετών, που τις ρίζες του τις συναντά κάποιος στα διονυσιακά δρώμενα. Ξεκίνησε όταν η Κέρκυρα κάτω από την κυριαρχία και την επιρροή των Ενετών, μετά την «πόρβερη» δηλαδή την πούδρα, τις «ρόντολες», (σερπαντίνες) και τις « πομπέτες» (νερωμένες κολόνιες), θέλησε να δώσει τη δική της ταυτότητα στις Απόκριες και να περάσει από τους άρχοντες και τους ευγενείς, στους χωρικούς και τα δουλικά. Ήταν ουσιαστικά μία διεκδίκηση στη διασκέδαση, που παραχωρήθηκε, στους ντόπιους από τους Ενετούς, μετά από πολλές αντιδράσεις. Έτσι τους επιτράπηκε, μόνο την Καθαρά Δευτέρα, να γλεντούν την Αποκριά. Έκτοτε το δρώμενο, εξελίσσεται στο απομακρυσμένο από την πόλη της Κέρκυρας, βορεινό χωριό, τους Αυλιώτες, όπου και πήρε τα όνομά του.

Κύριο χαρακτηριστικό του είναι τα άρματα και οι ζωόμορφες μεταμφιέσεις και οι «πινιάτες», το μουτζούρωμα δηλαδή του προσώπου και των ακρών από τη «γάνα», τη μαυρίλα, που είχαν οι κατσαρόλες στον πάτο τους.

Οι στολές, βασιζόντουσαν κάποτε στις προβιές των ζώων, που με υποτυπώδες «μουζέτες» (μάσκες), γίνονταν όλοι «κουκούγεροι» (παραμορφωμένοι), έχοντας έτσι εξασφαλίσει τη δυνατότητα να μην είναι αναγνωρίσιμοι και να μπορούν πειράξουν και να κοροϊδέψουν ακόμη και τους άρχοντες του τόπου.

Με την πάροδο του χρόνου και την απελευθέρωση των Κερκυραίων από τον ενετικό ζυγό, το Καρναβάλι των Αυλιωτών, έγινε το έθιμο της Κέρκυρας για την Καθαρά Δευτέρα, κρατώντας ακόμη ζωντανές τις μνήμες και τις παραδόσεις του νησιού.

Σήμερα πρόκειται για τη μεγαλύτερη καρναβαλιστική πομπή που διεξάγεται στην ύπαιθρο. Ένα διαρκές πολύωρο ξεφάντωμα, με χορό, τραγούδι, «πικάντικά» σκετς και συγκροτήματα που ετοιμάζονται πολλούς μήνες νωρίτερα.

Η αθυροστομία και τα πειράγματα είναι βασικά στοιχεία του αυλιώτινου Καρναβαλιού, με τον ανδρικό «κόρο» (χορωδία) να πρωτοστατεί με ένα βιωματικό τραγούδι της Αποκριάς, που αποτελεί ουσιαστικά έναν ιδιωματικό ύμνο στη Σαρακοστή και την Καθαρά Δευτέρα

«…Καλώς τη Σαρακοστή, την Καθαρά Δευτέρα. Γεια σου, χρυσέ μου άγγελε, χρυσή μου περιστέρα. Αυτές οι μέρες τό ΄χουνε κι αυτές οι δυο βδομάδες. Να τραγουδάνε τα παιδιά, να χαίρονται οι μανάδες. Καλώς ανταμωθήκαμε φίλοι κι αγαπημένοι, κι από χαράς χαρούμενοι και καλοκαρδισμένοι…» αναφέρουν χαρακτηριστικά κάποιοι από τους στίχους.

Από το καρναβάλι των Αυλιωτών δε λείπει βέβαια η σκωπτική του μορφή, ο καυτηριασμός όλων των πολιτικών εξελίξεων, με τους πολιτικούς και τους άρχοντες του τόπου να έχουν κάθε χρόνο την «τιμητική» τους. Οι καρναβαλιστές με μία μοναδική διάθεση κάθε χρόνο, με τη δική τους θεατρικότητα, τον αυτοσχεδιασμό και τη ζωντάνια τους, καυτηριάζουν την πολιτική και κοινωνική ζωή, όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης.

Το ντόπιο μπρούσκο κρασί διατίθεται σε όλους τους παρευρισκομένους θεατές του Αυλιωτινού καρναβαλιού, για να τους κρατάει «ζεστούς» λόγω των χαμηλών θερμοκρασιών στο χωριό, αλλά και να τους προκαλεί την ανάλογη ευθυμία που επιτάσσει το συγκεκριμένο μοναδικό έθιμο της Κέρκυρας.

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ